Εχουν περάσει αρκετές ημέρες από την ανακήρυξη του Τζο Μπάιντεν ως νικητή των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, αλλά η Ευρώπη ακόμη πανηγυρίζει. Ακόμα και η συνήθως σοβαρή Ανγκελα Μέρκελ δεν μπορούσε να κρύψει τη χαρά της στη δήλωσή της στη γερμανική τηλεόραση για να συγχαρεί τον Μπάιντεν και την Κάμαλα Χάρις. Χθες τόσο η γερμανίδα καγκελάριος όσο και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν συνομίλησαν τηλεφωνικά με τον Μπάιντεν, εκφράζοντας και προσωπικά την χαρά τους για την εκλογή του. Οι πληροφορίες επιμένουν πως η Μέρκελ συμφώνησε σε άλλη μία θητεία στην καγκελαρία το 2017 λόγω της αντιπάθειάς της προς τον Ντόναλντ Τραμπ, το όνομα του οποίου ούτε καν ανέφερε στις δηλώσεις της τη Δευτέρα.
Για πολλούς ευρωπαίους ηγέτες, η νίκη του Μπάιντεν, γράφει το «Politico», δεν ήταν απλώς μια ευχή να τελειώσει η προεδρία του Τραμπ – ήταν μια καλοδεχούμενη εξέλιξη σε μια ήπειρο που προσπαθεί να πολεμήσει τους δικούς της λαϊκιστικούς δαίμονες, μια αχτίδα φωτός που δείχνει ότι η ψύχραιμη, κεντρώα πολιτική προσέγγιση μπορεί να νικήσει.
Ωστόσο αυτός ο άκρατος ενθουσιασμός στην κυρίαρχη πολιτική τάξη της Ευρώπης για τον Μπάιντεν αποκαλύπτει και μιαν άλλη πραγματικότητα: αυτές τις ημέρες, οι μοναδικοί φίλοι της Ευρώπης στην Ουάσιγκτον είναι οι Δημοκρατικοί.
Από τότε που ανήλθε ο Τραμπ στην εξουσία, τα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης – από τη Γερμανία έως τη Γαλλία και από την Ιρλανδία έως τη Φινλανδία – δεν έχουν κρύψει την προτίμησή τους για τους Δημοκρατικούς στις ΗΠΑ. Ως αποτέλεσμα, οι παραδοσιακοί δεσμοί μεταξύ των Ρεπουμπλικανών και κεντροδεξιών κομμάτων, όπως οι γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες ή το Φιάνα Φέιλ στην Ιρλανδία, έχουν ατονήσει. Ο Τραμπ δεν μπήκε καν στον κόπο να συγχαρεί το καλοκαίρι τον νέο πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Μίχαλ Μάρτιν, του Φιάνα Φέιλ, για την εκλογή του. Ο Μάρτιν είχε προηγουμένως ενθαρρύνει την Ευρώπη να «σταθεί απέναντι» στον αμερικανό πρόεδρο.
Ενταση με Μέρκελ
Η ένταση μεταξύ Μέρκελ και Τραμπ ήταν ορατή από την πρώτη στιγμή. Κάπως έτσι μεταφέρθηκε και στα κόμματά τους – τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Ρεπουμπλικανούς. «Πώς μπορείτε να μην υποστηρίζετε τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο;» φώναξε ο Κέρι Ρέντινγκτον, πρόεδρος των Ρεπουμπλικανών στη Γερμανία, προς τον Νόρμπερτ Ρέτγκεν, πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του γερμανικού κοινοβουλίου, στη διάρκεια συζήτησης στη γερμανική τηλεόραση. Ο Ρέτγκεν, που διεκδικεί την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος με ελπίδες να διαδεχθεί τη Μέρκελ στην καγκελαρία του χρόνου, ξεκαθάρισε την προτίμησή του για τον Μπάιντεν και τόνισε ότι θεωρεί τον Τραμπ επικίνδυνο.
«Παραδοσιακά, η σχέση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος με τους Ρεπουμπλικανούς ήταν ισχυρή», δήλωσε πρόσφατα ο Ρέτγκεν στο «Politico». «Ιστορικά μιλώντας, οι Ρεπουμπλικανοί εμπλέκονταν πολύ περισσότερο στις διεθνείς υποθέσεις στη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου. Οι σχέσεις έφθασαν στο καλύτερο σημείο τους με τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους πατέρα, στη διάρκεια της επανένωσης της Γερμανίας. Αυτό που βλέπουμε τον τελευταίο καιρό είναι η επιθετική κατάληψη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος από τον Ντόναλντ Τραμπ». Είναι προφανές ότι εάν οι Ρεπουμπλικανοί δεν επιστρέψουν μετά τον Τραμπ στη διατλαντική, πολυμερή προσέγγιση, θα είναι δύσκολο να γεφυρωθούν οι διαφορές.
Σε αυτό δεν βοηθά το γεγονός ότι οι ευρωπαίοι πολιτικοί που συμπαρατάχθηκαν με τον Τραμπ βρίσκονται στα πολιτικά άκρα. Μεταξύ αυτών αυταρχικοί ηγέτες όπως ο Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας, ο υπουργός Εσωτερικών της Εσθονίας Μαρτ Χέλμε και ο γιος του, υπουργός Οικονομικών Μάρτιν Χέλμε, ο οποίος πριν από λίγες ημέρες δήλωσε ότι «είναι σίγουρο πως στο αποτέλεσμα των εκλογών στις ΗΠΑ υπήρξε νοθεία».