Την ώρα που η διάθεση των εμβολίων που έχουν αναπτυχθεί κατά της Covid-19 φαίνεται πως βρίσκεται στην τελική ευθεία, το μεγάλο ερώτημα είναι πόσο καιρό θα διαρκεί η ανοσία που θα παρέχουν στους εμβολιασμένους έναντι του φονικού ιού.
Τα μέχρι στιγμής δεδομένα των ερευνών που έχουν γίνει δεν δίνουν ικανοποιητικές απαντήσεις καθώς πραγματοποιήθηκαν υπό μεγάλη πίεση χρόνου -μέσα σε μερικούς μήνες- και δεν υπάρχουν μακροπρόθεσμες μελέτες που να δίνουν σχετικές απαντήσεις.
Για παράδειγμα, η μελέτη του Ινστιτούτου Ανοσολογίας La-Jolla της Καλιφόρνιας που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, αναφέρει ότι τόσο τα αντισώματα όσο και τα λεγόμενα κύτταρα Τ, δύο κεντρικά όπλα του ανθρώπινου αμυντικού συστήματος, ήταν ανιχνεύσιμα μετά από πέντε μήνες από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, ακόμη και ηπίων. Ωστόσο, η μελέτη δημοσιεύτηκε ως Preprint, δηλαδή χωρίς να έχει αξιολογηθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, γεγονός που σημαίνει ότι δεν μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα.
Όπως αναφέρει, μιλώντας στην Deutsche Welle, ο Τόμας Γιάκομπ από το γερμανικό Ινστιτούτο Τροπικής Ιατρικής Μπέρνχαρντ-Κνοχ, οι παρατηρήσεις της συγκεκριμένης έρευνας σε σχέση με την πολυεπίπεδη αντίδραση του αμυντικού μας συστήματος προκαλούν αισιοδοξία για δύο λόγους.
Πρώτον, στη λεγόμενη παθητική ανοσοποίηση, η οποία βασίζεται στην παραγωγή μεγάλου αριθμού αντισωμάτων που προκαλούνται στον οργανισμό για να αντισταθεί στη λοίμωξη. Όταν ο ανθρώπινος οργανισμός διαθέτει πολλά από αυτά, ο ιός “συλλαμβάνεται” πριν εισβάλει στα κύτταρα. Ο εμβολιασμός λοιπόν θα μπορούσε να προσφέρει ακόμα μεγαλύτερη ασπίδα προστασίας μέσω ανοσοκυττάρων, από ό,τι μια φυσική λοίμωξη. Όσο καιρό ανιχνεύεται αρκετός αριθμός αντισωμάτων, μπορεί κανείς να κάνει λόγο για μια παθητική ανοσοδιέγερση.
Δεύτερον, το γεγονός ότι τα λεγόμενα κύτταρα Τ είναι ανιχνεύσιμα στον ανθρώπινο οργανισμό μήνες μετά, δημιουργεί την προσδοκία, ότι τα συμπτώματα του Covid-19 περιορίζονται, σημειώνει ο Γιάκομπ. Μια τέτοια κλινική ανοσοποίηση που αποκτήθηκε από προηγούμενη λοίμωξη, θα οδηγούσε αυτούς που έχουν νοσήσει από τον ίδιο παθογόνο μικροοργανισμό στην εκδήλωση ήπιων συμπτωμάτων κρυολογήματος, όπως συμβαίνει με άλλους λιγότερο επικίνδυνους κοροναϊούς. Αλλά ο εμβολιασμός δεν θα μπορούσε να προσφέρει, προς το παρόν τουλάχιστον, παθητική ανοσία και προστασία εφόρου ζωής.
Μια άλλη επιστημονική ομάδα ανακοίνωσε πρόσφατα ότι κύτταρα Τ είναι ανιχνεύσιμα ακόμη και έξι μήνες μετά την λοίμωξη με Covid-19. «Πρόκειται για πολλά υποσχόμενα νέα. Εάν μέσω μιας λοίμωξης με φυσικό τρόπο δημιουργούνται ισχυρά αντισώματα, και αυτό σημαίνει ότι ένα εμβόλιο θα μπορούσε να κάνει ακριβώς το ίδιο», αναφέρει η Φιόνα Βατ, πρόεδρος του Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας του King’s College σε άρθρο της στο επιστημονικό περιοδικό “The BMJ“.
Ο Κάρστεν Βατσλ, ανοσολόγος στο Ινστιτούτo Ερευνών Εργασίας Λάιμπνιτς του Τεχνικού Πανεπιστημίου στο Ντόρτμουντ, επισημαίνει ότι σε λοιμώξεις με άλλους κοροναϊούς που προκαλούν κοινή γρίπη, ο άνθρωπος διατηρεί προστασία μέχρι και μισό χρόνο κατά μέσον όρο αφότου νόσησε. “Λοίμωξη με φυσικό τρόπο δεν συγκρίνεται με ένα εμβόλιο που παρέχει πολύ πιο δραστική προστασία” σημειώνει ο Βατσλ, ο οποίος είναι επίσης και γενικός γραμματέας της Γερμανικής Εταιρείας Ανοσολογίας. “Η ελπίδα είναι ότι η ανοσία όσων εμβολιαστούν θα διαρκέσει περισσότερο”.
Κρίσιμα ερωτήματα
Εάν τα αντισώματα ή τα κύτταρα Τ ή ακόμη και μίξη των δύο παραγόντων παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανοσία, είναι ακόμη νωρίς για να απαντηθεί. “Η λεγόμενη παθητική ανοσοποίηση εξαρτάται κατά πάσα πιθανότητα από έναν μεγάλο αριθμό εξουδετερωμένων αντισωμάτων, ενώ η βαρύτητα της ασθένειας σχετίζεται με την αύξηση των κυττάρων Τ. Έτσι δεν μπορούμε να πούμε τι από τα δύο παίζει τον πιο καθοριστικό ρόλο”. Κατά τον Γιάκομπς, για ευπαθείς ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι σε οίκους ευγηρίας, είναι πολύ σημαντική η ύπαρξη εμβολίου που θα προσφέρει παθητική ανοσοποίηση στο προσωπικό και σε άλλους ανθρώπους, “οι οποίοι μάλιστα θα πρέπει να εμβολιάζονται ίσως πολλές φορές. “Για τον υπόλοιπο πληθυσμό θα αρκούσε ενεργητική ανοσοποίηση“.
Άγνωστο παραμένει για την ώρα εάν ο εμβολιασμός προστατεύει και από την ευρύτερη διάδοση του ιού. Η άποψη του Γιάκομπς είναι ότι η πιθανότητα είναι πολύ μικρή με την παρουσία μεγάλου αριθμού αντισωμάτων. Σε περίπτωση ενεργητικής ανοσοποίησης ίσως ο κίνδυνος να συνεχίζει να υπάρχει, αλλά χρειάζεται να γίνουν ακόμη κι άλλες μελέτες επ’ αυτού. Σε κάθε περίπτωση το εμβόλιο θα συμβάλλει καταρχήν σε μια πρώτη ανακούφιση της κατάστασης “Ακόμη κι αν η προστασία διαρκεί μόνο δύο χρόνια, υπάρχει η δυνατότητα αναμνηστικής δόσης” λέει ο Γιάκομπς. “Είναι λίγο σπαστικό, αλλά πρακτικά γίνεται. Έτσι ο ιός θα μετατρέπονταν όπως κάθε άλλος ιός τον οποίο αντιμετωπίζουμε με εμβολιασμό και δεν θα είχαμε πανδημία”.