Οι επικεφαλής των τριών μεγαλύτερων επιχειρήσεων κοινωνικής δικτύωσης –Google, Facebook και Twitter- κλήθηκαν για εξηγήσεις στο Κογκρέσο σχετικά με τις πολιτικές τους στον έλεγχο του ακατάλληλου περιεχομένου, στο πλαίσιο της συζήτησης για την κατάργηση της νομοθεσίας που απαλλάσσει τις εταιρείες από την ευθύνη για όσα αναρτούν οι χρήστες τους.
Ο Σούνταρ Πίτσαϊ της Google και ο Τζακ Ντόρσεϊ της Twitter υπεραμύνθηκαν του λεγόμενου Άρθρου 230, το οποίο διαχωρίζει τις εταιρείες τεχνολογίας από τους εκδότες συμβατικών μέσων και τους απαλλάσσει νομικά από ευθύνες για παραπλανητικό ή άλλο ακατάλληλο περιεχόμενο.
Αντίθετα ο Ζούκερμπεργκ, ο οποίος άργησε να συνδεθεί στην τηλεδιάσκεψη λόγω τεχνικού προβλήματος και προκάλεσε την ολιγόλεπτη διακοπή της, συμφώνησε με τους γερουσιαστές ότι το Άρθρο 230 χρήζει αναθεώρησης.
Τυχόν αναθεώρηση εκτιμάται ότι θα απέδιδε στις υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης ένα μέρος των ευθυνών που φέρουν σήμερα οι εκδότες συμβατικών μέσων για το περιεχόμενό τους.
Κόντρα Τραμπ – Twitter
Ο Τραμπ είχε απειλήσει να καταργήσει το επίμαχο άρθρο όταν το Twitter λογόκρινε μια ανάρτησή του για τις εξεγέρσεις που ακολούθησαν τον θάνατο του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ, στην οποία ο αμερικανός πρόεδρος έγραφε πως «όταν αρχίσουν οι λεηλατήσεις θα αρχίσει και το πιστολίδι».
Ο Τραμπ και μέρος των Συντηρητικών πολιτικών κατηγορούν τα κοινωνικά δίκτυα ότι μεροληπτούν υπέρ των Δημοκρατικών, ενώ από την πλευρά τους οι Δημοκρατικοί καταγγέλλουν εκστρατείες παραπληροφόρησης από ακροδεξιές ομάδες που στηρίζουν τον Τραμπ.
Στο στόχαστρο των Συντηρητικών γερουσιαστών βρέθηκε ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του Twitter Τζακ Ντόρσεϊ, ο οποίος ρωτήθηκε μεταξύ άλλων γιατί το Twitter προειδοποίησε τους χρήστες για παραπλανητική ανάρτηση όταν ο αμερικανός πρέοδρος αμφισβήτησε την ασφάλεια της επιστολικής ψήφου, ενώ αντίθετα δεν λογόκρινε τις απειλές του ιρανού Αγιατολάχ Χαμενεΐ για χρήση βίας κατά του Ισραήλ.
Ο επικεφαλής του Twitter απάντησε ότι οι αναρτήσεις της Τεχεράνης θεωρήθηκαν επίδειξη δύναμης και προσπάθεια εκφοβισμού, κάτι που δεν απαγορεύεται από τις σημερινές πολιτικές της εταιρείας.
Οι ερωτήσεις συνεχίστηκαν όμως σε πιο επιθετικό τόνο από τον ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Τεντ Κρουζ, ο οποίος «ανέκρινε» τον Ντόρσεΐ για την κίνηση του Twitter να περιορίσει τις αναρτήσεις σχετικά με άρθρο της New York Post το οποίο κατηγορούσε ψευδώς την οικογένεια Μπάιντεν για χρηματοδότηση από το εξωτερικό.
«Η New York Post δεν είναι κάποιος τυχαίος χρήστης που τουιτάρει» είπε ο συντηρητικός γερουσιαστής. Εσάς ποιος σας εξέλεξε και ποιος σας κατέστησε αρμόδιους για το τι επιτρέπεται να αναφέρουν τα μέσα και τι επιτρέπεται να ακούσει ο αμερικανικός λαός» ρώτησε.
Ο Ντόρσεϊ, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι το Άρθρο 230 «αποτελεί το σημαντικότερο νομοθέτημα για την προστασία της ελευθερίας του λόγου στο Διαδίκτυο» και ότι η κατάργης΄γ του θα «αφαιρέσει απόψεις από το Διαδίκτυο».
Στο ίδιο μήκος κύματος ήρθαν και οι απαντήσεις του Σούνταρ Πίτσαϊ, διευθύνοντος συμβούλου της Google: «Η ικανότητά μας να παρέχουμε πρόσβαση σε ένα μεγάλο εύρος πληροφοριών είναι δυνατή μόνο λόγω των υφιστάμενων νομοθετημάτων όπως το Άρθρο 230» είπε.
«Οι ΗΠΑ υιοθέτησαν το Άρθρο 230 νωρίς στην ιστορία του Διαδικτύου. Έχει θεμελιώδη σημασία για την ηγεσία μας [την ηγεσία των ΗΠΑ] στον κλάδο της τεχνολογίας» υποστήριξε.
Αποστάσεις από Ζούκερμπεργκ
Διαφορετική στάση κράτησε ωστόσο ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, ο οποίος βρίσκεται στο στόχαστρο μετά την αποκάλυψη ότι η Ρωσία χρησιμοποίησε το Facebook σε εκστρατεία παραπληροφόρησης υπέρ του Τραμπ στις εκλογές του 2016. Ο Ζούκερμπεργκ αναγνώρισε πως το Άρθρο 230 ενθάρρυνε την ελευθερία της έκφρασης «και βοήθησε στη δημιουργία του Διαδικτύου όπως το γνωρίζουμε«.
Υποστήριξε όμως ότι «το Διαδίκτυο έχει έκτοτε εξελιχθεί. Και πιστεύω πως το Κογκρέσο θα πρέπει να επικαιροποιήσει τη νομοθεσία ώστε να λειτουργεί προς τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε.
Από την πλευρά τους, ορισμένοι Δημοκρατικοί γερουσιαστές κατήγγειλαν ότι η απόφαση να κληθούν για ακρόαση τα αφεντικά της υψηλής τεχνολογίας ήρθε επίτηδες λίγες μέρες πριν από τις εκλογές προκειμένου να «εκφοβιστούν» τα κοινωνικά δίκτυα και να στηρίξουν περισσότερο την υποψηφιότητα Τραμπ.
«Ζητώ την αναθεώρηση του Άρθρου 230 εδώ και 15 χρόνια» είπε ο Δημοκρατικός Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ, αναφερόμενος στη θητεία του ως πολιτειακός γενικός εισαγγελέας.
«Ειλικρινά όμως είμαι σοκαρισμένος από το γεγονός ότι οι Ρεπουμπλικανοί συνάδελφοί μου συγκάλεσαν αυτή την ακρόαση μόλις λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, θέλοντας προφανώς να εκφοβίσουν τις πλατφόρμες και να τους φέρουν πιο κοντά στη συμπεριφορά του προέδρου Τραμπ» δήλωσε.