Στο άκουσμα της είδησης ανατριχιάζεις ολόκληρος. Τα πόδια γίνονται βαριά και το στομάχι κόμπος. Στερεύουν οι λέξεις και τα δάκρυα. Ο Ντιέγκο. Ο Θεός Ντιέγκο δεν είναι πια ανάμεσά μας. Πέταξε για την γειτονιά των Αγγέλων.
Σε ηλικία 60 ετών, ο θρύλος του ποδοσφαίρου έφυγε από τη ζωή, βυθίζοντας στο πένθος τον παγκόσμιο αθλητισμό.
Ο άνθρωπος που λατρεύτηκε σαν Θεός από τους πάντες. Ο κατά πολλούς, κορυφαίος παίκτης που πέρασε από το ποδόσφαιρο, νικήθηκε από την καρδιά του και τα χρόνια προβλήματα υγείας. Ο Ντιέγκο. Ο Ντιεγκίτο αφήνει πίσω του μια κληρονομιά, που δύσκολα πλησιάζει κανείς. Και to10.gr αποτίει φόρο τιμής στον Θεό που πάτησε το πόδι του στη γη, αλλάζοντας μια και καλή τον κόσμο του ποδοσφαίρου. Στον επαναστάτη που έκανε ολόκληρο τον κόσμο να χορεύει στους ρυθμούς του… τανγκό.
Έτσι, ξεκίνησε να γράφεται ο μύθος του
Η μέρα που ο Θεός βρέθηκε στη… γη ήταν η 30η Οκτωβρίου του 1960. Στο Λανούς της Αργεντινής, σε μια κωμόπολη του Μπουένος Άιρες γεννήθηκε ο Ντιεγκίτο και κανείς δεν φανταζόταν τότε την μετέπειτα πορεία του.
Τα πρώτα χρόνια ήταν περίεργα και δύσκολα για τον μικρό Ντιέγκο. Μεγάλωνε μαζί με τους γονείς του, Ντιέγκο και Ντάλμα Σαλβαδόρα, και τα αδέρφια του στη Βίλα Φιορίτο, σε μια φτωχική γειτονιά λίγο έξω από την πρωτεύουσα της Αργεντινής.
Από μικρός ήταν ερωτευμένος με το ποδόσφαιρο. Της… μιλούσε της μπάλας από πιτσιρικάς. Η… περιπέτεια του Μαραντόνα στο ποδόσφαιρο ξεκίνησε από τους «Los Cebollitas». Το περίεργο σε αυτό; Πως στην γλώσσα του Μαραντόνα σήμαινε «Τα Κρεμμυδάκια». Αυτή η συνοικιακή ομάδα με τον… ιδιαίτερο τίτλο αποτέλεσε το πρώτο κάλεσμα του οργανωμένου ποδοσφαίρου στον Αργεντινό «θρύλο».
Σε ηλικία 9 ετών φόρεσε τη φανέλα της «Los Cebollitas», δείχνοντας με το καλημέρα το πλούσιο ταλέντο του. Ο Μαραντόνα εντάχθηκε στις ακαδημίες της Αργεντίνος Τζούνιορς, καταθέτοντας στο γήπεδο τα πρώτα διαπιστευτήρια.
Ο τότε προπονητής της ομάδας νέων της ομάδας των Αρχεντίνος Τζούνιορς, Κορνέγιο, είχε πει για τον Μαραντόνα: «Όταν ο Ντιέγκο ήρθε στην Αρχεντίνος Τζούνιορς για δοκιμές, ήμουν πραγματικά τρελαμένος από το ταλέντο του και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήταν μόλις οκτώ ετών. Τον ρωτήσαμε για την ταυτότητά του, ώστε να το ελέγξουμε, αφού παρόλο που είχε τη διάπλαση ενός παιδιού έπαιζε σαν ενήλικας».
Μόλις δέκα ημέρες πριν από τα 16α γενέθλιά του, ο «Pibe de Oro», έκανε το ντεμπούτο του με τη φανέλα του Αρχεντίνος Τζούνιορς, στην εντός έδρας αναμέτρηση με την Ταγιέρες. Στις 20 Οκτωβρίου 1976, ο θρύλος της Αργεντινής «συστήθηκε» στο ποδόσφαιρο.
Ο προπονητής του, Χουάν Κάρλος Μόντες τον έριξε κατευθείαν στα βαθιά, με τον Ντιεγκίτο να τον δικαιώνει. Ήταν το πρώτο ματς του Μαραντόνα, έχοντας στην πλάτη τη φανέλα με το νούμερο «16».
Το ξεπέταγμα στην Μπόκα Τζούνιορς
Μετά από 5 χρόνια στην Αργεντίνος και 116 γκολ σε 166 ματς, είχε φτάσει η στιγμή για το μεγάλο βήμα. Η Μπόκα Τζούνιος μαγεύτηκε από τις ικανότητες του μικρού Ντιεγκίτο και στις 20 Φεβρουαρίου του 1981 τον έκανε δικό της.
Με τη φανέλα της Μπόκα ξεκίνησε να γράφει τον… μύθο του και να γίνεται γνωστός παντού. Μπορεί να έμεινε στην ομάδα για μόλις μια σεζόν, ωστόσο κατάφερε να αφήσει το στίγμα του. Ο Ντιεγκίτο οδήγησε τους «Γενοβέζους» στο πρωτάθλημα του 1981, μετά από 5 στείρα χρόνια για την ομάδα.
Στο πρωτάθλημα της Αργεντινής, ο «pibe de oro» ήταν για πέντε συνεχόμενες χρονιές πρώτος σκόρερ, επίδοση ρεκόρ που ακόμα παραμένει.
Ο Ντιεγκίτο έκανε πάταγο στην Αργεντινή. Παπάδες στους αγωνιστικούς χώρους, με αποτέλεσμα να κερδίσει το εισιτήριο για την Ισπανία και την Μπαρτσελόνα. Ο Μαραντόνα είχε μπροστά του μια νέα σελίδα, που του έδωσε το… πάτημα για την επόμενη απογείωση, σε άλλες πολιτείες.
Η περιπέτεια της Ισπανίας
Στην Βαρκελώνη τα πράγματα δεν πήγαν όπως περίμενε. Με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα αγωνίστηκε για δύο σεζόν. Ο Ντιέγκο προσαρμόστηκε γρήγορα στην καινούργια του ομάδα, σκόραρε στο ντεμπούτο του απέναντι στη Βαλένθια, πέτυχε χατ-τρικ στην πρώτη του συμμετοχή στο Κύπελλο Κυπελλούχων με αντίπαλο τον Απόλλωνα Λεμεσού και δυο ακόμα γκολ μέσα στο Βελιγράδι στον δεύτερο γύρο επί του Ερυθρού Αστέρα. Ωστόσο, η χρονιά, σημαδεύτηκε από την περιπέτεια που είχε με την υγεία του, όταν προσβλήθηκε από ηπατίτιδα και έμεινε εκτός αγωνιστικής δράσης για τέσσερις μήνες.
Ο Ντιεγκίτο επέστρεψε στις Μαρτίου του ’83, σε ένα ματς με αντίπαλο την Μπέτις και η σεζόν έκλεισε ιδανικά με δύο κούπες (Κύπελλο Ισπανίας, Λιγκ Καπ).
Σε 24 ματς της σεζόν 82-83, σημείωσε 16 γκολ με τη φανέλα των «Μπλαουγκράνα», με τον ίδιο πάντως να μοιάζει λίγο έξω από τα νερά του. Άλλωστε, ήταν η πρώτη φορά που ήρθε αντιμέτωπος με την πειθαρχία και τον επαγγελματισμό σε τόσο μεγάλο βαθμό.
Η δεύτερη σεζόν είναι και πάλι γεμάτη περιπέτεια, εντάσεις και τραυματισμούς. Το πρώτο σοκ ήρθε στις 24 Σεπτεμβρίου του ’83. Σε μια αναμέτρηση της Μπάρτσα με την Αθλέτικ Μπιλμπάο, το μεγάλο αστέρι του ποδοσφαίρου τραυματίστηκε σοβαρά. Σε μια επέλαση του Αργεντίνου, ο γνωστός ως χασάπης του Μπιλμπάο, Αντόνι Γκοϊκοετσέα τον χτύπησε από πίσω με δολοφονικό τάκλιν και του διέλυσε τον αστράγαλο του αριστερού του ποδιού (κάταγμα και ολική ρήξη συνδέσμων).
Ο Ντιεγκίτο επέστρεψε σε χρόνο ρεκόρ στη δράση και συγκεκριμένα στις 8 Ιανουαρίου του 1984. Έδειχνε να έχει αφήσει πίσω του τον τραυματισμό και έμοιαζε έτοιμος να σαγηνεύσει και πάλι τα πλήθη με τα… χορευτικά του.
Αναμφίβολα, ημερομηνία ορόσημο για τον Μαραντόνα στην Μπαρτσελόνα αποτελεί η 5η Μαΐου του 1984. Στον τελικό του Κυπέλλου, οι Καταλανοί συναντούσαν ξανά την Μπιλμπάο του… χασάπη. Άπαντες περίμεναν με μεγάλη ανυπομονησία εκείνο το ραντεβού και τα όσα έγιναν εκείνη τη μέρα μπορούν να περιγραφούν με μόλις μια λέξη. Χάος! Τα χτυπήματα έπεφταν… βροχή, με τον Ντιεγκίτο να βρίσκεται στο επίκεντρο. Ματωμένα πρόσωπα, φορεία στο αγωνιστικό χώρο και χτυπήματα βγαλμένα από ταινία, συνέθεταν το εκρηκτικό σκηνικό.
Ο τελικός έμεινε γνωστός ως «la batalla del Bernabéu», δηλαδή «η μάχη του Μπερναμπέου» και συνεχίστηκε στη μικτή ζώνη και την αίθουσα Τύπου με εκατέρωθεν δηλώσεις. Ο μεγάλος πρωταγωνιστής, Ντιέγκο Μαραντόνα, δε μάσησε τα λόγια του: «Όλα ξεκίνησαν με την άσεμνη χειρονομία που μου έκανε ο Νούνιεθ. Γενικά είχα θέματα με τους Νούνιεθ, Σόλα, Σαράμπια και Γκοϊκοετσέα. Όλοι ήρθαν προς το μέρος μου και συνέβη ό,τι συνέβη».
Στη συνέχεια τον λόγο είχε η ισπανική ομοσπονδία, η οποία και επέβαλλε τρεις αγωνιστικούς μήνες εκτός από κάθε επίσημη ισπανική διοργάνωση στους Μαραντόνα, Κλος, Μιγκέλι, Σαράμπια, Γκοϊκοετσέα και Ντε Αντρές. Και κάπως έτσι, έμπαινε σιγά σιγά η λέξη «τέλος» δίπλα στην διαδρομή του Ντιεγκίτο στην Μπάρτσα.
Η ανοιχτή κόντρα του με τον πρόεδρο της ομάδας, οι τάσεις φυγής, αλλά και τα δυσβάσταχτα οικονομικά προβλήματα τον έφεραν στην πόρτα της εξόδου. Μέχρι, που εμφανίστηκε η Νάπολι. Για να αναστηθεί τόσο ο ίδιος, όσο και η ιταλική ομάδα. Οι «Μπλαουγκράνα» γέμισαν τα ταμεία τους με 7 εκατομμύρια ευρώ, που ήταν νέο παγκόσμιο ρεκόρ ακριβότερης μεταγραφής στην ιστορία του ποδοσφαίρου και ο Ντιεγκίτο έγινε… Ναπολιτάνος.
Ενας Θεός στη Νάπολι
«Ζήτησα σπίτι, πήρα ένα διαμέρισμα. Ζήτησα Ferrari, πήρα ένα Fiat», είχε δηλώσει ο Ντιέγκο Μαραντόνα κατά τη μεταγραφή του στη Νάπολι. Με τον Τύπο της περιοχής να σημειώνει για το νέο μεγάλο αστέρι της ομάδας: «Έχουμε έλλειψη σπιτιών, σχολείων, λεωφορείων, απασχόλησης και αποχέτευσης, κανένα από αυτά δεν έχει σημασία γιατί έχουμε τον Μαραντόνα».
Άπαντες στον ιταλικό νότο ήταν τρελαμένοι με την άφιξη του Ντιεγκίτο. Συνυπήρχαν με έναν… Θεό και το γνώριζαν καλά. Τον λάτρεψαν. Τον έβαλαν στην καρδιά τους. Γέμισαν τους δρόμους και τις πλατείες με τοιχογραφίες και αγιογραφίες του.
Άλλωστε, ο Μαραντόνα είχε ήδη ρίξει για ακόμη μια φορά… πόρτα στην Γιουβέντους, με αποτέλεσμα να γίνει ακόμα πιο αγαπητός στις τάξεις των «παρτενοπέι».
Με τη φανέλα της ιταλικής ομάδας έκανε πράγματα και θαύματα. Έμοιαζε να είναι εξωγήινος μέσα στους αγωνιστικούς χώρους. Και το γεγονός πως η Νάπολι δεν ήταν κάποια υπερδύναμη της Ιταλίας, έκανε τις μετέπειτα επιτυχίες ακόμα μεγαλύτερες.
Με τη φανέλα των παρτενοπέι, αγωνίστηκε σε 259 ματς, μετρώντας 115 γκολ και 29 ασίστ. Δεν έγινε κομμάτι της ιστορίας της Νάπολι. Έγινε η ιστορία της Νάπολι.
Τη σεζόν 1986-1987 οδήγησε την ομάδα του στο Έβερεστ του ιταλικού πρωταθλήματος. Η κορυφή βάφτηκε μπλε και είχε φυσικά φαρδιά-πλατιά την σφραγίδα του Ντιεγκίτο.
Την ίδια χρονιά, η Νάπολι έκανε το νταμπλ στην Ιταλία, κατακτώντας και το Κύπελλο. Ο Ντιέγκο όριζε τις εξελίξεις, κάνοντας αφεντικό της Ιταλίας του «παρτενοπέι».
Τη σεζόν 1988-1989, πρόσθεσε ακόμη ένα λιθαράκι στον μύθο του. Ο Αργεντινός Θεός πανηγύρισε το πρώτο και τελευταίο προσωπικό ευρωπαϊκό του τίτλο, κατακτώντας κόντρα στη Στουγκάρδη το Κύπελλο Ουέφα. Η Νάπολι έφτασε στην πηγή, παίρνοντας το τρόπαιο από τους Γερμανούς.
Οι παρτενοπέι έδωσαν συνέχεια στη συλλογή τροπαίων, με τον Μαραντόνα στην πρώτη γραμμή. Την επόμενη σεζόν η Νάπολι πανηγύρισε το δεύτερο και τελευταίο της πρωτάθλημα για να αποχωρήσει από την ομάδα της οποίας έγινε τραγούδι στα χείλη των οπαδών, το 1991. Ο ίδιος, μάλιστα, ποτέ δεν έκρυψε την ταύτισή του με τον σύλλογο αναγνωρίζοντας τη διαφορετικότητα της Νάπολι σε σχέση με τους υπόλοιπους ιταλικούς συλλόγους: «Δε μου αρέσει το γεγονός ότι άπαντες ζητάνε από τους Ναπολιτάνος να είναι Ιταλοί και να υποστηρίζουν την εθνική τους ομάδα. Οι Ναπολιτάνοι πάντα περιθωριοποιούνταν από τους Ιταλούς. Είναι η πόλη που έχει υποφέρει περισσότερο από έναν άδικο ρατσισμό».
Συνολικά με τη φανέλα της Νάπολι, έφτασε στην κατάκτηση πέντε τροπαίων (Πρωτάθλημα το 1987 και το 1990, Coppa Italia το 1987, Kύπελλο UEFA το 1989 και το Σούπερ Καπ του 1990).
Η αποχώρηση του από τον ιταλικό νότο, έγινε με… κρότο και σε συνάρτηση με τον εθισμό του στα ναρκωτικά.
«Ήμουν, είμαι και θα είμαι πάντα εθισμένος με τα ναρκωτικά. Ένας άνθρωπος που μπλέκεται με τα ναρκωτικά πρέπει να παλεύει με αυτό κάθε μέρα», δήλωνε ο Ντιεγκίτο, με την Ομοσπονδία να του επιβάλει ποινή αποκλεισμού 15 μηνών από τους αγωνιστικούς χώρους,
Τα ναρκωτικά, οι φήμες για τη μαφία και ο αποκλεισμός από την Ομοσπονδία έφεραν τη Νάπολι προ τετελεσμένου. Μάλιστα, εκείνη την εποχή ακουγόταν πως οι διοικούντες του ιταλικού συλλόγου έκαναν τα… στραβά μάτια στον εθισμό του Ντιεγκίτο, λόγω και των όσο προσέφερε τότε στην ομάδα.
Όμως, ο κόμπος είχε φτάσει πλέον στο χτένι και ο κύκλος του Θεού στους «παρτενοπέι» είχε ολοκληρωθεί, με τον Αργεντινό σταρ να αποχωρεί για την Ισπανία και την Σεβίλλη.
Μετά από περιπλάνηση στην Σεβίλλη και επιστροφή στην Αργεντινή για λογαριασμό της Νιούελς Ολντ Μπόις, ο Ντιέγκο Μαραντόνα έκλεισε την σπουδαία καριέρα του στην Μπόκα Τζούνιορς. Στις 25 Οκτωβρίου του 1997 έπεσαν οι τίτλοι τέλους για τον Ντιεγκίτο. Αποχαιρέτησε την ενεργό δράση, φορώντας την φανέλα της Μπόκα, στη νίκη με σκορ 2-1 επί της Ρίβερ Πλέιτ στο Monumental στο Μπουένος Άιρες.
Τα κατορθώματα με την Αργεντινή
Βιβλία ολόκληρα μπορεί να γράψει κανείς για την Εθνική Αργεντινής και τον Μαραντόνα. Ο Ντιεγκίτο ξεκόλλησε την «Αλμπισελέστε» από την αφάνεια, οδηγώντας την στα ουράνια.
Ο Μαραντόνα μένει στην ιστορία για δύο λόγους. Για το χέρι του Θεού και για την κατάκτηση του Μουντιάλ του 1986.
Το αθάνατο αριστερό χέρι, το «χέρι του θεού», ή αλλιώς η πιο δοξασμένη παρανομία στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Το παιχνίδι ανάμεσα στην Αργεντινή και την Αγγλία, βρίσκεται στο 51ο λεπτό και στο ματς δεν υπάρχει σκορ. Ο Στιβ Χοτζ προσπαθεί με άτσαλο τρόπο να γυρίσει τη μπάλα στον Πίτερ Σίλτον. Ο Μαραντόνα «οσμίζεται» την ευκαιρία και προτού ο Σίλτον προλάβει να τον «σκεπάσει», όντας αρκετούς πόντους ψηλότερος από εκείνον, χτυπάει τη μπάλα με τη γροθιά του και τη στέλνει στα δίχτυα.
«Αν αυτό ήταν χέρι, τότε ήταν το χέρι του Θεού», είχε δηλώσει μετά το γκολ, γράφοντας ιστορία.
Βεβαίως, κανείς δεν ξεχνάει και το δεύτερο γκολ κόντρα στην Αγγλία. Ένα τέρμα, έργο τέχνης που μνημονεύεται μέχρι και σήμερα. Με το σκορ στο 1-0, ο 26χρονος, τότε, άσος, αποφασίζει να πάρει την μπάλα πίσω από το κέντρο, να περάσει όποιον βρήκε μπροστά του και να πετύχει ένα γκολ που έγινε, το κορυφαίο του αιώνα. Η έκφραση του δημοσιογράφου που έκανε την περιγραφή, είναι μοναδική. «Eυχαριστούμε, θεέ, για το ποδόσφαιρο, για τον Μαραντόνα…», ήταν τα λόγια του. Η γαλλική εφημερίδα L’Équipe περιέγραψε το Μαραντόνα σε εκείνο το παιχνίδι ως «μισός διάολος, μισός άγγελος».
Η Αργεντινή συνέχισε την τρελή της πορεία στο Μουντιάλ του 86΄, με τον Ντιεγκίτο να την οδηγεί μέχρι και το τέλος. Στον μεγάλο τελικό, το τελευταίο εμπόδιο ήταν η Δυτική Γερμανία. Η Αλμπισελέστε νίκησε 3-2 και κατέκτησε το τελευταίο της Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο Μαραντόνα είχε… ζωγραφίσει και με την Εθνική του ομάδα. Η… σφραγίδα του είναι τοποθετημένη στην τελευταία μεγάλη επιτυχία της Αργεντινής.
Οι ατάκες που έμειναν στην ιστορία
Οι κουβέντες του Μαραντόνα πάντα είχαν την δική τους, ξεχωριστή σημασία. Ο Ντιεγκίτο όποτε έβγαινε να μιλήσει, αφενός όλοι κρέμονταν από τα χείλη του και αφετέρου, έδινε ιστορικές ατάκες.
Ο Αργεντινός σταρ ήταν κομμάτι της ιστορίας της Μπόκα. Για τα ντέρμπι των «Γενοβέζων» με την Ρίβερ Πλέιτ, ο Μαραντόνα είχε δηλώσει: «Το να νικάς την Ρίβερ είναι σαν να σε ξυπνάει η μαμά σου το πρωί με ένα φιλί. Ένα ντέρμπι της Μπόκα με την Ρίβερ είναι σαν να κοιμάσαι με την Τζούλια Ρόμπερτς».
Όταν τον αποκαλούσαν Θεό, αυτός απαντούσε: «Όταν μου λένε πως είμαι ο θεός, τους λέω πως κάνουν λάθος. Εγώ είμαι απλά ένας ποδοσφαιριστής. Ο Θεός είναι ο Θεός και εγώ είμαι ο Ντιέγκο».
Ποια όμως ήταν η γνώμη του Ντιεγκίτο για τον θάνατο; «Όταν αποφασίσει ο Θεός ότι είναι η στιγμή, θα έρθει σε εμας».
Με τον Πελέ υπήρχε κόντρα και πάντα στο τραπέζι βρισκόταν το ερώτημα για το ποιος είναι ο GOAT. Ο Μαραντόνα την είχε την απάντηση: «Αν αυτός είναι ο Μπετόβεν εγώ είμαι ο Ρον Γουντ, ο Κιθ Ρίτσαρντς και ο Μπόνο του ποδοσφαίρου. Όλοι αυτοί μαζί. Γιατί εγώ ήμουν το πάθος του ποδοσφαίρου».
Αίσθηση είχε προκαλέσει και για τα όσα είχε πει για τον Πάπα. «Ναι, τσακώθηκα με τον Πάπα. Τσακώθηκα με τον Πάπα, επειδή ήμουν στο Βατικανό και έβλεπα παντού χρυσό και λίγο μετά τον άκουσα να λέει ότι η Εκκλησία ανησυχούσε για τα φτωχά παιδιά. Τότε πούλα το χρυσό φίλε, κάνε κάτι!».
Ο Ντιεγκίτο είχε περιγράψει και τον εαυτό του, μοιράζοντας ατάκες: «Το να είσαι ο Μαραντόνα είναι όμορφο. Είμαι ένας κανονικός άνθρωπος που σκόραρε κόντρα στους Άγγλους που σκότωσαν τα παιδιά μας στα Φόκλαντς. Σήμερα ο κόσμος με γνωρίζει αλλά είμαι ένας περισσότερο από νορμάλ τύπος. Αν πεθάνω και γεννηθώ ξανά, θα ήθελα να είμαι πάλι ποδοσφαιριστής. Και θα ήθελα να είμαι πάλι ο Μαραντόνα. Έδωσα χαρά στον κόσμο και αυτό για εμένα είναι αρκετό».
Στην τελευταία του τηλεοπτική συνέντευξη, ο Μαραντόνα είχε δηλώσει: «Είμαι χαρούμενος. Το ποδόσφαιρο μού χάρισε όσα έχω, τα πάντα, περισσότερα από όσα φανταζόμουν. Κι αν δεν είχα τον εθισμό μου, θα μπορούσα να παίξω πολύ περισσότερο. Πλέον όμως είμαι καλά και το μόνο που μου λείπει είναι οι γονείς μου. Πάντα εύχομαι να είχα μια μέρα παραπάνω με τη μητέρα μου, αλλά ξέρω πως με κοιτά από τον παράδεισο και είναι περήφανη για μένα.
«Η ευχή μου είναι να περάσει γρήγορα αυτή η πανδημία. Θέλω όλοι στην Αργεντινή να είναι καλά. Έχουμε μια όμορφη χώρα και έχω εμπιστοσύνη στην κυβέρνησή μας πως θα μας βγάλει από αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Με θλίβει να βλέπω παιδιά που δεν έχουν να φάνε. Ξέρω πώς είναι να πεινάς για πολλές μέρες και αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει στη χώρα μου. Ευχή μου είναι να βλέπω όλους τους Αργεντινούς χαρούμενους, με δουλειά και να έχουν να φάνε κάθε μέρα».
Η 25η Νοεμβρίου θα μείνει για πάντα στην ιστορία. Είναι η μέρα, που ο Θεός έφυγε από τη γη, ανεβαίνοντας στα Ουράνια. Εκεί, από όπου θα καμαρώνει την μεγάλη και βαριά κληρονομιά που άφησε πίσω του. Αντίο, Ντιέγκο. Το ποδόσφαιρο σε ευγνωμονεί για όσα του (μας) χάρισες.