Μετά την επιστολή στον Επίτροπο Διεύρυνσης Oliver Varhelyi για αναστολή της τελωνειακής ένωσης ΕΕ – Τουρκίας, ο ΥΠΕΞ Νίκος Δένδιας προχώρησε σε νέο «διπλωματικό χτύπημα» προς την απέναντι πλευρά, ζητώντας εμπάργκο όπων από Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία.
Με επιστολές στους ΥΠΕΞ Γερμανίας, Ισπανίας και Ιταλίας η Αθήνα θέτει τους Ευρωπαίους εταίρους προ των ευθυνών τους και τους ζητά να ανασταλεί η αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Τουρκία.
Ειδικά στην επιστολή του προς τον Γερμανό ομόλογό του, ο Έλληνας υπουργός ζητάει να μην δοθούν οι άδειες για την εξαγωγή συγκεκριμένου στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία, όπως υποβρύχια, φρεγάτες, αεροσκάφη και αναβάθμιση τεθωρακισμένων.
Οι επιστολές σε Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε επιστολές προς στους ομολόγους του της Γερμανίας Heiko Maas, της Ισπανίας Arancha Gonzalez-Laya και της Ιταλίας Luigi Di Maio, επισημαίνει τις πρόσφατες προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας, οι οποίες, όπως υπογραμμίζει, αποσκοπούν στη δημιουργία τετελεσμένων με στρατιωτικά μέσα.
Στο πλαίσιο αυτό ο Υπουργός Εξωτερικών υπενθυμίζει την σχετική παρέμβαση του Πρωθυπουργού στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με την υποχρέωση των Κρατών Μελών της ΕΕ, όπως αυτή προκύπτει από Κοινή Θέση της, να αναστείλουν τις εξαγωγές στρατιωτικού εξοπλισμού προς τρίτες χώρες, οι οποίες χρησιμοποιούν τον εξοπλισμό αυτό για επιθετικές ενέργειες ή την περιφερειακή αποσταθεροποίηση, όπως ακριβώς πράττει η Τουρκία.
Ειδικά στην επιστολή του προς τον Γερμανό ομόλογό του, ο Έλληνας Υπουργός ζητάει να μην δοθούν οι άδειες για την εξαγωγή συγκεκριμένου στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία, όπως υποβρύχια, φρεγάτες, αεροσκάφη και αναβάθμιση τεθωρακισμένων.
Τι είχε πει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στους Ευρωπαίους ηγέτες για εμπάργκο όπλο
Τον Δεκέμβριο, ως καταληκτική ημερομηνία για κυρώσεις στην Τουρκία, εάν δεν αλλάξει στάση, έθεσε ως χρονοδιάγραμμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε αμέσως μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής, η οποία ουσιαστικά επαναβεβαίωσε τα συμπεράσματα που είχαν ήδη ληφθεί στις 2 Οκτωβρίου 2020, εκφράζοντας την αποδοκιμασία της στις τουρκικές προκλήσεις.
Ο πρωθυπουργός υποστήριξε πως «η καλύτερη έκφραση αλληλεγγύης που μπορεί να υπάρξει είναι κάποιες χώρες να μην επιτρέπουν την πώληση όπλων στην Τουρκία, όπλα που ενδεχομένως θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κατά της κυριαρχίας κράτους-μέλους. Εθιξα το ζήτημα και η θέση μου έγινε απολύτως κατανοητή», είπε.
Συνεχίζοντας δε, πρόσθεσε πως «θύμισα επίσης ότι άλλες χώρες, που δεν ανήκουν στην ευρωπαϊκή οικογένεια, οι ΗΠΑ, πήραν την απόφαση να μην πουλήσουν αεροσκάφη πέμπτης γενιάς F-35 στην Τουρκία, γιατί η Τουρκία αγόρασε ένα οπλικό σύστημα από τη Ρωσία το οποίο θεωρούν οι ΗΠΑ ότι αποτελεί απειλή για το ΝΑΤΟ».
Η Αθήνα ζητά και αναστολή της τελωνειακής ένωσης ΕΕ – Τουρκίας
Νωρίτερα, η Αθήνα ζήτησε την αναστολή της τελωνειακής ένωσης Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει άμεσα την υιοθέτηση περαιτέρω μέτρων. Υπογράμμισε επίσης ότι ως μήνυμα αποδοκιμασίας για την κατά συρροή παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο συνολικής αναστολής της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, τόνισε στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ ότι την περασμένη Παρασκευή σε τηλεδιάσκεψή του με τον επίτροπο Βαρελί, μετέφερε το αίτημα της ελληνικής πλευράς για αναστολή της λειτουργίας της επιτροπής παρακολούθησης της τελωνειακής ένωσης ΕΕ – Τουρκίας.
Ο κ. Βαρβιτσιώτης τόνισε ότι μετά από συντονισμένες ενέργειες, ο Επίτροπος δήλωσε ότι θα αποστείλει προς την τουρκική πλευρά όλα τα σημεία που θεωρεί η Κομισιόν ότι παραβιάζει η Άγκυρα στην τελωνειακή ένωση και δέχθηκε την αναστολή της λειτουργίας της σχετικής επιτροπής παρακολούθησης.
Σχετικά με το ενδεχόμενο συνολικής αναστολής της τελωνειακής ένωσης Τουρκίας – ΕΕ τόνισε ότι δεν μπορεί να πει περισσότερα για το θέμα.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, τόνισε ότι η απειλή κυρώσεων είναι πολλές φορές πιο αποτελεσματική από την ίδια την επιβολή τους και πως αυτό που δεν έχει ακόμη καταφέρει η ελληνική πλευρά είναι να υπάρχει ομοφωνία στο πλαίσιο των επαπειλούμενων κυρώσεων.