Η ανακοίνωση του ΚΙΝΑΛ, σχετικώς με την ελληνική υποψηφιότητα για την ηγεσία του ΟΟΣΑ, είναι ένα άριστο παράδειγμα κακομοιριάς στην πολιτική και θα εξηγήσω αμέσως γιατί.
Να πάρουμε την ανακοίνωση από την αρχή: «Ευχόμαστε καλή επιτυχία στην Αννα Διαμαντοπούλου. Η επιλογή της από τον Πρωθυπουργό για τη διεκδίκηση της θέσης του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού για την Ανάπτυξη και τη Συνεργασία και την Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) είναι μια θετική εξέλιξη για τη χώρα». Παρά το προφανές λάθος στην ονομασία του διεθνούς οργανισμού (που, όσο να ‘ναι, δείχνει μια απροσεξία ή, ενδεχομένως, κάποιον εκνευρισμό εκ μέρους του συντάκτη της ανακοίνωσης), ο αναγνώστης εντυπωσιάζεται ευχάριστα από τη γενναιόφρονα στάση του κόμματος. Πολύ σπάνιο στην πολιτική να συναντήσεις παρόμοια γενναιοδωρία! Κι όταν τη συναντάς να εκφράζεται με ευθύτητα, συγκινείσαι κάπως. Νιώθεις – πώς να το πω; – σαν να συναντάς έναν πραγματικό μονόκερο καθώς βγάζεις βόλτα στο πάρκο το σκυλάκι σου. (Και μάλιστα χωρίς να είσαι υπό την επήρειαν!..)
Δεν πρόκειται όμως για γενναιοδωρία, όπως αποκαλύπτει η συνέχεια του κειμένου: «Ο κ. Μητσοτάκης για άλλη μια φορά επέλεξε ένα στέλεχος από άλλον πολιτικό χώρο για μια κορυφαία διεθνή θέση, αποδεικνύοντας ότι το κόμμα του δεν διαθέτει ανάλογο δυναμικό». Ενώ δηλαδή εσύ αφήνεσαι ακόμα περισσότερο στον θαυμασμό για αυτή τη σπάνια εκδήλωση πολιτικής γενναιότητας, σου έρχεται η κατραπακιά του ισχυρισμού ότι «το κόμμα του δεν διαθέτει ανάλογο δυναμικό». Μα, συγγνώμη, αυτό είναι το θέμα; Δηλαδή ο Μητσοτάκης διάλεξε τη Διαμαντοπούλου ως ελληνική υποψηφιότητα για τον ΟΟΣΑ επειδή στο δικό του κόμμα δεν διαθέτει ανάλογο δυναμικό; Ποιος φωστήρας το σκέφθηκε αυτό; Για να το πω με δικά μου λόγια, το ΚΙΝΑΛ λέει στην κυβέρνηση ότι καλά έκανε και διάλεξε τη Διαμαντοπούλου, αλλά το έκανε επειδή αναγκάστηκε, όχι επειδή ήθελε. Κακομοιρίστικο; Μάλλον επιεικής ο όρος. Θα το έλεγα κατινίστικο.
Ανεξαρτήτως του πολιτικού οφέλους στο οποίο αποβλέπει, η κυβέρνηση προτείνει την Αννα Διαμαντοπούλου με αξιοκρατικά κριτήρια και όχι κομματικά. Την επιλέγει, δηλαδή, επειδή κρίνει ότι αυτή είναι το κατάλληλο πρόσωπο για τη συγκεκριμένη θέση. Είναι τουλάχιστον παράξενο, λοιπόν, το ΚΙΝΑΛ ουσιαστικά να επιτιμά την κυβέρνηση επειδή δεν διάλεξε δικό της παιδί. Προφανώς, το ΚΙΝΑΛ αυτό θα ήθελε: να έχει διαλέξει δικό της παιδί η κυβέρνηση, ώστε να μπορεί τώρα εκείνο να κατακεραυνώνει την αμετανόητη Δεξιά, χρησιμοποιώντας την μπανάλ ορολογία της δεκαετίας του 1980, από την οποία η πρόεδρος Φώφη αδυνατεί να απογαλακτιστεί.
Τηρουμένων των αναλογιών, η στάση του ΚΙΝΑΛ δεν βλέπω να διαφέρει πολύ ως προς την ουσία της από εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ξεσπάει με λύσσα κατά της κυβέρνησης, επειδή τον απογοητεύει το γεγονός ότι, επί ημερών ΝΔ, δόθηκε στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής το τέλος που έπρεπε. Και στις δύο περιπτώσεις, έχουμε τη διάψευση των (βολικών) προσδοκιών της αντιπολίτευσης ότι η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι η γνωστή Δεξιά του μύθου – αυτή που πίνει το αίμα του λαού με το μπουρί της σόμπας κ.λπ. Αν και όχι συγγνωστό, είναι πάντως κατανοητό: «Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται». Διότι, όπως και να το κάνουμε, δεν είναι καθόλου απλό πράγμα να χρειάζεται να προσαρμόσεις τις θέσεις σου με τις εξελίξεις μιας πραγματικότητας, που αλλάζει η άτιμη διαρκώς και δεν νοιάζεται καθόλου αν σου χαλάει τη βολή.