Η ανακοίνωση ότι το υποψήφιο εμβόλιο των Pfizer/BioNTech δείχνει να προσφέρει αποτελεσματικότητα 90% στην πρόληψη της μόλυνσης από τον νέο κοροναϊό έκανε την Δευτέρα το γύρο του κόσμου και χαιρετίστηκε από κυβερνήσεις ως ορόσημο στον πόλεμο κατά της τρέχουσας πανδημίας.
Το πειραματικό εμβόλιο, με ονομασία BNT162b2, είναι το πρώτο για το οποίο ανακοινώνονται τόσο ενθαρρυντικά αποτελέσματα -αν και η Φάση 3 των κλινικών δοκιμών δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.
Χάρη σε μεγάλες επενδύσεις από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες, η Pfizer ξεκίνησε τη μαζική παραγωγή του εμβολίου πριν ακόμα επιβεβαιωθεί ότι είναι ασφαλές και αποτελεσματικό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει έτσι εξασφαλίσει 200 εκατομμύρια δόσεις, οι οποίες αρκούν για τον εμβολιασμό 100 εκατομμυρίων Ευρωπαίων.
Πέρα όμως από τη διαφαινόμενη πρωτιά, το BNT162b2 είναι ιδιαίτερο και για έναν άλλο λόγο: θα είναι πιθανότατα το πρώτο εμβόλιο RNA που εγκρίνεται για χρήση στον άνθρωπο.
Ας δούμε λοιπόν πώς λειτουργεί αυτή η σχετικά νέα τεχνολογία.
Γενετικές οδηγίες
Όλα τα εμβόλια έχουν σχεδιαστεί να εκπαιδεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να παράγει αντισώματα που επιτίθεται σε συγκεκριμένα μοριακά τμήματα ενός ιού ή μικροβίου. Τα μόρια-στόχος ονομάζονται αντιγόνα.
Σε αντίθεση με τα συμβατικά εμβόλια, τα οποία περιέχουν τμήματα του ίδιου του παθογόνου παράγοντα, το εμβόλιο των Pfizer/BioNtech δεν περιέχει κανένα αντιγόνο.
Περιέχει μόνο μόρια mRNA (αγγελιαφόρο RNA), στα οποία έχουν αποθηκευτεί οι γενετικές οδηγίες για τη σύνθεση πρωτεϊνών που λειτουργούν ως αντιγόνα. Ο εμβολιασμός ουσιαστικά αναγκάζει τα ανθρώπινα κύτταρα να παραγάγουν πρωτεΐνες του κοροναϊού SARS-CoV-2, οι οποίες στη συνέχεια αναγνωρίζονται από το ανοσοποιητικό σύστημα για να παραχθούν αντισώματα.
Το mRNA εισάγεται στον ανθρώπινο οργανισμό πακεταρισμένο μέσα σε προστατευτικά κυστίδια που ονομάζονται «νανοσώματα λιπιδίων». Στη συνέχεια εισέρχεται μέσα στα κύτταρα και μεταφράζεται με τον ίδιο τρόπο που μεταφράζεται οποιοδήποτε άλλο γονίδιο για την παραγωγή της αντίστοιχης πρωτεΐνης.
Η BioNTech, με έδρα το Μάινς της Γερμανίας, ιδρύθηκε το 2008 με τη φιλοδοξία να αναπτύξει αντικαρκινικές ανοσοθεραπείες βασισμένες στην τεχνολογία του mRNA.
Τέτοιες θεραπείες δεν έχουν ακόμα λάβει έγκριση, ωστόσο η πανδημία πνευμονίας Covid-19 άνοιξε νέες προοπτικές για τη μικρή γερμανική εταιρεία.
Ένα μεγάλο πλεονέκτημα των εμβολίων RNA είναι ότι δεν απαιτούν την καλλιέργεια του παθογόνου παράγοντα και την απομόνωση αντιγόνων, κάτι που επιταχύνει σημαντικά τη διαδικασία ανάπτυξης και δοκιμών.
Θεωρητικά, ένα εμβόλιο RNA που σχεδιάστηκε για μια ασθένεια μπορεί εύκολα να τροποποιηθεί ώστε να προλαμβάνει μια διαφορετική, άσχετη λοίμωξη: το μόνο που χρειάζεται είναι η σύνθεση ενός νέου μορίου mRNA με οδηγίες για τη σύνθεση ενός νέου αντιγόνου.
Το πλεονέκτημα αυτό επέτρεψε στην BioNTech να αναπτύξει συνολικά 20 υποψήφια εμβόλια για την Covid-19, από τα οποία τέσσερα δοκιμάζονται σε κλινικές μελέτες.
Μέχρι σήμερα, η τεχνολογία του RNA είχε χρησιμοποιηθεί μόνο για εμβόλια κτηνιατρικής χρήσης.
Το μεγάλο μειονέκτημα
Η προσέγγιση της BioNTech επέτρεψε την ανάπτυξη υποψήφιων εμβολίων σε χρόνο-ρεκόρ, παρουσιάζει όμως και ένα σημαντικό μειονέκτημα: τα μόρια RNA είναι ευαίσθητα και το εμβόλιο πρέπει να διατηρείται κατεψυγμένο σε θερμοκρασία -80 βαθμών Κελσίου από το εργοστάσιο μέχρι τη χρήση τους.
Καταψύκτες που φτάνουν σε τόσο χαμηλές θερμοκρασίες σπανίζουν στις αναπτυσσόμενες χώρες αλλά ακόμα και σε κάποιες ανεπτυγμένες. Στη Γερμανία, η κυβέρνηση σχεδιάζει να δημιουργήσει εμβολιαστικά κέντρα με εξοπλισμό βαθιάς κατάψυξης για τον πρώτο γύρο εμβολιασμών.
Πάντως ο διευθύνων σύμβουλος της BioNtech Ούγκουρ Σαχίν έχει δηλώσει ότι η εταιρεία του εξετάζει το κατά πόσο το εμβόλιο μπορεί να διατηρηθεί έως και για πέντε ημέρες στους 4 βαθμούς Κελσίου, κάτι που θα απλοποιούσε σημαντικά τον μαζικό εμβολιασμό.