Υποχρεωτικούς κανονισμούς αλλά και κυρώσεις μελετά να επιβάλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ψηφιακές πλατφόρμες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι απομακρύνουν περιπτώσεις απάτης και παραπληροφόρησης από τις διαδικτυακές τους σελίδες και σε προϊόντα σχετικά με τον Covid-19, καθώς η απάτη που καταγράφεται στις πωλήσεις σε μάσκες ενδέχεται να επεκταθεί σε διαγνωστικά τεστ, αλλά αργότερα και σε εμβόλια.
«Κατά την πανδημία έχουμε δει νέα προβλήματα, έχουν αυξηθεί οι online πωλήσεις και υπάρχει άνοδος στις απάτες. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι η online προστασία των καταναλωτών είναι ίδια με την offline» δήλωσε ο Ντιντιέ Ρεντέρς σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» και τρία άλλα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης στις Βρυξέλλες με αφορμή τη «Νέα ατζέντα για τους καταναλωτές» της Κομισιόν. «Δουλεύουμε με ψηφιακές πλατφόρμες για να απομακρύνουμε περιεχόμενο απάτης, και απάτης σε προϊόντα που σχετίζονται με τον κορωνοϊό, τις μάσκες, τα τεστ, το οποίο μπορεί να επεκταθεί αργότερα στα εμβόλια» είπε ο αρμόδιος επίτροπος.
«Δουλεύουμε με έντεκα μεγάλες πλατφόρμες, αλλά θα ήταν χρήσιμος ένας υποχρεωτικός κανονισμός που θα αύξανε το πεδίο εφαρμογής σε όλες, και στις μικρότερες. Και πιθανώς να υπάρχουν κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης» είπε, επισημαίνοντας ότι οι νομοθετικές αλλαγές θα περιλαμβάνονται στην πράξη ψηφιακών υπηρεσιών, που αναμένεται να παρουσιάσει η Κομισιόν τον Δεκέμβριο. Οπως επεξήγησε ο Ρεντέρς, απαντώντας σε ερώτηση σχετική με το κύμα προσφυγών κατά ηλεκτρονικών καταστημάτων για απάτη, που αποτελεί σημαντική κατηγορία παραπόνων προς τον έλληνα Συνήγορο του Καταναλωτή, οι υποχρεωτικοί κανονισμοί για όλες τις πλατφόρμες, είτε πρόκειται για τους κολοσσούς του ηλεκτρονικού εμπορίου είτε για μικρότερες πλατφόρμες εθνικής εμβέλειας, θα συμβάλουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση της απάτης.
Δεν είναι μόνο η αύξηση της online απάτης εις βάρος των καταναλωτών στη διάρκεια της πανδημίας, «τάση που θα συνεχιστεί και μετά την Covid-19 εποχή», κατά τον Ρεντέρς, που «οδηγεί» την Κομισιόν να επιδιώξει σειρά παρεμβάσεων στην πολιτική για τους καταναλωτές τα επόμενα πέντε χρόνια. Η Επιτροπή επιδιώκει να εισαγάγει μέτρα που θα διασφαλίζουν τα δικαιώματα των καταναλωτών έναντι επικείμενων αλλαγών, όπως είναι η στροφή προς βιώσιμα προϊόντα, η παγκοσμιοποίηση των αγορών, η μεγαλύτερη χρήση ψηφιακών υπηρεσιών, και μάλιστα διασυνοριακών. Οπως είπε ο Ρεντέρς, προς την κατεύθυνση αυτή η εντατική συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών – μελών είναι σημαντική, τονίζοντας ειδικότερα για τη χώρα μας ότι «θα απευθυνθούμε στις αρμόδιες Αρχές και οργανώσεις στην Ελλάδα να μας εξηγήσουν ποια είναι τα παράπονα των καταναλωτών, ποιοι είναι οι κίνδυνοι, τι μπορούμε να κάνουμε μέσω νομοθετικών πρωτοβουλιών για να διασφαλίσουμε περισσότερη προστασία των δικαιωμάτων μας».
Νέα ατζέντα
Επίσης, ο Ντιντιέ Ρεντέρς στο πλαίσιο της νέας ατζέντας για τους καταναλωτές προανήγγειλε την αναθεώρηση της καταναλωτικής πίστης, ώστε να διασφαλιστεί μεγαλύτερη προστασία σε online χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με τις οχλήσεις καταναλωτών από εισπρακτικές εταιρείες για φερόμενες ως ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις τους προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που συνιστούν μία από τις πιο συνηθισμένες μορφές καταγγελιών που λαμβάνει ο έλληνας Συνήγορος του Καταναλωτή, ο Ρεντέρς δήλωσε ότι «θα αναθεωρήσουμε την οδηγία καταναλωτικής πίστης, διότι βλέπουμε αυξανόμενη ψηφιοποίηση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, έχουμε νέες προκλήσεις στον τομέα αυτό. Θα συζητήσω με τον συνάδελφό μου κ. Ντομπρόβσκις ποιες είναι οι δυνατότητες να αλλάξουμε κανονισμούς για να αντιμετωπίσουμε τις νέες προκλήσεις όσον αφορά και τις ευάλωτες ομάδες καταναλωτών». Παράλληλα, η Κομισιόν αναπτύσσει «ηλεκτρονική εργαλειοθήκη για να βοηθήσουμε τις εθνικές Αρχές να εφαρμόσουν τους κανονισμούς για τα δικαιώματα των καταναλωτών online».
Χαρακτηριστικό πρόβλημα όσον αφορά την ανάγκη ενίσχυσης των δικαιωμάτων των καταναλωτών, που ανέδειξε η πανδημία, είναι οι εκκρεμείς υποθέσεις για την επιστροφή προπληρωμών σε περίπτωση ακύρωσης οργανωμένων ταξιδιών και πτήσεων. «Το πρόβλημα παραμένει», επισημαίνει ο Ρεντέρς. «Εχουμε δώσει περισσότερες δυνατότητες κρατικών ενισχύσεων στα κράτη – μέλη, οπότε μπορούν να ενισχύσουν τη ρευστότητα εταιρειών για να αποζημιώσουν τους πελάτες» λέει, τονίζοντας ότι «πρέπει να διαφοροποιήσουμε την οδηγία συλλογικής δράσης ώστε στην επόμενη κρίση να έχουν οι καταναλωτές δυνατότητα οργάνωσης διασυνοριακής συλλογικής δράσης».
Η Κίνα
Στα σχέδια της Κομισιόν περιλαμβάνονται ακόμη νομοθετικοί κανονισμοί για διασφάλιση της πρόσβασης σε βιώσιμα προϊόντα, συνεργασία με την Κίνα για να καταστήσει τα προϊόντα που πωλούνται στο Διαδίκτυο ασφαλέστερα. Οσον αφορά το ζήτημα των κινεζικών προϊόντων, ο αρμόδιος επίτροπος επεσήμανε ότι η ΕΕ βρίσκεται σε διάλογο με την Κίνα, το ζήτημα συζητήθηκε στην πιο πρόσφατη σύνοδο ΕΕ – Κίνας, ενώ η Κομισιόν δουλεύει με ψηφιακές κινεζικές πλατφόρμες, όπως είναι η Alibaba, προκειμένου να απομακρύνεται περιεχόμενο απάτης και παραπληροφόρησης.
Ρωτήσαμε επίσης τον επίτροπο Δικαιοσύνης για την πορεία των διαδικασιών επί παραβάσει κατά της Κύπρου και της Μάλταςσχετικά με τα συστήματα χορήγησης ιθαγένειας σε επενδυτές των χωρών αυτών, τα οποία είναι γνωστά ως συστήματα «χρυσών διαβατηρίων». Ο αρμόδιος επίτροπος προειδοποίησε ότι η Επιτροπή θα προσφύγει δικαστικά σε περίπτωση που δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση από τις κυβερνήσεις των δύο κρατών. «Στείλαμε επιστολές στα κράτη – μέλη και αν δεν λάβουμε ικανοποιητική απάντηση για ξεκάθαρη σταδιακή κατάργηση και ξεκίνημα των διάφορων διαδικασιών θα συνεχίσουμε τη διαδικασία και θα καταφύγουμε στο δικαστήριο» είπε κατηγορηματικά. Επίσης, τόνισε ότι η Επιτροπή δεν θέλει να δει μελλοντικά τέτοιες διαδικασίες να αναπτύσσονται από ευρωπαϊκά κράτη.
«Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Πρέπει να βγούμε από τη διαδικασία παροχής διαβατηρίων με αντάλλαγμα επενδύσεις σε κράτος – μέλος. Δουλεύουμε επίσης σε ζητήματα που αφορούν τη χρυσή βίζα. Δεν είναι ακριβώς το ίδιο ζήτημα, αλλά έχουμε ανάλογες ανησυχίες για ξέπλυμα χρήματος, για διαφθορά» τόνισε ο επίτροπος Δικαιοσύνης, επισημαίνοντας ότι σχετική επιστολή έχει αποστείλει η Επιτροπή και στη Βουλγαρία. «Αν οι απαντήσεις δεν είναι ικανοποιητικές, θα προσφύγουμε δικαστικά». Στις κυβερνήσεις της Κύπρου και της Μάλτας είχε δοθεί προθεσμία δύο μηνών για να απαντήσουν στις προειδοποιητικές επιστολές, ενώ στη Βουλγαρία προθεσμία ενός μηνός.