Ο Αλέξης Τσίπρας δεν παρέστη στο δείπνο της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, προς τιμήν του προέδρου της Αιγύπτου, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι. Ο τέως πρωθυπουργός έκρινε ότι, λόγω κορωνοϊού, η συμμετοχή του «θα έδινε λάθος μήνυμα». (Επιπλέον, δε, είχε το θράσος να διοχετεύσει στον Τύπο τη συνομιλία του με την Πρόεδρο – αλλά λεπτότητα και Τσίπρας ήσαν ανέκαθεν έννοιες αντίθετες…)
Με συγχωρείτε, αλλά για κάτι τόσο σοβαρό, όπως το επίσημο δείπνο προς τιμήν ηγέτη φίλης χώρας, της οποίας μάλιστα τη στήριξη έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη την περίοδο αυτή, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αυτή τη θλιβερή δικαιολογία βρήκε να πει; Καλύτερα να έλεγε το παραδοσιακό «πέθανε η γιαγιά μου, κυρία», που έλεγαν κάποτε τα παιδιά στο Δημοτικό.
Με τόσο νωπή στη μνήμη της κοινής γνώμης την κάλυψη που παρείχε στον Πολάκη, δεν μπορούσε να σκεφθεί κάτι πιο πρωτότυπο, κάτι πιο έξυπνο εν τέλει; Ποιος θα πεισθεί για τη γνησιότητα της δικαιολογίας του, όταν την προηγουμένη μόλις έχει δικαιολογήσει τον Πολάκη, ο οποίος έκανε το ακριβώς αντίθετο; Προφανώς, όμως, δεν τον νοιάζει καθόλου κατά πόσον η δικαιολογία του είναι πειστική – τέτοιες έγνοιες είναι γι’ αυτόν αστικές πολυτέλειες. Δεν τον νοιάζει αν ο συνομιλητής του γνωρίζει ότι εκείνη τη στιγμή ψεύδεται. Δεν αισθάνεται την ντροπή ότι ο άλλος ξέρει και καταλαβαίνει. Για να το πετύχει κάποιος αυτό, δεν φθάνει μόνο ο επίκτητος κυνισμός· χρειάζεται, πιστεύω, και η φυσική γαϊδουριά του χαρακτήρα.
Την ικανότητά του αυτή, άλλωστε, απέδειξε μόλις την επομένη του επίσημου δείπνου, στη Βουλή, όταν τον είδαμε να υποστηρίζει εις πείσμα της πραγματικότητας το κατάφωρο ψεύδος ότι δεν λειτουργούν οι 50 ΜΕΘ του «Σωτηρία», που κατασκευάσθηκαν πρόσφατα με χορηγία της Βουλής. (Δεν θα έλεγα, εντούτοις, ότι το απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας, καθώς διατηρώ την αμφιβολία ότι ο Τσίπρας μπορεί πράγματι να μην καταλαβαίνει τη νοηματική διαφορά ανάμεσα στο «κατειλημμένες» και το «λειτουργικές»…). Πάντως, τέτοιας μορφής σύγκρουση με την πραγματικότητα, να βλέπεις το μαύρο και να το λες άσπρο, δεν οφείλεται στον εγωισμό, που εμποδίζει την αναγνώριση του λάθους. Πρόκειται για ενσυνείδητη επιλογή της πολιτικής του ψεύδους.
Υπάρχει, όμως, κάτι από αυτά παραπάνω, το οποίο δεν γνωρίζαμε μέχρι τώρα για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ; Παραμένει αυτός που ξέραμε και επαναλαμβάνει τον χειρότερο εαυτό του – τον μόνο που έχει, άλλωστε. Το καινούργιο στοιχείο σχετικά με τον Αλέξη Τσίπρα, που προέκυψε μέσα από την αντιπαράθεση των αρχηγών στη Βουλή προχθές, είναι η πλήρης ταύτισή του με τον Πολάκη.
Ο Πρωθυπουργός το επεσήμανε αυτό στη δευτερολογία του στη Βουλή, μέσω της καταγγελίας του «πολακισμού» της αντιπολίτευσης. Εχω την εντύπωση, όμως, ότι μιλούμε για κάτι πολύ περισσότερο από την πνευματική (τρόπος του λέγειν…) επιρροή του Πολάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πολάκης αυτή την ώρα είναι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, επικοινωνιακά τουλάχιστον, η ηγετική μορφή που οδηγούσε τον ΣΥΡΙΖΑ, προχθές στη Βουλή, ήταν του Πολάκη.
Οχι μόνον ο Πολάκης υπαγόρευσε στον Τσίπρα τη στάση του στη Βουλή, αλλά ήταν και αυτός που του έκλεψε την παράσταση, μεταφέροντας την αντιπαράθεση εκτός Βουλής στο «Σωτηρία», με την αυτοψία που πραγματοποίησε και τις φωτογραφίες που δημοσίευσε με την ευγενή μορφή του χωρίς μάσκα. Φοβάμαι ότι το κακό έχει προχωρήσει περισσότερο από όσο νομίζουμε: δεν είναι πια ότι ο ανισόρροπος ακτιβισμός έχει γίνει η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι ο ίδιος ο ανισόρροπος έχει πάρει το τιμόνι του ΣΥΡΙΖΑ ή, ακριβέστερα, κρατάει τα χέρια του Τσίπρα στο τιμόνι του ΣΥΡΙΖΑ.
Αντιλαμβάνομαι ότι η διαπίστωσή μου παραπάνω μπορεί να ακούγεται υπερβολική και ιδιοτελής, την εννοώ όμως απολύτως. Ο Τσίπρας έχει χάσει τελείως το παιχνίδι με τον Πολάκη, για έναν λόγο τον οποίο αποφεύγουμε να λέμε, λόγω του γενικού σεβασμού στα θέματα υγείας: επειδή υπάρχουν ψυχολογικές καταστάσεις, όπως αυτή στην οποία βρίσκεται μονίμως ο Πολάκης, οι οποίες δεν ελέγχονται από κανέναν. Τόσο απλά!..