Ηταν ένα περιστατικό από αυτά που με την ορολογία του παρελθόντος θα το ονομάζαμε «ηθικής τάξεως». Συγκεκριμένα, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος, βουλευτής Αχαΐας, προκληθείς από τα λεγόμενα βουλευτή της «Ελληνικής Λύσης», εκστόμισε τη φοβερή φράση «η πολιτική μ@λ@κία και ανοησία έχει τα όριά της». (Το εννοούσε μάλλον ως ευχή, φαντάζομαι, καθώς όλοι γνωρίζουμε από την Ιστορία ότι αυτό το πράγμα δεν γνωρίζει όρια…)
Η φράση, όπως ήταν φυσικό, σόκαρε τη θεσμική σεμνοτυφία της Βουλής, καθώς μάλιστα ο βουλευτής του ΚΚΕ την εκστόμισε ήρεμα και ψύχραιμα, όχι κραυγάζοντας σε μια έκρηξη νεύρων. Ο προεδρεύων εκείνη την ώρα ζήτησε από τον βουλευτή να συναισθανθεί (sic) τον χώρο στον οποίο βρίσκεται και να ανακαλέσει. Εκείνος όμως επέμεινε: «Δεν ανακαλώ τίποτα. Η πολιτική μ@λ@κία και ανοησία έχει τα όριά της».
Στους αναγνώστες της στήλης είναι γνωστό ότι δεν τρέφω εκτίμηση για το ΚΚΕ, την πολιτική που πρεσβεύει και την ιστορία του. Ούτε και συμφωνώ απαραιτήτως με τη γνώμη την οποία εξέφρασε κατά τον συγκεκριμένο τρόπο ο βουλευτής του ΚΚΕ. Εντούτοις, υπερασπίζομαι το δικαίωμά του να χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο τρόπο, δηλαδή την παρεξηγημένη λέξη «μ@λ@κία», ανεξαρτήτως του αν εγώ συμφωνώ ή όχι για τον τρόπο με τον οποίο τη χρησιμοποιεί.
Κατ’ αρχάς, να παραδεχθούμε δημοσίως αυτό που ο καθένας μας αναγνωρίζει κατ’ ιδίαν, ότι η συγκεκριμένη λέξη καλύπτει μια εκφραστική ανάγκη. Μάλιστα δε μια εκφραστική ανάγκη πολύ πιεστική – ειδάλλως, δεν θα τη χρησιμοποιούσαμε τόσο συχνά στην καθημερινότητά μας. (Παρεμπιπτόντως, θυμάμαι πολύ καλά προ εικοσαετίας διαφημιστική καταχώρηση γραφείου ταξιδίων σε βρετανική εφημερίδα, όπου η Ελλάδα παρουσιαζόταν περίπου ως «the land of souvlaki and malaka»…). Αξίζει να προσέξουμε, άλλωστε, ότι στην επίμαχη φράση του ο βουλευτής του ΚΚΕ μιλά για «μ@λ@κία» και ανοησία, αναφέρεται δηλαδή σε δύο διαφορετικά πράγματα.
Αν όμως η «μ@λ@κία» ως λέξη χρήζει ηθικής αποκατάστασης και αποενοχοποίησης στον δημόσιο λόγο, είναι για την ιστορικότητά της, που έχει αδίκως αγνοηθεί. Αυτό οφείλεται στην απόσταση που μας χωρίζει σήμερα από τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Γνωρίζουμε μόνο την αναφορά της λέξης στον Επιτάφιο του Περικλέους («φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας»: πηγή ατελείωτης πλάκας στα γυμνασιακά χρόνια…) και νομίζουμε ότι αυτό είναι και ως εκεί.
Λάθος! Γιατί αν διαβάσουμε στο πρωτότυπο ιστορικά, πολιτικά και ρητορικά κείμενα της αρχαιότητας, θα διαπιστώσουμε – ας μου επιτραπεί το λογοπαίγνιο – ότι η «μαλακία» πάει σύννεφο. Για να μην παρεξηγηθώ, να διευκρινίσω εδώ ότι, όταν χρησιμοποιώ τον όρο «μ@λ@κία», αναφέρομαι στην επικρατούσα χρήση της λέξης, αυτήν που θεωρείται προσβλητική και χυδαία σύμφωνα με τα κρατούντα ήθη, ενώ με τον όρο «μαλακία» αναφέρομαι στη χρήση που συναντούμε στα αρχαία κείμενα, δηλαδή στη λέξη ως οιονεί αρχαιολογικό εύρημα.
Δεν παριστάνω τον ειδικό, μιλώ ως τίποτε περισσότερο από ένας σκεπτόμενος αναγνώστης και διαπιστώνω ότι, για παράδειγμα στη γλώσσα του Πλουτάρχου, που δεν είναι δύσκολη για όποιον πέρασε έξι γυμνασιακά χρόνια με μία ώρα Αρχαία κάθε μέρα, «μαλακία» σημαίνει κατ’ αρχάς μαλθακότητα, απουσία φιλοδοξίας, ασθενές φρόνημα. Κατ’ επέκταση και ιδίως μέσα στα συμφραζόμενα του πολιτικού βίου, «μαλακία» σημαίνει ανικανότητα, ολιγωρία και, εν τέλει, ανεπάρκεια.
Θέλω να πω με όλα αυτά ότι η χρήση της λέξης τότε και τώρα δεν διαφέρει. Αντιθέτως, υπάρχει μια συνέχεια εδώ και τη νιώθεις όσο περισσότερο βυθίζεσαι στο περιβάλλον της γλώσσας: η «μαλακία» των αρχαίων είναι η «μ@λ@κία» των επιγόνων τους! Ο «μαλακός», όπως έλεγαν εκείνοι, δεν διαφέρει πολύ από τον οικείο μας «μ@λάκ@». Αντιλαμβάνομαι τον κωμικοτραγικό χαρακτήρα της εξομολόγησης, αλλά, διαβάζοντας φέτος το καλοκαίρι τους Βίους του Πλουτάρχου, η συγκίνησή μου ήταν γνήσια και βαθιά, όταν ένιωσα τη γλωσσική συνέχεια ως κάτι ζωντανό και πραγματικό, χάρη στη συγκεκριμένη, αδίκως περιφρονημένη και ενοχοποιημένη λέξη. Γι’ αυτό καταλαβαίνω τον Καραθανασόπουλο και υπερασπίζομαι τη χρήση της λέξης.