Η καταπιεστική αγάπη της μητέρας, το σύνδρομο του καλού παιδιού, ο λανθασμένος προγραμματισμός που κουβαλάμε, η απώλεια της φωνής του ήταν μερικά από τα εμπόδια που αντιμετώπισε και βγήκε τελικά πιο δυνατός, Μας μιλά ο Στέφανος Ξενάκης:
Τα βιβλία σας χαρακτηρίζονται ως τα απόλυτα μπεστ σέλερ. Πώς μεταφράζεται αυτό σε αριθμούς;
Το πρώτο «Δώρο» έχει πουλήσει 150.000 αντίτυπα, το δεύτερο «Δώρο» που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι 50.000 και το βιβλίο «Κάπταιν – γράμματα στον μπαμπά μου» περίπου 30.000 (από την KeyBooks).
Ο,τι έχετε γράψει αφορά την αυτοβελτίωση και την προσωπική εξέλιξη. Ολες οι ιστορίες που περιγράφετε είναι αληθινές;
Παρατηρώ τι συμβαίνει γύρω μου και το καταγράφω. Πολλές φορές λέω ότι είμαι ένας ρεπόρτερ καλών ιστοριών, προσπαθώ να δω το θετικό και να το αναδείξω, σ’ έναν κόσμο ο οποίος έχει ασύλληπτο αρνητισμό.
Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Διότι είμαστε εθισμένοι να εντοπίζουμε το αρνητικό από την ώρα που γεννιόμαστε. Διάβαζα κάπου ότι ένα παιδί μέχρι τα 18 του χρόνια έχει ακούσει κατά μέσο όρο 150.000 φορές «όχι, δεν μπορείς», «δεν θα τα καταφέρεις» κι άλλες αρνητικές δηλώσεις. Είμαστε προγραμματισμένοι έτσι. Απ’ αυτές τις 150.000 φορές μόνο τις 5.000 ένα παιδί θα ακούσει «ναι, θα τα καταφέρεις». Αυτός είναι ένας πραγματικά βλαβερός ιός και όχι αυτός που περνάμε τώρα.
Εσείς με τα νούμερα που μου αναφέρατε τι σχέση είχατε;
Μέχρι τα επτά μου χρόνια ταξίδευα με πλοία γιατί ο μπαμπάς μου ήταν καπετάνιος. Τα μαθήματα της Πρώτης Δημοτικού τα έκανα δι’ αλληλογραφίας – έρχονταν φάκελοι στα λιμάνια – και μου τα δίδαξε η μητέρα μου πάνω στο πλοίο. Τα πρώτα χρόνια λοιπόν της ζωής μου, πήρα πάρα πολλή αγάπη, ακόμη κι αν κάποιες φορές ήταν με λάθος τρόπο.
Τι εννοείτε «με λάθος τρόπο»;
Η μητέρα μου είχε οιδιπόδειο σύμπλεγμα μαζί μου. Ημουν μοναχογιός, οπότε συμπεριφερόταν ως κλασική ελληνίδα μάνα. Προσπαθούσε να έχει έλεγχο στα πάντα, ήθελε να έχει λόγο σε οτιδήποτε έκανα. Κάποια «εγκλήματα» γίνονται πολλές φορές όχι από έλλειψη αγάπης, αλλά από έλλειψη γνώσης. Παρακολουθούσα πριν από λίγες μέρες με τη μεγάλη μου κόρη την ταινία «Ο κύκλος των χαμένων ποιητών». Ταράχθηκε γιατί ο πατέρας του ήρωα του απαγόρευε να ασχοληθεί με την ηθοποιία και προσπαθούσε να τον στρέψει σε στρατιωτικές σχολές. Ο γιος τελικά αυτοκτόνησε. Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι το κίνητρο του γονιού αυτού ήταν η αγάπη. Εκείνη τη στιγμή θεωρούσε ότι το καλύτερο για τον γιο του ήταν να υπηρετήσει στη στρατιωτική ακαδημία.
Αυτή την κατανόηση την είχατε ακόμη και όταν η μητέρα σας σάς ασκούσε πίεση;
Μέχρι τα 18 του χρόνια το παιδί δεν έχει ευθύνη γιατί οδηγείται από τους γονείς του, οι οποίοι είναι πρόσωπα κύρους. Ομολογώ ότι έως τα 30 ήμουνα ένας βουτυρομπεμπές, ο οποίος ελεγχόταν από τη μαμά του. Κάποια στιγμή ξύπνησα, έκανα θεραπεία. Μόνο έτσι μπορείς να βάλεις σε τάξη τα πράγματα και να προχωρήσεις. Το 2008, έπειτα από ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα υγείας – βαθιά κατάθλιψη και πολύ άσχημες αϋπνίες -, οδηγήθηκα σε μια ψυχοθεραπεύτρια, η οποία μου άλλαξε τη ζωή. Είναι η Μαρία Πυρουνάκη, στην οποία αφιέρωσα το δεύτερο βιβλίο, το «Δώρο ΙΙ». Σε έξι μήνες έλυσα θέματα που κουβαλούσα 40 χρόνια. Τα τελευταία 12 χρόνια είμαι σε ομάδα ύστερα από παρότρυνση της Μαρίας.
Δεν είναι όμως η μεγάλη σας δοκιμασία αυτή.
Ναι. Εγώ μεγάλωσα, όπως σας είπα, με πολλή αγάπη από τους γονείς μου αλλά και με τη μόνιμη προτροπή να είμαι το καλό παιδί – όπως κάνουν οι περισσότεροι γονείς. Κάποια στιγμή στα 30 μου, 1 Δεκεμβρίου 1998, υπέστην ένα τρομερό σοκ. Είχα διαφημιστική εταιρεία και την ημέρα εκείνη έκανα παρουσίαση σε κάποιους πελάτες. Την ώρα που μιλούσα κόπηκε η φωνή μου. Δεν μπορούσα να βγάλω κανένα ήχο από το στόμα μου, παρά μόνο αέρα. Γύρισα σπίτι, προσπάθησα να ηρεμήσω πιστεύοντας ότι είναι κάτι παροδικό και θα περάσει. Δεν περνούσε όμως. Κράτησε περίπου έξι μήνες. Από τον Δεκέμβριο του 1998 μέχρι τον Ιούνιο του 1999 δεν μπορούσα παρά μόνο να ψιθυρίσω. Εκανα εξαντλητικές εξετάσεις και οι γιατροί διαπίστωσαν ότι οι φωνητικές μου χορδές δεν είχαν απολύτως κανένα πρόβλημα, οπότε καταλήξαμε ότι ήταν ψυχολογικό.
Πώς είναι να μην μπορεί κάποιος να μιλήσει, να επικοινωνήσει;
Ηταν μαρτύριο. Μου περνούσε συχνά από το μυαλό, αν δεν μπορούσα να επικοινωνήσω ξανά, να αποκατασταθεί δηλαδή το πρόβλημά μου και να επανέλθει η ομιλία μου, να φουντάρω. Δεν έβρισκα κανένα νόημα στη ζωή μου. Από τη μια σκεφτόμουν αυτό και από την άλλη είχα αρχίσει να κάνω ψυχοθεραπεία.
Πώς επικοινωνούσατε με τη θεραπεύτριά σας αφού δεν μπορούσατε να μιλήσετε;
Ψιθυριστά και δεν ήταν ό,τι ευκολότερο. Ταυτόχρονα έκανα και λογοθεραπεία. Ηταν ένας πολύ μεγάλος αγώνας.
Η ψυχοθεραπεία σάς βοήθησε να βρείτε την αιτία του προβλήματός σας;
Βεβαίως, γιατί εκείνη την εποχή είχα κατηγορηθεί για κάτι πάρα πολύ κακό που φυσικά δεν είχα κάνει.
Οπότε η εικόνα του καλού παιδιού επλήγη
Ηταν η πρώτη φορά στα 30 μου χρόνια που βρέθηκε κάποιος άνθρωπος να πει κάτι κακό για μένα. Ενας φίλος μου γιατρός μού είπε ότι αν ήμουν μεγαλύτερος σε ηλικία και με περισσότερα κιλά, ενδεχομένως να πάθαινα έμφραγμα. Στενοχωρήθηκα πολύ και ακόμη μεγαλύτερος ήταν ο εγκλωβισμός αφού δεν μπορούσα να αποδείξω την αθωότητά μου. Ηταν το πρώτο μεγάλο μάθημα της ζωής μου που το έλυσα με ειδικούς ανθρώπους. Η διδαχή ήταν πως δεν μπορούμε να τους ευχαριστήσουμε όλους, δεν γίνεται να μας αγαπάνε όλοι. Στο πρώτο βιβλίο μου υπάρχει μια ιστορία που έχει τίτλο «Δεν γίνεται να σ’ αγαπάνε όλοι». Οπως λέει ο Ρόμπερτ Νατζέμι, το να προσπαθείς να τους έχεις όλους ευχαριστημένους είναι εγγύηση ότι οδεύεις προς την αρρώστια.
Πιστεύετε ότι όλοι διδασκόμαστε από τα μαθήματα της ζωής;
Το μάθημα είναι επιλογή. Μαθαίνουν όλοι εκείνοι που αναλαμβάνουν την ευθύνη να αλλάξουν τη ζωή τους και να προοδεύσουν. Υπάρχουν κι εκείνοι οι οποίοι ρίχνουν το φταίξιμο σε οτιδήποτε υπάρχει γύρω τους, εκχωρώντας έτσι την εξέλιξή τους.
Από την εμπειρία σας, την οποία έχετε μεταφέρει σε δύο βιβλία, θεωρείτε πραγματικά ότι για όλα τα προβλήματα υπάρχει λύση;
Για μένα ναι. Για παράδειγμα, όταν βρισκόμαστε στο -100, το να πάμε στο -99 είναι ένα είδος λύσης. Για κάποιον άλλον όμως όχι. Θέλω να πω ότι έχει σχέση και η οπτική του καθενός απέναντι στα πράγματα. Θα σας πω ένα περιστατικό: είμαι στην Ακράτα, δίνω μια ομιλία σε έναν γυναικείο συνεταιρισμό. Σηκώνει μία γυναίκα το χέρι της και μου λέει «θεωρώ ότι δεν έχουν όλα τα προβλήματα λύση». Απάντησα ότι ακόμη κι αυτό είναι μια προοπτική, η αποδοχή δηλαδή. Οπως εγώ, για παράδειγμα, έχω αποδεχτεί ότι με την πρώην γυναίκα μου δεν μπορώ να συνεννοηθώ σε κάποια πράγματα. Ομως αποδέχομαι την πραγματικότητα. Η μη αποδοχή δεν είναι παραίτηση. Είναι σαν να πηγαίνω κάθε μέρα αντίθετα σε έναν μονόδρομο. Η λύση είναι να αλλάξω εγώ την κατεύθυνσή μου, όχι ο δρόμος. Η αυτοβελτίωση και η προσωπική εξέλιξη τα τελευταία χρόνια είναι το μεγάλο trent.
Δεν πρόκειται για μια φασόν κατάσταση, όπου προσφέρονται μαζικές λύσεις, ενώ κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός;
Σαφώς υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αντιδρούν αρνητικά στις γρήγορες λύσεις. Κατά την άποψή μου, δεν πρόκειται για γρήγορες λύσεις αλλά για γενικούς κανόνες. Ομως, ακόμη κι αν η αυτοβελτίωση είναι μια μόδα, αν φέρει κάτι καλό, γιατί να μην το δεχτούμε;
Δεν βρίσκετε κάτι αρνητικό σε αυτήν τη μέθοδο; Ή τη θεωρία, γιατί υπάρχουν πολλές σχολές
Φυσικά. Αν κάποιος έχει πτωχεύσει, δεν το αποδέχεται και λέει «είμαι πλούσιος, είμαι πλούσιος, είμαι πλούσιος», υπάρχει πρόβλημα, δεν είναι σε επαφή με την πραγματικότητα.
Χρησιμοποιείτε και αναπαράγετε πάρα πολλές φράσεις – σλόγκαν, τις οποίες φαντάζομαι ότι πιστεύετε. Μπορεί η ζωή να κλειστεί σε ένα τσιτάτο;
Ο σκοπός είναι να βλέπουμε, με ή χωρίς τσιτάτα, τα πράγματα στην αληθινή τους διάσταση. Εγώ θέλω να είμαστε σε επαφή με το συναίσθημά μας. Δεν λύνονται όλα τα προβλήματα με το να ακολουθήσεις κάποια μέθοδο αυτοβελτίωσης. Αλλά το να προσπαθήσεις να εντοπίζεις θετικά σημεία γύρω σου σίγουρα θα σου προσφέρει περισσότερες χαρούμενες μέρες.