Επανεκτίμηση των μέτρων που έχουν ληφθεί για τη Δικαιοσύνη εν μέσω του δεύτερου κύματος της πανδημίας του κοροναϊού για τη λειτουργία των δικαστηρίων χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η δημόσια υγείας, ζητούν με κοινή ανακοίνωσή τους δύο μέλη του Δ.Σ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και δύο συνάδελφοί τους, μέλη της ίδιας δικαστικής ένωσης.
Συγκεκριμένα την ανακοίνωση υπογράφουν οι Δημήτριος Φούκας, Πρόεδρος Πρωτοδικών και μέλος, ΔΣ ΕνΔΕ,Ελευθερία Κώνστα, εφέτης και μέλος του ΔΣ ΕνΔΕ, Ευστάθιος Βεργώνης, Αντεισαγγελέας Εφετών και Μαρία Μπουτάκη,πρωτοδίκης.
Σε αυτήν αναφέρουν τα εξής :
«Κάθε μέρα που περνάει, οι αριθμοί της πανδημίας προβάλλουν μια ζοφερή πραγματικότητα, που όλοι μαζί πρέπει να αντιμετωπίσουμε, ο κάθε ένας από την θέση του, με την καθοδήγηση και την ουσιαστική συμβολή της επιστήμης. Σε αυτή την πορεία δεν συγχωρούνται λάθη. Κάθε λάθος σημαίνει κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Δεν μπορούμε να διαχειριζόμαστε την πανδημία, με τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα άλλα προβλήματα, τα συνήθη, την οικονομία, την κοινωνική πολιτική κλπ. Ούτε βέβαια να δημιουργούμε άσκοπες αντιπαραθέσεις για ζητήματα που σχετίζονται με την πανδημία.
Η διαχείριση της πανδημίας, με κύριο περιεχόμενο τα μέτρα για τον περιορισμό των κοινωνικών δραστηριοτήτων δεν είναι δυνατόν να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ της εκτελεστικής εξουσίας και των όποιων κοινωνικών εταίρων. Όπου έγινε αυτό πληρώθηκε με ανθρώπινες ζωές.
Η λειτουργία της Δικαιοσύνης εν μέσω πανδημίας αποτελεί θεσμική εγγύηση λειτουργίας της δημοκρατίας και συνεπώς ζητούμενο είναι η ασφαλής λειτουργία της, ιδιαίτερα την κρίσιμη τούτη στιγμή. Η Δικαιοσύνη ως θεσμός της Δημοκρατίας πρέπει να λειτουργεί με συγκεκριμένα πρωτόκολλα για την πανδημία προς διαφύλαξη της υγείας όλων των παραγόντων που συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργία της, πολλώ δε μάλλον και των πολιτών που προσέρχονται σε αυτήν. Κατ’ επανάληψη έχουμε τονίσει ότι οι αρμόδιοι φορείς όφειλαν να έχουν θεσμοθετήσει τρόπους διαχείρισης των δικαστικών διαδικασιών προσαρμοσμένους στη ιδιαιτερότητα του θεσμού. Το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης αν και αναμενόταν το δεύτερο κύμα έξαρσης της πανδημίας, το οποίο κατακλύει ήδη την χώρα, δεν προέβη εγκαίρως στην καθιέρωση συγκεκριμένων πρωτοκόλλων διαχείρισης τόσο ως προς την λειτουργία των δικαστηρίων όσο και την διαχείριση περιστατικών διαπιστωμένων κρουσμάτων κοροναϊού, προσαρμοσμένα στη ιδιαιτερότητα του θεσμού.
Σήμερα το Κράτος μεταβιβάζει το βάρος της ευθύνης στους υπηρετούντες τον χώρο της Δικαιοσύνης, με την τήρηση των προσωπικών μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας, ενώ με δυσκολία διαθέτει μέσα προστασίας, ακόμα και τα στοιχειώδη. Εν μέσω της ιδιαίτερα κρίσιμης για τα Δικαστήρια της Θεσσαλονίκης και Λάρισας κατάστασης, λόγω της έξαρσης του ιού στις αντίστοιχες πόλεις και ενόψει των συχνών καταγγελιών των συναδέλφων που υπηρετούν στα δικαστήρια της Αθήνας περί εστιών συνωστισμού κατά την εκδίκαση κυρίως πολιτικών αλλά και ποινικών υποθέσεων, φρονούμε ότι πρέπει να επανεκτιμηθούν τα ληφθέντα μέτρα και να εκδοθεί νέα ΚΥΑ, που να τροποποιεί για το διάστημα της ισχύος της, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα συνωστισμού, που έχουν προκύψει τις τελευταίες εβδομάδες.
Το δε Προεδρείο της Ένωσης όφειλε, να έχει ως προτεραιότητα να ασκήσει την δέουσα πίεση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, κατάλληλα για την εφαρμογή τους στο δικαστηριακό περιβάλλον. Ο φόβος του καθενός μας για την υγεία του είναι υπαρκτός και οφείλει το Προεδρείο να τον λάβει υπόψη του.
Οφείλουμε να επιδιώξουμε άμεσα ως ΕνΔΕ τα ακόλουθα:
1) Υποχρεωτική παράσταση αποκλειστικά με δήλωση όλων των διαδίκων, όχι μόνο σε διαδικασίες, που αυτή επιτρέπεται ήδη προαιρετικά (Άρειος Πάγος, Πολιτικό Εφετείο) αλλά και στις ειδικές διαδικασίες, εκουσία δικαιοδοσία και ασφαλιστικά μέτρα με εξέταση μαρτύρων ενώπιον συμβολαιογράφων (ένορκες βεβαιώσεις) και όχι στα Ειρηνοδικεία για την αποφυγή του συνωστισμού στα Δικαστήρια.
2) Διεξαγωγή κανονικά των τυπικών συζητήσεων της νέας τακτικής διαδικασίας σε όλα τα δικαστήρια, αφού εκεί ούτως ή άλλως πρακτικά δεν υπάρχει προφορική διαδικασία.
3) Οι υποθέσεις στις οποίες δεν έχουν υποβάλλει δήλωση όλα τα διάδικα μέρη (ανεξαρτήτως διαδικασίας) δεν εισάγονται προς συζήτηση και αναβάλλονται οίκοθεν.
4) Ως προς την εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων, εκδίκαση μόνο των υποθέσεων που υπάρχει κίνδυνος παραγραφής και αυτών στις οποίες υπάρχουν προσωρινά κρατούμενοι.
5) Ο επαναπροσδιορισμός των υποθέσεων που δεν θα συζητηθούν είναι αρμοδιότητα του Διευθύνοντος εκάστου δικαστικού σχηματισμού λαμβανομένων πάντα υπόψη των αποφάσεων των οικείων ολομελειών».