Πολύ περισσότερο αστεία και από τη γελοιογραφία του «Charlie Hebdo» για τον Ερντογάν (τον δείχνει να σηκώνει το φόρεμα μιας μουσουλμάνας και να αναφωνεί: «Ω! Ο προφήτης!») ήταν η αντίδραση του τούρκου προέδρου. «Η λύπη και η οργή μου», είπε, «δεν είναι για την αισχρή επίθεση προς το πρόσωπό μου, αλλά γιατί το ίδιο μέσο είναι η πηγή της ασέβειας προς τον προφήτη μας, που τοποθετούμε πάνω από τη ζωή μας. Είναι δείγμα ότι πλέον η Ευρώπη επιστρέφει στην εποχή της βαρβαρότητας».
Βαρβαρότητα, λοιπόν, σύμφωνα με τον Ερντογάν, είναι η άσκηση του θεμελιώδους – για εμάς στη Δύση τουλάχιστον – δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου. Τον αποκεφαλισμό, όμως, εκείνων που προσβάλλουν το θρήσκευμά του προφανώς δεν τον θεωρεί βαρβαρότητα, αφού δεν καταδικάζει την πράξη με τους ίδιους όρους. Περιττό να του θυμίσει κάποιος τον Διαφωτισμό: ούτε έχει ακούσει, ούτε τον απασχολεί.
Ο Ερντογάν ανήκει σε έναν διαφορετικό κόσμο. Δεν μπορεί να καταλάβει ότι στον πολιτισμό της Δύσης κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μην προσβάλλεται (η φράση αποδίδεται στον Τζον Κλιζ των Μόντι Πάιθον). Δεν μπορεί να υπάρχει τέτοιο δικαίωμα, διότι αν υπήρχε θα ήταν αδύνατη η συζήτηση και η διακίνηση των ιδεών και μάλιστα σε εκείνα ακριβώς τα ευαίσθητα θέματα, όπου η συνεννόηση είναι απαραίτητη. Η αντιπαράθεση απόψεων είναι απαραίτητη και η προσβολή είναι αναπόφευκτο στοιχείο της διαδικασίας. Αν ο καθένας μας ανάγει σε ταμπού ό,τι αισθάνεται ως προσβλητικό για τις πεποιθήσεις του, τι συζήτηση να κάνεις μαζί του;
Η προσβολή, όσο και αν προξενεί πόνο ή θυμό σε εκείνον που τη δέχεται, είναι το τίμημα της ελευθερίας του λόγου στον πολιτισμό μας. Στην κορύφωση της εκστρατείας για το Μπρέξιτ, οι «Times» δημοσίευσαν γελοιογραφία του Πίτερ Μπρουκς, στην οποία ο τότε πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον παρουσιαζόταν ως στρουθοκάμηλος που δεν χώνει το κεφάλι της στην άμμο, αλλά στον πισινό της. Ουδείς διαμαρτυρήθηκε, κιχ δεν ακούστηκε, έστω και αν αρκετοί θα βρήκαν το σκίτσο τολμηρό, χυδαίο ή προσβλητικό. Ούτε ξεσηκώθηκε ο κόσμος επειδή πρόσφατα ο γελοιογράφος της «Guardian» Στιβ Μπελ σχεδίασε την (πράγματι αντιπαθέστατη, δύστροπη και ανίκανη) υπουργό Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ σαν ταύρο, αγελάδα ή μοσχάρι – κάτι από όλα αυτά, τέλος πάντων, διότι οι ερμηνείες ποικίλλουν…
Βεβαίως, δεν λείπουν οι πεφωτισμένοι «ναιμεναλλάδες», που βρίσκουν την εύκολη λύση στο πρόβλημα με το «ναι μεν, αλλά», όπως ο ύπατος εκπρόσωπος της Συμμαχίας των Πολιτισμών των Ηνωμένων Εθνών (ομολογουμένως, δεν είχα ιδέα ότι υπάρχει τέτοιο πράγμα…), ονόματι Μιγκέλ Ανχελ Μορατίνος. Ο εν λόγω αξιωματούχος κάλεσε «σε αμοιβαίο σεβασμό όλων των θρησκειών και των πεποιθήσεων», διότι, όπως αναφέρει στην ανακοίνωσή του, παρακολουθεί «με βαθιά ανησυχία τις αυξανόμενες εντάσεις και τα κρούσματα μισαλλοδοξίας που προκάλεσε η δημοσίευση σατιρικών σκίτσων του προφήτη Μωάμεθ, τα οποία οι μουσουλμάνοι θεωρούν βλάσφημα και βαθιά προσβλητικά».
Θέση χαζοχαρούμενη, κατανοητή όμως από την πλευρά του ΟΗΕ, για τον οποίο προέχει η αποφυγή της σύγκρουσης. Είναι σαφές, έστω και αν δεν διατυπώνεται ρητά, ότι η μομφή του εκπροσώπου της Συμμαχίας των Πολιτισμών στρέφεται κατά του προέδρου Μακρόν για την άκαμπτη στάση του στο θέμα των σκίτσων του προφήτη. Θα προτιμούσε, με άλλα λόγια, να υποχωρήσει η ελευθερία του λόγου, προκειμένου να μη θίγονται όχι οι μουσουλμάνοι γενικώς, αλλά οι εξτρεμιστές μουσουλμάνοι.
Μετά την τρομοκρατική επίθεση στο «Charlie Hebdo», το 2015, ο καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στην Οξφόρδη Τίμοθι Γκάρτον Ας έκανε τη διαπίστωση ότι «από το βέτο του θορυβοποιού περάσαμε πια στο βέτο του δολοφόνου». Μέχρι την εμφάνιση, δηλαδή, του ριζοσπαστικού ισλαμισμού που σφάζει και αποκεφαλίζει, η απειλή εναντίον της ελευθερίας του λόγου προερχόταν από εκείνον που επιδιώκει να την εμποδίσει με τον εκφοβισμό του θορύβου. Μετά το 2015, η απειλή προέρχεται πια από δολοφόνους. Αξιοσημείωτο, λοιπόν, ο ΟΗΕ να αναγνωρίζει το βέτο του δολοφόνου…