Κρύβει η έκθεση Πισσαρίδη ένα νέο Μνημόνιο, όπως, κρυφά ή φανερά, υποστηρίζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης; Φυσικά και όχι είναι η απάντηση. Βεβαίως, η έκθεση δεν είναι η πρώτη που καταγράφει τα βασικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και τον λάθος δρόμο που έχει ακολουθήσει έως τώρα. Κατά καιρούς έχουν υπάρξει αρκετές μελέτες από έγκυρους αναλυτές με τις ίδιες διαπιστώσεις για την οικονομική πραγματικότητα της χώρας. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι όλες οι εκθέσεις των διοικητών της Τράπεζας της Ελλάδος και των διεθνών Οργανισμών τις τελευταίες δεκαετίες εντοπίζουν τα βαρίδια και προτείνουν λύσεις. Ομως, ποτέ δεν εφαρμόστηκαν με αποτέλεσμα να έρθει η χρεοκοπία του 2010 και τα Μνημόνια. Και σήμερα που βάλλεται από την πανδημία τα ίδια προβλήματα εμφανίζονται μπροστά της.
Ποια είναι η «προστιθέμενη αξία» της έκθεσης Πισσαρίδη; Οτι καταγράφει αναλυτικά όλο τα συμπτώματα του «ασθενούς» και προτείνει «θεραπεία» με μέτρα πολιτικής σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο δράσης, με βάση τις σημερινές συνθήκες, για την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου για μια βιώσιμη και δυναμική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Από τη φορολογία μέχρι το Ασφαλιστικό, τη Δημόσια Διοίκηση, την Υγεία, την Παιδεία και τη Δικαιοσύνη προτείνονται τομές, που μπορούν να αποκαταστήσουν την κοινωνική δικαιοσύνη και να οδηγήσουν, παράλληλα, στην παραγωγική ανασυγκρότηση που είναι το μεγάλο ζητούμενο.
Το ερώτημα είναι, θα εφαρμοσθεί ή θα έχει την τύχη των προηγούμενων εκθέσεων που έμειναν στα χαρτιά; Το πολιτικό σύστημα θα δώσει την απάντηση αυτή. Θα επιδείξει πολιτική βούληση για την εφαρμογή όλων αυτών των δύσκολων και κοινωνικά ευαίσθητων μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα; Γιατί, κακά τα ψέματα, όπως πάντα, έτσι και τώρα, μία κυβέρνηση μόνη της, ακόμη και αν θέλει, δεν διαθέτει το πολιτικό κεφάλαιο που απαιτείται για να αλλάξουν δομές, συνήθειες και νοοτροπίες δεκαετιών.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται ο κίνδυνος η χώρα να «κυλήσει» σε ένα νέο Μνημόνιο. Σήμερα, λόγω των χαμηλών επιτοκίων και της ευελιξίας στη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση, σε συνδυασμό με τις σχετικά καλές επιδόσεις στη διαχείριση της πανδημίας που έχει προσθέσει αξιοπιστία, η Ελλάδα «απολαμβάνει» σχεδόν μηδενικά επιτόκια στη διαχείριση του χρέους. Ετσι, το εξυπηρετεί χωρίς προβλήματα. Τι θα γίνει όμως, αύριο, σε ένα αρνητικό σενάριο για την πορεία των διεθνών αγορών όταν θα βρεθούν αντιμέτωπες με τα μεγάλα χρέη που θα έχει κληροδοτήσει η πανδημία ακόμη και σε ισχυρές οικονομίες; Φυσικά, οι ευάλωτοι θα είναι αυτοί που θα κινδυνεύσουν περισσότερο.
Η Ελλάδα έχει τώρα την ευκαιρία με μία συνετή διαχείριση της κρίσης, σε συνδυασμό με την άμεση υλοποίηση των νευραλγικών μεταρρυθμίσεων και την αξιοποίηση των 32 δισ. ευρώ από το Ευρωταμείο Ανάκαμψης, να αποφύγει τις νέες περιπέτειες. Δεν πρέπει να χαθεί ούτε μία μέρα.