Ο Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο δηλώνει ότι πλέον ανέρρωσε από τον κοροναϊό αλλά και ήδη ξεκίνησε το τελευταίο σπριντ πριν τις εκλογές ελπίζοντας ότι θα καταφέρει να αλλάξει τον αρνητικό σε βάρος του συσχετισμό.
Βέβαια δεν είναι εύκολο αυτό που προσπαθεί να πετύχει. Για την ακρίβεια ο μόνος υποψήφιος που ήταν διαρκώς πίσω στις δημοσκοπήσεις και τις εκτιμήσεις του Τύπου, μέχρι και τα ξημερώματα της επομένης των εκλογών, ήταν ο Χάρι Τρούμαν στις εκλογές του 1948, όταν ύστερα από έναν προεκλογικό μαραθώνιο 35.000 χιλιομέτρων, κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές διαψεύδοντας κάθε προγνωστικό.
Βέβαια, οι ιστορικοί εκτιμούν ότι εάν οι έρευνες γίνονταν τότε με καλύτερη μεθοδολογία, είναι πιθανό να είχαν προβλέψει την νίκη του Τρούμαν, κυρίως επειδή δεν υπολόγισαν τη δυναμική που ανέπτυσσε η προεκλογική του εκστρατεία όσο πλησίαζε η ημέρα των εκλογών.
Πάντως ο ίδιος ο Τρούμαν είχε πανηγυρίσει τη νίκη κρατώντας την πρώτη έκδοση της Chicago Tribune που είχε τον τίτλο «Dewy Defeats Truman» (Ο Ντιούι κερδίζει τον Τρούμαν).
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Τραμπ
Έχει γραφτεί πολλές φορές ότι ο Τραμπ κυρίως θέλει να εκμεταλλευτεί την ιδιαιτερότητα του συστήματος των εκλεκτόρων, έτσι ώστε ακόμη και εάν χάσει την λαϊκή ψήφο (όπως άλλωστε έγινε και στις προηγούμενες εκλογές) να κερδίσει τις κρίσιμες Πολιτείες που θα του δώσουν πλειοψηφία στους εκλέκτορες.
Όμως, τώρα τα πράγματα δείχνουν διαφορετικά. Πολιτείες που πήρε οριακά ο Τραμπ όπως το Μίσιγκαν, η Φλόριντα, το Ουισκόνσιν και η Πενσυλβανία, με συνολικά 75 ψήφους εκλεκτόρων, τώρα δείχνουν να περνούν στα χέρια των Δημοκρατικών. Αντίστοιχα, οι Δημοκρατικοί δείχνουν να έχουν πιθανότητες να κερδίσουν την Αριζόνα και πιο δύσκολα τη Βόρεια Καρολίνα και το Οχάιο.
Καθόλου τυχαία, όλες οι εταιρείες δημοσκοπήσεων αρχίζουν και προβάλλουν την εικόνα ότι ο Μπάιντεν είναι πιθανό να κερδίσει, θεωρώντας πολύ δύσκολο να πετύχει την ανατροπή ο Τραμπ.
Ο κακός χειρισμός της ίδιας της αρρώστιας
Παρότι ο Τραμπ εξακολουθεί να έχει θετική εικόνα στους ψηφοφόρους σε ζητήματα οικονομίας ως προς την πανδημία η εικόνα παραμένει αρνητική. Οι μέχρι τώρα μετρήσεις δείχνουν ότι αρκετοί ψηφοφόροι του αποδίδουν ότι δεν μπόρεσε να πάρει όλα τα μέτρα που θα μπορούσε για να περιορίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας. Μάλιστα, οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι εάν είχε πάρει και περισσότερα μέτρα προστασίας ο ίδιος είναι πιθανό να μην είχε κολλήσει και αρρωστήσει. Σε μια έρευνα της κοινής γνώμης το 63% των ερωτηθέντων (συμπεριλαμβανομένων και αρκετών ρεπουμπλικάνων) υποστήριξε ότι ο Τραμπ δεν πήρε αρκετά μέτρα προφύλαξης.
Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι με τη βιασύνη του να δείξει ότι μπορεί να επιστρέψει στο Λευκό Οίκο και στην προεκλογική εκστρατεία, αλλά και τον τρόπο που χρησιμοποίησε την προσωπική του εμπειρία με την ασθένεια για να υποβαθμίσει τη σημασία της, ίσως και να επέτεινε την εκτίμηση αρκετών ψηφοφόρων ότι δεν έχει συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος με την πανδημία.
Και αυτό αποκτά μια επιπλέον σημασία, καθώς φαίνεται ότι παρά την επιθυμία του Τραμπ να μετατοπίσει τη συζήτηση πέραν από τα ζητήματα που αφορούν τη διαχείριση της πανδημίας, εντούτοις φαίνεται ότι αυτή θα παραμείνει ένα κυρίαρχο θέμα συζήτησης με την Αμερική να αντιμετωπίζει ένα ενεργό δεύτερο κύμα.
Βέβαια, την ίδια στιγμή σε άλλα κομμάτια της βάση των Ρεπουμπλικάνων, που ούτως ή άλλως αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό το όλο κλίμα ανησυχίας για την πανδημία, η ασθένεια και ανάρρωση του Τραμπ θεωρήθηκαν επιβεβαίωση της πεποίθησής τους ότι έχει υπερδιογκωθεί το όλο θέμα με την πανδημία.
Το debate που δεν τον βοήθησε
Όλα δείχνουν επίσης ότι ο Τραμπ δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί το πρώτο debate. Και αυτό γιατί επέλεξε κυρίως να επιτεθεί στον αντίπαλό του, σε μια προσπάθεια να διαμορφώσει εικόνα πόλωσης, χωρίς να λάβει υπόψη του ότι δεν είναι πια ο υποψήφιος «εκτός πλαισίου», αλλά ο ένοικος του Λευκού Οίκου που πρέπει να παρουσιάσει απολογισμό του έργου του.
Βέβαια, σε αυτό μέτρησε και το γεγονός ότι το βασικό στοιχείο στο οποίο είχε επενδύσει αρχικά ο Τραμπ, δηλαδή να πάει στις εκλογές με βασικό προεκλογικό επιχείρημα τις θετικές επιδόσεις της αμερικανικής οικονομίας, είχε ακυρωθεί από τη μεγάλη οικονομική κρίση που ακολούθησε τα περιοριστικά μέτρα κατά της πανδημίας.
Οι Ρεπουμπλικάνοι κρατούν αποστάσεις από τον Τραμπ
Με τον Ντόναλντ Τραμπ να μην δείχνει να ανατρέπει τα αρνητικά προγνωστικά, σε μερίδα των στελεχών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος αρχίζουν και εμφανίζονται αντανακλαστικά αυτοσυντήρησης. Οι γερουσιαστές που δίνουν μάχη για επανεκλογή δεν θέλουν να τη διακινδυνεύσουν ταυτιζόμενοι με έναν πρόεδρο που θα δείχνει να υποχωρεί σε δημοφιλία και κυρίως δίνουν τη μάχη της ατομικής τους επανεκλογής.
Μάλιστα, η απόσταση θα ήταν ακόμη πιο εμφανής εάν δεν υπήρχε το βασικό στοιχείο που σήμερα λειτουργεί ενοποιητικά για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που είναι η διαδικασία εκλογής της Δικαστού Μπάρετ στο Ανώτατο Δικαστήριο, μια υποψήφιας που επικυρώνει μια σαφή συντηρητική πλειοψηφία σε αυτό το τόσο κρίσιμο δικαστήριο, με τη διαδικασία επικύρωσης της τοποθέτησής της από τη Γερουσία να είναι μια ευκαιρία για συνολική πολιτική αντιπαράθεση των δύο κομμάτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Τραμπ στην προσπάθειά του να περάσει από το Κογκρέσο ένα νέο γενναιόδωρο πακέτο μέτρων οικονομικής ενίσχυσης για να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση, ένα πακέτο που προφανώς είναι κρίσιμο και για την προεκλογική του εκστρατεία, δεν συναντά εμπόδια τόσο από τους Δημοκρατικούς, όσο από τους Ρεπουμπλικάνους που είναι παραδοσιακά κατά των μεγάλων πακέτων κρατικής οικονομικής παρέμβασης.