Μπορεί τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών να παραμένουν αμφίρροπα, προσφέρουν όμως και μια ανησυχητική βεβαιότητα: Οι ΗΠΑ βγαίνουν από την ημέρα των εκλογών διχασμένες, με τρόπους που μπορεί να είναι ήδη γνώριμοι, αλλά παραμένουν επικίνδυνοι, προειδοποιεί η Wall Street Journal.
Όσοι πίστευαν ότι η πολιτική εικόνα θα είχε αλλάξει ριζικά μετά από ένα χρόνο πικρών αντεγκλήσεων και εθνικού αναστοχασμού, φτάνοντας εντέλει στην κάθαρση μέσα από τις κάλπες, είδαν τελικά τις ελπίδες τους να εξανεμίζονται.
Χάσματα που ανοίγουν
Αντ’ αυτού, οι ίδιες ρωγμές που έχουν γίνει αισθητές τα τελευταία χρόνια μοιάζουν να διευρύνονται. Το χάσμα ανδρών και γυναικών στην ψηφοφορία της Τρίτης φάνηκε να ανοίγει ακόμη περισσότερο: Ο Τζο Μπάιντεν των Δημοκρατικών συγκέντρωσε τις ψήφους του 55% των γυναικών αλλά μόλις του 47% των ανδρών, σύμφωνα με το VoteCast, την έρευνα του AP σε ολόκληρη τη χώρα που πραγματοποιήθηκε για τη Wall Street Journal και άλλους ειδησεογραφικούς οργανισμούς.
Ο πρόεδρος Τραμπ κατέκτησε τις ψήφους του 64% των λευκών ανδρών της εργατικής τάξης, ενώ ο Μπάιντεν πέτυχε σχεδόν το ίδιο ποσοστό (60%) στις γυναίκες αποφοίτους πανεπιστημίου. Ο πρόεδρος ενδέχεται να έχει σημειώσει κάποια πρόοδο με τους Αφροαμερικανούς άνδρες και τους Ισπανόφωνους στη Φλόριντα, όμως οι ψηφοφόροι μειονοτικής καταγωγής εξακολουθούν να ψηφίζουν με συνέπεια το κόμμα των Δημοκρατικών.
Ο τεράστιος όγκος των επαρχιακών κομητειών που αποτελούνται από μικρές πόλεις, και οι οποίες βάφτηκαν κόκκινες στα εκλογές του 2016 φέρνοντας τον Τραμπ στο Λευκό Οίκο δεν άλλαξαν άποψη ούτε φέτος, ενώ οι αστικές κομητείες που έχουν μετατραπεί προπύργιο του σύγχρονου Δημοκρατικού Κόμματος παρέμειναν μπλε… Η μεγαλύτερη μετατόπιση στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν ενδέχεται να αφορά τις γυναίκες των προαστίων που απομακρύνθηκαν από τον πρόεδρο. Όμως από ό,τι φαίνεται κατάφερε να αντισταθμίσει την απώλεια – έστω σε κάποιο βαθμό – προσελκύοντας περισσότερους λευκούς άνδρες της εργατικής τάξης, αναφέρει η WSJ.
Εντείνεται η πόλωση
Συνολικά, στην πιο τεταμένη προεκλογική περίοδο στην πρόσφατη ιστορία, που πραγματοποιήθηκε με φόντο μια φονική πανδημία και φυλετικές εντάσεις, οι βασικές γραμμές της αμερικανικής πολιτικής φαίνεται πως διατηρήθηκαν αμετάβλητες. Έχουν υπάρξει μεταβολές στα περιθώρια – αυτό είναι βέβαιο – όμως η μαζική προσέλευση των ψηφοφόρων στη φετινή εκλογική διαδικασία φαίνεται πως το μόνο που κατάφερε να κάνει ήταν να επιβεβαιώσει με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση το βάθος των διαχωριστικών γραμμών.
Είναι δύσκολο να κρίνουμε τι συνεπάγονται όλα αυτά για τα περιθώρια αποτελεσματικής διακυβέρνησης των τελικών νικητών του Κογκρέσου και του Λευκού Οίκου. Στο προεδρικό debate του 2020 έχουν τεθεί πολλά διαφορετικά ζητήματα: Τα επίπεδα φορολογίας, η επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, το πλαίσιο του αμερικανικού συστήματος υγείας, η προθυμία της χώρας να δεχτεί νέους μετανάστες.
Ανοιχτά παραμένουν επείγοντα ερωτήματα
Όμως στην καρδιά της, η προεδρική κούρσα του 2020 αφορούσε κυρίως ζητήματα κουλτούρας και στάσης: Θα έπρεπε η χώρα να ανησυχεί περισσότερο για την υγεία των πολιτών ή της οικονομίας; Θα έπρεπε ένα καλοκαίρι κοινωνικών αναταραχών να τρομάξει περισσότερο τους Αμερικανούς από ό,τι ο συστημικός ρατσισμός ή η κατάρρευση του συστήματος δικαιοσύνης; Είναι η αυξανόμενη διαφορετικότητα των πολιτών της χώρας μια δύναμη που θα πρέπει να καλλιεργηθεί ή ένα εμπόδιο που θα πρέπει να ξεπεραστεί;
Με την πρώτη ματιά, αυτές οι εκλογές δεν φαίνονται να καταλήγουν σε μια ομόφωνη απάντηση του αμερικανικού λαού σε αυτά τα ερωτήματα. Αντιθέτως, το debate γύρω από όλα τους μοιάζει προορισμένο να συνεχιστεί, προβλέπει η WSJ.
Τα χρώματα του χάρτη, όπως διαμορφώνονται μέχρι στιγμής, έχουν παραμείνει αναλλοίωτα σε αξιοσημείωτο βαθμό από το 2016 μέχρι σήμερα, επιβεβαιώνοντας ότι ο χάρτης εξακολουθεί να αντανακλά με ακρίβεια τα χάσματα που χωρίζουν τους Αμερικανούς.
Το μέλλον – και το παρόν – των Δημοκρατικών
Είναι ξεκάθαρο από τα αποτελέσματα των εκλογών ότι οι Δημοκρατικοί έχουν αρχίσει να σημειώνουν πρόοδο σε πολιτείες που κάποτε έμοιαζαν αδύνατο να κατακτηθούν – ιδιαιτέρως στο Τέξας και τη Φλόριντα. Η δημογραφία και των δύο πολιτειών όπως εξελίσσεται μέσα στο χρόνο, φαίνεται πως μοιραία θα τις οδηγήσει στα χέρια τους στο μέλλον – όμως αυτό δεν είναι αρκετό για να τις κατακτήσουν αυτή τη στιγμή. Επιπλέον, οι Δημοκρατικοί κατάφεραν να βάψουν μπλε την παραδοσιακά κόκκινη Αριζόνα.
Κατά τον ίδιο τρόπο, οι ψήφοι των νεαρών Αμερικανών κατευθύνονται κυρίως προς τους Δημοκρατικούς. Ο αριθμός τους, όμως, δεν είναι ακόμη αρκετός ώστε να μεταμορφώσει ριζικά την ετυμηγορία της κάλπης.
Εκατέρωθεν ψήφοι διαμαρτυρίας
Σε πολλά μέρη, όπως επιβεβαίωσαν οι εκλογές, η κόκκινη Αμερική γίνεται όλο και πιο κόκκινη, και η μπλε όλο και πιο μπλε. Ο πρόεδρος Τραμπ επιδίωξε να κάνει κάτι που δεν έχει επιχειρήσει κανένας πρόεδρος πριν από αυτόν: Να επανεκλεγεί παρά το γεγονός ότι ούτε το 50% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση του Gallup δεν θεωρούσαν ότι έχει κάνει σωστά τη δουλειά του. Έδειξε για άλλη μία φορά ότι οι άνθρωποι που δεν τον συμπαθούν ιδιαιτέρως, και που δεν εγκρίνουν πολλά από τα πράγματα που κάνει, είναι πρόθυμοι να τον ψηφίσουν.
Από την πλευρά του, ο Μπάιντεν επιχειρεί να γεφυρώσει το χάσμα του Δημοκρατικού Κόμματος της νέας αριστεράς και του Δημοκρατικού Κόμματος του παλιού κέντρου, στο οποίο ανήκει και ο ίδιος.
Κι όμως, και οι δύο ανακάλυψαν ότι εντέλει συγκέντρωσαν λιγότερες ψήφους υπέρ του εαυτού τους και περισσότερες εναντίον του άλλου υποψηφίου.
Από αυτή την άποψη, η περίοδος Τραμπ, που έχει χαρακτηριστεί από βαθύ διχασμό, παρέμεινε αναλλοίωτη, τη στιγμή που οι ΗΠΑ κλήθηκαν να αποφασίσουν αν θα ανανεώσουν τη θητεία του. Οι δύο υποψήφιοι – που έχουν αμφότεροι ξεπεράσει τα 70 – συνεχίζουν να μάχονται για την προεδρία. Όμως όποιος και αν τα καταφέρει, θα είναι αντιμέτωπος με μια σειρά από κρίσιμες ρωγμές.