Εχουμε κουραστεί να ακούμε στον δημόσιο διάλογο της χώρας κοινότοπες αναφορές στη δημοκρατία, στη λαϊκή κυριαρχία και στα ατομικά δικαιώματα και πως όλοι οφείλουμε να τα σεβόμαστε. Yπάρχουν όμως κάποιοι κανόνες στη δημοκρατία που αν αγνοούνται υπονομεύεται η ίδια η ύπαρξή της. Ενα τέτοιο ζήτημα είναι αυτό της «ανυπακοής». Σε ένα δημοκρατικό σύστημα οι κανόνες λειτουργίας προκύπτουν από ανοιχτές διαδικασίες προερχόμενες από τη θέληση της λαϊκής κυριαρχίας. Μέσα από εκλογές δηλαδή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία αποφασίζει κι επιβάλλει κανόνες. Που η μειοψηφία έχει το δικαίωμα να αμφισβητεί, να ασκεί κριτική αλλά να έχει την υποχρέωση να εφαρμόζει. Η όποια «ανυπακοή» στους κανόνες και τις αποφάσεις είναι αδύνατον να γίνεται δίχως νομικές ή ποινικές συνέπειες και συνακόλουθες πολιτικές επιπτώσεις.
Μια από τις πρώτες εκφράσεις ανυπακοής στους κανόνες της δημοκρατικής διαδικασίας και κατά συνέπεια στις κρατικές εντολές υπήρξε το βιβλίο του Henry David Thoreau «Walden and Civil Disobedience» (1854). Μέσα από την οπτική του απόλυτου ατομικισμού ο Thoreau εξέφρασε τις πολιτικές θέσεις του ισχυρού τότε στην αμερικανική κοινωνία ριζικού φιλελευθερισμού (libertarianism). Αυτός επιμένει πως κανένας, ακόμα και οι εκλεγμένες Αρχές, δεν μπορεί να βάλει εμπόδια στις επιθυμίες των πολιτών, ανεξάρτητα από τον ναρκισσισμό ή την καταστροφικότητά τους. Αυτού του είδους ο νεοσυντηρητισμός μού είναι αδύνατο να καταλάβω πού ακριβώς τέμνεται με τη λογική της απείθειας του ΚΚΕ ή του κ. Βαρουφάκη!
Η πολιτική λογική της ανυπακοής συνδέεται βαθιά με τις αντιεξουσιαστικές λογικές των αναρχοφιλελεύθερων κινήσεων των οπαδών του ανεξέλεγκτου καπιταλισμού! Αυτοί υποστηρίζουν πως η κρατική παρέμβαση παρεμποδίζει τη λογική ανάπτυξη της οικονομικής δράσης και το κράτος στηρίζει τις όποιες λαϊκές διεκδικήσεις κατά των αφεντικών. Σε αντίθεση με τη μαρξιστική λογική, το κράτος περιορίζει τη δύναμη των κυρίαρχων της αγοράς, επιβάλλοντας κανόνες, όρια και περιορισμούς. Κάθε κίνηση λοιπόν ανυπακοής κατά της νόμιμης εξουσίας αφήνει ανυπεράσπιστα τα λαϊκά στρώματα απέναντι στις αυθαιρεσίες των οικονομικά και πολιτικά ισχυρών!
Το αποτέλεσμα συνεπώς της ανυπακοής της ελληνικής Αριστεράς ξεπερνά τα όρια της πολιτικής θεωρίας και οδηγεί σε αδιέξοδα πολιτικά και δημοκρατικά. Καταρχήν επιδεικνύει ενοχλητική αδιαφορία για την ισότητα όλων απέναντι στον νόμο. Οταν υπάρχουν κανόνες που, για υγειονομικούς λόγους, ισχύουν για όλους, πώς γίνεται η Αριστερά να απαιτεί να εξαιρείται μια μικρή πολιτική ελίτ από αυτούς;
Οταν τα κόμματα που σέβονται τους κανόνες της δημοκρατίας αποκαλούνται περιφρονητικά «κόμματα της υπακοής», τότε η κομμουνιστική Αριστερά καλεί σε «ανυπακοή» κατά των θεσμών, των κανόνων και των διαδικασιών. Δύσκολο είναι να αντιληφθεί πως μια τέτοια συμπεριφορά λογικά καταλήγει σε κάλεσμα και προς άλλους να κάνουν το ίδιο; Ποιος τότε θα παρέμβει ώστε η κοινωνία να μη μεταβληθεί σε αρένα πολέμου των πάντων εναντίον των πάντων; Και ποιος θα την προστατεύσει, σε τελευταία ανάλυση, από την επέλαση και τις αυθαιρεσίες των ισχυρών; Λειτουργεί εντός των θεσμών;
Είναι, τέλος, οξύμωρο να καλούν κάποιοι σε ανυπακοή κατά τη έννομης τάξης και παράλληλα να επικαλούνται το Σύνταγμα για κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους!