Αποκλειστικά από γυναίκες θα αποτελείται το επικοινωνιακό επιτελείο του νεοεκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, με επικεφαλής την Κέιτ Μπέντινγκφιλντ, ενώ η ελληνικής καταγωγής Τζεν Ψάκι θα είναι εκπρόσωπος Τύπου. Ο Μπάιντεν, ο οποίος πριν από λίγες ημέρες συμπλήρωσε τα 78 του χρόνια, έλαβε χθες την πρώτη επίσημη ενημέρωση από τις μυστικές υπηρεσίες. Σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να επιλέξει γυναίκα και ως επικεφαλής του Γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού, τη Νίρα Τάντεν, μέχρι τώρα πρόεδρο ενός think tank, η οποία θα έχει το καθήκον να υλοποιήσει τις πολιτικές του νέου προέδρου.
Και οι τρεις αυτές γυναίκες είναι βετεράνοι της κυβέρνησης Ομπάμα. Η Μπέντινγκφιλντ είχε διατελέσει υπεύθυνη Επικοινωνίας του Μπάιντεν όταν ήταν αντιπρόεδρος. Η Τάντεν είχε υπηρετήσει ως ανώτατη σύμβουλος στην υπουργό Υγείας της κυβέρνησης Ομπάμα, Κάθλιν Σιμπέλιους. Η Ψάκι ήταν διευθύντρια Επικοινωνίας του Λευκού Οίκου και εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών.
«Είναι μεγάλη μου τιμή να εργάζομαι ξανά για τον Τζο Μπάιντεν, τον οποίο εκπροσώπησα τα χρόνια της κυβέρνησης Ομπάμα – Μπάιντεν και παρακολούθησα να συμβάλλει καίρια στην οικονομική ανάκαμψη και στην ανοικοδόμηση των σχέσεών μας με τους εταίρους μας, αλλά και να εμποτίζει με ενσυναίσθηση και ανθρωπιά κάθε σύσκεψη στην οποία ήμουν παρούσα» έγραψε σε ανάρτησή της η Τζεν Ψάκι μετά την ανακοίνωση για τη νέα της θέση.
Και στο CNN
Η 41χρονη Ψάκι, η οποία είχε εργαστεί στο παρελθόν και ως αναλύτρια στο CNN, κατάγεται από τη Μεσσηνία, από την πλευρά του πατέρα της, Δημήτρη Ψάκη, αλλά έχει γεννηθεί στο Κονέκτικατ. Από τη μεριά της μητέρας της έχει ιρλανδικές και πολωνικές ρίζες. Είναι παντρεμένη εδώ και 10 χρόνια με τον Γκρέγκορι Μέτσερ, οικονομικό υποδιευθυντή της Επιτροπής για την προεκλογική εκστρατεία υποψηφίων του Δημοκρατικού Κόμματος για το Κογκρέσο, και έχουν δύο παιδιά.
«Η άμεση και ειλικρινής επικοινωνία με τον αμερικανικό λαό είναι ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα του προέδρου και αυτή η ομάδα θα έχει τη μεγάλη ευθύνη να συνδέσει τον αμερικανικό λαό με τον Λευκό Οίκο» ανέφερε ο Μπάιντεν σε ανακοίνωσή του. «Αυτές οι ταλαντούχες, έμπειρες επικοινωνιολόγοι συμβάλλουν με τις διαφορετικές απόψεις από τη δουλειά τους και μοιράζονται την κοινή αφοσίωση για την ανοικοδόμηση της χώρας» πρόσθεσε ο πρόεδρος, ο οποίος υπέστη κάταγμα στο δεξί του πόδι όταν γλίστρησε ενώ έπαιζε με τον σκύλο του στο εξοχικό της οικογένειας.
Η Καρίν Ζαν Πιέρε, η οποία ήταν επιτελάρχης της νεοεκλεγείσας αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις, επιλέχθηκε ως αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου. Προέρχεται και αυτή από την κυβέρνηση Ομπάμα, έχοντας διατελέσει περιφερειακή πολιτική διευθύντρια του γραφείου Πολιτικών Υποθέσεων του Λευκού Οίκου. Η Πίλι Τόμπαρ, επικοινωνιακή διευθύντρια για τις συνεργασίες στην προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν, θα είναι υποδιευθύντρια Επικοινωνίας του Λευκού Οίκου.
Αλλη μια γυναίκα που αναμένεται να αναλάβει ανώτατο ρόλο στη νέα κυβέρνηση είναι η Σεσίλια Ρους, η οποία θα διοριστεί επικεφαλής των οικονομικών συμβούλων του προέδρου. Η Ρους, εργατολόγος στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον, η έρευνα της οποίας επικεντρώθηκε στην οικονομία της εκπαίδευσης και στην καταπολέμηση των ανισοτήτων, είναι μια προσωπικότητα αρεστή στην προοδευτική πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος. Είχε διατελέσει και μέλος της ομάδας των οικονομικών συμβούλων του Ομπάμα.
Ο Τζο Μπάιντεν αναμένεται να επιλέξει και τον Γουάλι Αντεγέμο, οικονομικό σύμβουλο του Μπαράκ Ομπάμα, προκειμένου να υπηρετήσει ως υφυπουργός στο υπουργείο Οικονομικών, όπου το τιμόνι θα αναλάβει η Τζάνετ Γέλεν, ο διορισμός της οποίας ανακοινώθηκε επισήμως χθες. Οι οικονομολόγοι Τζάρεντ Μπερνστάιν και Χέδερ Μπουσέ θα συμμετάσχουν επίσης ως οικονομικοί σύμβουλοι, ενώ ο Μπράιαν Ντιζ θα ηγηθεί του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου.
Η αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας είναι μια από τις προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης, όπως και οι φυλετικές διαφορές που έχουν προκαλέσει τόση ένταση τον τελευταίο καιρό. «Μέχρι στιγμής, οι επιλογές προσώπων στο οικονομικό επιτελείο καλύπτουν ευρύ φάσμα, είναι άνθρωποι με μεγάλη εμπειρία στην Ουάσιγκτον» σχολιάζει ο Ματ Μπένετ, στέλεχος του Δημοκρατικού Κόμματος. «Είναι μια επιστροφή στη λογική και στην αξιοκρατία».