Είναι γνωστοί οι κίνδυνοι που εγκυμονούν τα ψευδώς αρνητικά τεστ κοροναϊού. Ένας φορέας με ή χωρίς συμπτώματα ενδέχεται να καταλήξει να κυκλοφορεί κανονικά εντός της κοινότητας, μεταδίδοντας τον ιό σε δεκάδες – αν όχι εκατοντάδες – άλλους και δημιουργώντας νέες συρροές.
Όμως και τα ψευδώς θετικά τεστ δεν είναι αθώα. Εκτός από την ταλαιπωρία που μπορεί να προκαλέσουν στα άτομα που λαμβάνουν λάθος διάγνωση κοροναϊού, είναι ικανά να οδηγήσουν επίσης σε περαιτέρω εξάπλωση του φονικού ιού στην κοινότητα, και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις στους πλέον ευάλωτους πληθυσμούς.
Ένα σπάνιο αλλά επικίνδυνο φαινόμενο
Τα ίδια τα τεστ είναι γενικώς πολύ σπάνιο να δίνουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Ωστόσο, όπως και κάθε άλλη εξέταση, συχνά μαστίζονται από τα ανθρώπινα λάθη, τη διασταυρούμενη μόλυνση και τα τεχνικά προβλήματα, με αποτέλεσμα σε ορισμένες περιπτώσεις να φέρνουν λανθασμένες διαγνώσεις.
Ορισμένα rapid τεστ, που δεν χρησιμοποιούν περίπλοκο εργαστηριακό εξοπλισμό και δίνουν αποτελέσματα σε λιγότερο από μία ώρα, έχουν επικριθεί για υψηλό αριθμό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων, ιδιαιτέρως σε ασυμπτωματικά άτομα. Ακόμη, όμως και τα εργαστηριακά τεστ, που χρησιμοποιούν την πολύ αξιόπιστη τεχνική της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR) έχουν δώσει κατά καιρούς ψευδώς θετικά αποτελέσματα, αναφέρουν οι Times της Νέας Υόρκης.
Ιδιαιτέρως σε μέρη όπου η διασπορά του κοροναϊού είναι περιορισμένη, τα ψευδώς θετικά τεστ μπορούν να προκαλέσουν τεράστια προβλήματα.
Αχρείαστη απομόνωση
Το ελάχιστο χρονικό διάστημα που καλούνται να μείνουν σε καραντίνα οι ασθενείς κοροναϊού, είναι δέκα ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων (αν αυτά παρουσιαστούν καν).
Εκτός της κοινωνικής απομόνωσης και των επιπτώσεών της στην ψυχολογία, αυτό μπορεί να απειλήσει ακόμη και τον βιοπορισμό των ατόμων που δεν μπορούν να εργαστούν από απόσταση, ιδιαιτέρως αν δεν έχουν σχέση εξαρτημένης εργασίας με τους εργοδότες τους.
Επιπλέον, στην περίπτωση που φροντίζουν παιδιά ή ηλικιωμένους, η ανάγκη να τηρήσουν αποστάσεις από αυτούς συνεπάγεται ένα δυνητικό επιπλέον κόστος, αλλά και το ενδεχόμενο μετάδοσης του κοροναϊού εξαιτίας της εισαγωγής ενός νέου ατόμου που θα αναλάβει τα καθήκοντά τους.
Τέλος, σε περιπτώσεις εγκαταστάσεων με περιορισμένες δυνατότητες, η τοποθέτηση ενός ατόμου σε αχρείαστη απομόνωση, συνεπάγεται την χρήση εξοπλισμού, ιατρικής φροντίδας και επαναληπτικών τεστ που θα μπορούσαν να διατεθούν σε κάποιον που τα χρειάζεται περισσότερο.
Νέες συρροές
Υπό συγκεκριμένες συνθήκες, όπως σε περιπτώσεις φυλακών, νοσοκομείων, οίκων ευγηρίας ή προσφυγικών camp, ένα ψευδώς θετικό τεστ μπορεί να πυροδοτήσει νέες συρροές.
Σε τέτοιου είδους εγκαταστάσεις, συνήθως οι φορείς κοροναϊού απομονώνονται όλοι μαζί σε ειδικά προσαρμοσμένους χώρους, για να προστατευτεί ο υπόλοιπος πληθυσμός, απουσία χώρων όπου θα μπορούσαν να απομονωθούν ο καθένας ξεχωριστά.
Καθώς μιλάμε για γενικώς ευπαθείς πληθυσμούς, που χαρακτηρίζονται από περισσότερες συννοσηρότητες, στο χειρότερο σενάριο η αναγκαστική απομόνωση εξαιτίας ενός ψευδούς θετικού τεστ συνεπάγεται την καταδίκη του ατόμου σε θάνατο.
Σύμφωνα με τους Times, στις αρχές Οκτωβρίου, οίκοι ευγηρίας στη Νεβάδα έλαβαν την εντολή να σταματήσουν τη χρήση δύο rapid τεστ μέχρι νεοτέρας, εξαιτίας ανησυχιών για την ακρίβειά τους. Αιτία ήταν η αποκάλυψη μιας σειράς από ψευδή θετικά αποτελέσματα, που αύξαναν τον κίνδυνο για την τοποθέτηση υγιών ατόμων μαζί με φορείς, επιτρέποντας στον κοροναϊό να εξαπλωθεί. Αυτό «θα μπορούσε να οδηγήσει στην πρόκληση ασθένειας σε έναν πληθυσμό που έχουμε προσπαθήσει πολύ σκληρά να προστατεύσουμε», έγραψαν οι υπεύθυνοι.
Ελλιπής ή ακατάλληλη θεραπεία
Αν ένας ασθενής με γρίπη διαγνωσθεί με κοροναϊό, χάνει την ευκαιρία να λάβει τα φάρμακα που θα μπορούσαν να τον ανακουφίσουν, ενώ παράλληλα κινδυνεύει να του χορηγηθούν βαριά και ακριβά φάρμακα που δεν θα βοηθήσουν στην ανάρρωσή του.
Ψευδαίσθηση ασφάλειας
Αν και προς το παρόν δεν έχει διαπιστωθεί ο βαθμός και η διάρκεια της ανοσίας που παρέχει η φυσική λοίμωξη κοροναϊού, μέχρι στιγμής φαίνεται πως μπορεί να λειτουργήσει ως ασπίδα απέναντι στον ιό για κάποιο διάστημα μετά την ανάρρωση.
Για παράδειγμα τα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών αναφέρουν ότι οι πιθανότητες δεύτερης λοίμωξης κοροναϊού κατά τις πρώτες 90 ημέρες μετά την ανάρρωση, είναι χαμηλές.
Η οδηγία μπορεί να είναι χρήσιμη για τους ιαθέντες, όμως εκείνοι που έχουν λάβει ψευδώς θετική διάγνωση μπορεί να έχουν την ψευδαίσθηση ότι είναι πλέον άτρωτοι από τον ιό, με αποτέλεσμα να φανούν απρόσεκτοι.