Τελικά η ανάπτυξη στην ευρωζώνη ξεπέρασε τις προσδοκίες των οικονομολόγων. Τόσο το 12,1% ανάπτυξη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο που καταγράφηκε για τη σύνολη ΕΕ, όσο και το 12,7% για την ευρωζώνη, ήταν πάνω από τις προβλέψεις που είχαν γίνει για 9,6%.
Είναι μάλιστα και πιο εντυπωσιακή αναπτυξιακή στροφή από αυτή των ΗΠΑ, όπου το ΑΕΠ σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο αυξήθηκε κατά 7,4%.
Ωστόσο, η ανάκαμψη αυτή δεν έχει καλύψει την αθροιστική συρρίκνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας κατά τα δύο πρώτα τρίμηνα, δηλαδή την περίοδο του πρώτου κύματος και των μεγάλων περιοριστικών μέτρων. Και αυτό γιατίη ευρωζώνη υποχώρησε 3,7% στο πρώτο τρίμηνο και 11,8% στο δεύτερο τρίμηνο.
Γι’ αυτόν τον λόγο και σε ετήσια βάση (σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του περασμένου έτους) η οικονομία της ευρωζώνης καταγράφει ύφεση 4,3%.
Οι επιδόσεις κάθε χώρας
Εάν προσπαθήσουμε να δούμε τα τις επιδόσεις κάθε χώρας, θα δούμε ότι από τις χώρες που έχουν ανακοινώσει στοιχεία, την πιο εντυπωσιακή ανάκαμψη εμφανίζει η Γαλλία, με αύξηση 18,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η Ισπανία με αύξηση 16,7% και η Ιταλία με 16,1%, χώρες βέβαια που είχαν και τη μεγαλύτερη ύφεση στο δεύτερο τρίμηνο. Από τη μεριά της η Γερμανία κατέγραψε ανάκαμψη 8,2%.
Ωστόσο, ο διαφορετικός βαθμός στον οποίο είχαν πληγεί οι χώρες στο πρώτο και δεύτερο τρίμηνο, αποτυπώνεται και στην τωρινή τους κατάσταση. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ η Γαλλία βρίσκεται στο -4,3% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019, η Γερμανία στο -4,2%, η Ιταλία στο -4,7%, ενώ η Ισπανία βρίσκεται στο -8.7% και η Τσεχία με την Πορτογαλία στο -5,8%.
Όλα αυτά αποτυπώνουν την αύξηση της κατανάλωσης και την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, μετά το σταδιακό άνοιγμα των ευρωπαϊκών οικονομιών μετά τον Μάιο. Σε αυτό συνετέλεσαν και τα μέτρα των κυβερνήσεων για την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Ενδεικτικά, στη Γαλλία η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών ανέβηκε στο τρίτο τρίμηνο κατά 17,3%, παραμένοντας όμως 2,1% κάτω από την αντίστοιχη περσινή, ενώ η δημόσια κατανάλωση ανέκαμψε ακόμη περισσότερο ανεβαίνοντας 0,4% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Αντίστοιχα, η φαινομενική αντίφαση ανάμεσα στην εντυπωσιακή ανάκαμψη της Ισπανίας και το γεγονός ότι παραμένει στο -8,7% σε σχέση με πέρσι, αποτυπώνει την ειδική βαρύτητα του τουρισμού στην Ισπανική οικονομία και είναι ένας κλάδος που χτυπήθηκε και στο τρίτο τρίμηνο. Η Ιταλία μπορεί επίσης να έχει μεγάλη τουριστική βιομηχανία, όμως έχει και ισχυρή μεταποίηση και αυτό τη βοήθησε να έχει μια πιο ισχυρή ανάκαμψη.
Εκτιμήσεις για δεύτερο υφεσιακό κύμα
Το τρίτο τρίμηνο του 2020 συμπίπτει λίγο πολύ με την περίοδο όπου στην Ευρώπη δεν υπήρχαν μεγάλα περιοριστικά μέτρα και υπήρξε μια γενική κατεύθυνση για επανεκκίνηση της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης και μιας πιο σύντομης και αναιμικής τουριστικής περιόδου.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει την εικόνα οικονομικής ανάκαμψης. Όμως, η αρχή του τετάρτου τριμήνου συνέπεσε ουσιαστικά με το «δεύτερο κύμα» της πανδημίας. Αυτή τη στιγμή οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες προχωρούν σε ακόμη πιο περιοριστικά μέτρα. Παρότι αυτή τη φορά δεν επιλέγεται η γενικευμένη υποχρεωτική παραμονή στο σπίτι και το κλείσιμο και του λιανεμπορίου, σε μια προσπάθεια να συντηρηθεί κάποιου είδους καταναλωτική δραστηριότητα και να μην κλείσουν οι χώροι παραγωγής.
Όμως, με την εστίαση και συναφείς κλάδους σε διαδρομή σχεδόν καθολικού κλεισίματος στην Ευρώπη, με τον τουρισμό σε τεράστια υποχώρηση, με τις μετακινήσεις και τα ταξίδια σε κάθετη υποχώρηση, ακόμη και στο εσωτερικών των χωρών – ενδεικτικά η Air France ανακοίνωσε ότι θα λειτουργεί στο τρέχον τρίμηνο στο 35% σε σχέση με πέρσι, αντί σχεδιασμού για 50% – και με ορισμένες χώρες να προχωρούν και σε κλείσιμο μεγάλου μέρους του λιανικού εμπορίου, όλα δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία οδεύει σε ένα δεύτερο υφεσιακό κύμα. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από τον Σεπτέμβριο, παρατηρούνται τάσεις υποχώρησης. Για παράδειγμα οι λιανικές πωλήσεις στη Γερμανία υποχώρησαν τον Σεπτέμβριο κατά 2.2% που ήταν υποχώρηση μεγαλύτερη από την αναμενόμενη.
Αντίστοιχα, ήδη καταγραφόταν μείωση της κίνησης σε μεγάλους χώρους λιανικού εμπορίου σε όλη την Ευρώπη. Τα στοιχεία για την κινητικότητα των ανθρώπων που επεξεργάζεται η Google δείχνουν ότι σε όλη την Ευρώπη οι επισκέψεις σε χώρους εμπορίου και αναψυχής εμφανίζουν μείωση από τον Σεπτέμβριο και μετά. Πολλά θα εξαρτηθούν από το εάν θα υπάρξει «χριστουγεννιάτικη αγορά», κάτι που καταρχάς οι κυβερνήσεις παρουσιάζουν ως λόγο για τη λήψη μέτρων τώρα. Περιοριστικά μέτρα και στα Χριστούγεννα θα έχουν και μεγάλο οικονομικό κόστος.
Θυμίζουμε εδώ ότι οι σχετικά πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών το προηγούμενο διάστημα για μικρότερη ύφεση σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις τους, στηρίζονταν σε σενάρια όπου δεν υπήρχε δεύτερο κύμα τόσο μεγάλων περιοριστικών μέτρων. Με την Ευρώπη να οδεύει ολοταχώς σε παραλλαγές lockdown, είναι προφανές ότι οι εκτιμήσεις αυτές δεν είναι βέβαιο ότι θα επιβεβαιωθούν και σε κάθε περίπτωση η στιγμή που η ευρωπαϊκή οικονομία θα επιστρέψει στα προ πανδημίας επίπεδα, αργεί ακόμη.