Σε όλη την Ευρώπη η ίδια εικόνα: τα επιβεβαιωμένα κρούσματα COVID-19 αυξάνονται διαρκώς, τα συστήματα υγείας δείχνουν τα πρώτα σημάδια πίεσης και οι κυβερνήσεις καταφεύγουν σε νέο γύρο περιοριστικών μέτρων, που μπορεί να μην έχουν τη μορφή τυπικού lockdown, όμως πλησιάζουν αρκετά σε αυτό.
Η ανησυχία μεγαλώνει γιατί παρότι διάφορα μέτρα, όπως η υποχρεωτική χρήση μάσκας εφαρμόζονται από καιρό, τα κρούσματα συνεχίζουν να αυξάνουν, με τη συζήτηση να στρέφεται προς το τι συμβαίνει σε χώρους εστίασης και ψυχαγωγίας. Δεν είναι τυχαίο ότι σε άλλες χώρες μπαίνουν πια ως ορόσημο για την έξοδο από τους περιορισμούς τα Χριστούγεννα, ενώ σε άλλες ήδη διαμορφώνεται επικοινωνιακό κλίμα ότι αυτή τη φορά θα πρέπει να ξεχάσουμε τα Χριστούγεννα.
Και η ανησυχία μεγαλώνει, καθώς στην αγωνία για το εάν θα υπάρξει και πάλι ένα κύμα μεγάλης υπερβάλλουσας θνητότητας, όπως αυτή που καταγράφηκε την άνοιξη, προστίθεται και η αυξανόμενη ανησυχία για ακόμη μεγαλύτερη ύφεση, με όλα τα κοινωνικά αποτελέσματα που αυτή μπορεί να έχει.
Η ανακοίνωση του lockdown χθες στη Γαλλία από τον Ε. Μακρόν δείχνει τι πρόκειται να συμβεί τις επόμενες εβδομάδες στην Ευρώπη.
Η δυναμική της πανδημίας
Στην πραγματικότητα η πανδημία ακολουθεί στην Ευρώπη ένα περίγραμμα στο οποίο αρκετοί είχαν παραπέμψει εξαρχής. Ξεκίνησε με ένα μεγάλο πρώτο κύμα, το οποίο στηρίχτηκε στη διασπορά στην κοινότητα που είχε προηγηθεί πριν επιβληθούν τα lockdown της άνοιξης, στη μεγάλη διασπορά εντός νοσοκομείων, στην τραγωδία των γηροκομείων και στη διαρκή έκθεση των «ουσιωδών εργαζομένων». Αυτό το πρώτο κύμα υποχώρησε υπό το βάρος του μεγάλου περιορισμού των συναναστροφών και της κινητικότητας και στη συνέχεια σταδιακά άρχισε ένας νέος κύκλος διασποράς. Αυτός δεν ήταν πολύ μεγάλος στην αρχή – άλλωστε ήταν καλοκαίρι – όμως σταδιακά άρχισε να επεκτείνεται, ιδίως από τη στιγμή που οι περισσότερες χώρες επέστρεψαν σε πιο κανονικούς ρυθμούς και «άνοιξαν», έστω και με μεγαλύτερη έμφαση σε περιοριστικά μέτρα όπως η υποχρεωτική χρήση μάσκας σε κλειστούς χώρους, στα ΜΜΜ και σε χώρους συνωστισμού. Η επιστροφή των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών σε ένα «χειμωνιάτικο» τρόπο ζωής τις τελευταίες εβδομάδας, δηλαδή περισσότερη καταφυγή σε κλειστούς χώρους ενίσχυσε αυτή τη δυναμική.
Ταυτόχρονα, η πολύ μεγαλύτερη διαθεσιμότητα των τεστ και τα μεγάλα κύματα ελέγχων που διαρκώς γίνονται έχουν οδηγήσει σε πολύ μεγαλύτερο εντοπισμό θετικών κρουσμάτων, συμπεριλαμβανομένων και πολλών ανθρώπων που ήταν ασυμπτωματικοί.
Η ίδια η θνησιμότητα από COVID-19 δείχνει να μην κινείται στα ίδια επίπεδα σε σχέση με την άνοιξη. Ούτως ή άλλως σταδιακά οι στατιστικές δυναμικές συγκλίνουν σε μια εκτίμηση ότι ο τελικό ποσοστό των θανάτων επί του συνόλου των κρουσμάτων θα κινηθεί σχετικά χαμηλά, πιθανώς και κάτω από το 0,3% , όμως ακόμη και έτσι σε πολύ μεγάλα ποσοστά μόλυνσης του πληθυσμού αυτό σημαίνει σημαντικό αριθμό θυμάτων.
Η σχετική υποχώρηση της θνησιμότητας οφείλεται σε διάφορες παραμέτρους. Μία είναι ότι έχουν ληφθεί καλύτερα μέτρα σε ορισμένες χώρες ως προς τα γηροκομεία και άλλες ανάλογες δομές φιλοξενίας ηλικιωμένων. Μια άλλη είναι ότι έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα πρωτόκολλα αντιμετώπισης των σοβαρών περιστατικών και αυτό σώζει αρκετές ζωές, από την πιο προσεκτική εκτίμηση της ανάγκης δια διασωλήνωση (σε αρκετές περιπτώσεις προκρίνεται η απλή οξυγονοθεραπεία), μέχρι τη γνώση για το ποια σκευάσματα είναι πιο αποτελεσματικά.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει μειωθεί η πίεση στα συστήματα υγείας. Αυτό αφορά τόσο τη σταδιακή αύξηση των νοσηλευομένων σε ΜΕΘ – έστω και εάν δεν έχουν φτάσει στα επίπεδα της άνοιξης – αλλά και των συνολικά νοσηλευομένων με COVID-19, με δεδομένο ότι πια αποφεύγεται η κατάσταση της άνοιξης όπου οι άνθρωποι έφταναν στα νοσοκομεία μόνο όταν η διασωλήνωση ήταν η μόνη λύση.
Ο χρόνος που δεν αξιοποιήθηκε
Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης την περασμένη άνοιξη είχε κυριαρχήσει η ρητορική περί της ανάγκης να κερδηθεί χρόνος. Χρόνος για να ενισχυθούν τα συστήματα υγείας, αλλά και χρόνος για να αναζητηθούν θεραπείες αλλά και να προχωρήσουν οι έρευνες και δοκιμές για το εμβόλιο.
Ωστόσο, στην πραγματικότητα φαίνεται ότι μικρά βήματα έγιναν. Οι περισσότερες χώρες εκτίμησαν ότι η σχετική υποχώρηση της δυναμικής της πανδημίας το καλοκαίρι, παρά την επανεκκίνηση και του τουρισμού, σήμαινε ότι τυχόν επόμενο «κύμα» θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την υπάρχουσα υποδομή των συστημάτων υγείας.
Για παράδειγμα στη Γαλλία σταδιακά ξεχάστηκαν οι υποσχέσεις για 12.000 κλίνες ΜΕΘ το Σεπτέμβρη, μια που αυτό θα απαιτούσε χιλιάδες διορισμούς νοσηλευτών και ιατρών για να τις στελεχώσουν.
Ούτε στηρίχτηκαν στην αναγκαία κλίμα οι δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας, παρότι αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Αντίστοιχα, παρότι έγιναν βήματα βελτίωσης της κατάστασης στα γηροκομεία και άλλες δομές φιλοξενίας ηλικιωμένων, υπάρχουν εμφανή κενά στα μέτρα, εάν κρίνουμε από το ότι σε χώρες όπως η Γαλλία καταγράφονται ήδη αυξημένοι αριθμοί θανάτων.
Ούτε έγιναν επιπλέον σχεδιασμοί για στοχευμένα μέτρα, για προστασία ευπαθών, για ασφαλέστερες πρακτικές. Πέραν την μετατόπισης ως προς την καθολική χρήση μάσκας, το ρεπερτόριο των μέτρων δημόσιας υγείας παρέμεινε αυτό της άνοιξης.
Η απουσία στοχευμένων μέτρων
Οι ευρωπαϊκές χώρες όπως και την άνοιξη έχουν επικεντρώσει στα «οριζόντια» μέτρα, από την υποχρεωτική χρήση μάσκας, μέχρι τις διάφορες παραλλαγές απαγόρευσης της νυχτερινής κυκλοφορίας και τον περιορισμό του ωραρίου της εστίασης.
Η ελπίδα είναι ότι όλα αυτά θα μπορέσουν να περιορίσουν τη γενική διασπορά, να μειώσουν τα ημερήσια κρούσματα και αυτό να μεταφραστεί σε αναλογική μείωση των σοβαρών περιστατικών και μολύνσεων ηλικιωμένων. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλη την Ευρώπη υπάρχει η συζήτηση για περιορισμό της κυκλοφορίας ώστε να περιοριστεί η διασπορά στους νέους και αυτοί να μην μεταδώσουν τον ιό στους ηλικιωμένους.
Την ίδια στιγμή οι κυβερνήσεις έχουν αποφύγει να πάνε σε τυπικό λοκντάουν, δηλαδή σε υποχρεωτική παραμονή σε σπίτι και σε καθολικό κλείσιμο της εστίασης (πλην διανομής κατ’ οίκον) και του λιανεμπορίου (πλην σούπερ μάρκετ, φαρμακείων και λοιπών ουσιωδών), για να αποφύγουν την ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και τις κοινωνικές της επιπτώσεις.
Αυτό, όμως, που έχει λείψει είναι τα στοχευμένα μέτρα. Δηλαδή, τα μέτρα εκείνα που κυρίως θα επικέντρωναν στην αποτελεσματικότερη προστασία των ηλικιωμένων και άλλων ευπαθών. Δηλαδή, δεν είναι σαφές ότι παντού έχουν εφαρμοστεί πολύ αυστηρά πρωτόκολλα στα γηροκομεία, ενώ απουσιάζει και η συστηματική προσπάθεια να δοθούν οδηγίες για το πώς μπορεί να οργανωθεί η ζωή ώστε να προστατεύονται αποτελεσματικότερα οι ευπαθείς.
Η απουσία λήψης μέτρων για την ενίσχυση των συστημάτων υγείας σε συνδυασμό με τα κενά στα στοχευμένα μέτρα για τους ευπαθείς, διαμορφώνει το πεδίο ενός κινδύνου να μην υπάρξει μόνο η αναμενόμενη αύξηση των κρουσμάτων, αλλά αυτή να οδηγήσει και σε μεγάλη πίεση στα συστήματα υγείας αλλά προοπτικά σε αυξημένα θύματα.
Για να το πούμε διαφορετικά οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να εγγυηθούν σήμερα ότι θα μπορέσουν να έχουν μια επιδημιολογική εικόνα όπου η αύξηση των κρουσμάτων δεν θα συνοδεύεται από ανάλογη αύξηση των σοβαρών περιστατικών και των θανάτων (μια εικόνα που ορισμένες χώρες δείχνουν προς το παρόν να επιτυγχάνουν, όπως π.χ. η Σουηδία που μετά την τραγωδία των γηροκομείων ενώ έχει πολλά κρούσματα έχει χαμηλή θνησιμότητα).
Ο φόβος, η κόπωση και οι αντιδράσεις
Το νέο κύμα της πανδημίας προκαλεί ανάμεικτες αντιδράσεις στις κοινωνίες. Οι κυβερνήσεις κλιμακώνουν τα μέτρα και τους περιορισμούς, όμως δεν έχουμε πια την ομόθυμη αντίδραση των κοινωνιών και τη συμμόρφωσή τους στα μέτρα που είδαμε την άνοιξη. Υπάρχει φόβος, αλλά εμφανίζεται και κόπωση – φαινόμενο που παρατηρείται όταν μια συνθήκη κινδύνου «κανονικοποιείται», όπως υπάρχει και αντίδραση στο κοινωνικό κόστος κάτι που φαίνεται σε κινητοποιήσεις που ξεσπούν (και που δεν είναι όλες καθοδηγούμενες από την ακροδεξιά).
Το πώς θα εξελιχθούν οι αντιδράσεις των κοινωνιών είναι κάτι που θα φανεί το επόμενο διάστημα. Μπορεί ο φόβος και η ανησυχία να οδηγήσει σε μια αποδοχή των μέτρων, μπορεί όμως να έχουμε και αυξανόμενη δυσπιστία που θα τροφοδοτείται από τη διάχυτη αίσθηση ότι οι κυβερνήσεις ούτε σχέδιο έχουν, ούτε εκμεταλλεύτηκαν αποτελεσματικά τον όποιο χρόνο κέρδισαν την άνοιξη.