Να προσεγγίσει η Ελλάδα την κυβέρνηση Μπάιντεν σε ρόλο εταίρου των ΗΠΑ στην εξεύρεση λύσεων και την ανάδειξη ευκαιριών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αποφεύγοντας να επικεντρωθεί στην πάγια θέση της αναζήτησης στήριξης από την Ουάσιγκτον έναντι των προβλημάτων της με την Τουρκία, δηλώνει στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο Εντη (Αυξέντης) Ζεμενίδης, εκτελεστικός διευθυντής στο Συμβούλιο Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC). Ο κύπριος στην καταγωγή ομογενής και βαθύς γνώστης των πεπραγμένων στην Ουάσιγκτον υπογραμμίζει ότι με τον τρόπο αυτό η Αθήνα θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία αφενός μιας διαφαινόμενης πιο ξεκάθαρης στάσης των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας, αλλά και το γεγονός ότι οι ΗΠΑ βλέπουν πλέον την Ανατολική Μεσόγειο ως ξεχωριστή περιοχή.
«Ο ίδιος ο Μπάιντεν και η ομάδα του γνωρίζουν τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Επίσης, γνωρίζουν τα ζητήματα της Ελλάδας, της Κύπρου και της ευρύτερης περιοχής. Από τον καιρό του πατέρα Μπους έχουμε να δούμε ομάδα με την εμπειρία του διπλωματικού επιτελείου Μπάιντεν. Ο Αντονι Μπλίνκεν (υπουργός Εξωτερικών) και ο Τζέικ Σάλιβαν (σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας) είναι πρόσωπα οικεία σε όσους ασχολούνται με την εξωτερική πολιτική διεθνώς.
Επίσης, υπάρχει μια μεγάλη δεξαμενή στελεχών της διπλωματίας και της εξωτερικής πολιτικής, κάποιοι μάλιστα ήταν και υποψήφιοι για τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, οι οποίοι μπορεί να τοποθετηθούν πρεσβευτές σε πρωτεύουσες – κλειδιά, αλλά και να γίνουν ειδικοί απεσταλμένοι του προέδρου σε συγκεκριμένα θέματα, κάτι που δεν έχουμε δει στις δύο τελευταίες προεδρίες και το είδαμε με τον Τζον Κέρι, που ανέλαβε ειδικός απεσταλμένος για το κλίμα. Ενδέχεται να υπάρξει παρόμοια τοποθέτηση για το Ιράν, είχαμε δει παλαιότερα τέτοιο πόστο για τις σχέσεις Ισραήλ και Παλαιστίνης. Συζητείται ότι μπορεί να έχουμε τέτοια πρόσωπα, τα οποία θα έχουν την ευθύνη για συγκεκριμένα θέματα και απευθείας διασύνδεση με τον Λευκό Οίκο.
Ο Μπάιντεν και ο Μπλίνκεν καταλαβαίνουν ότι η διπλωματία των ΗΠΑ είναι θετικό και ισχυρό εργαλείο, που δεν έχει χρησιμοποιηθεί σωστά τα τελευταία τέσσερα χρόνια» λέει ο Ζεμενίδης. Υπάρχει περίπτωση να έχουμε ειδικό απεσταλμένο και στην Ανατολική Μεσόγειο; ρωτώ τον εκτελεστικό διευθυντή του HALC. «Εξαρτάται από τις εξελίξεις, δεν θα τοποθετηθεί, αν δεν υπάρχει ευκαιρία για επιρροή.
`Αλλά επειδή η Ανατολική Μεσόγειος θεωρείται για πρώτη φορά από τις ΗΠΑ ως ξεχωριστή πολιτική περιοχή, υπάρχει άλλωστε και το νομοσχέδιο που απαιτεί να έχουν οι ΗΠΑ στρατηγική για την Ανατολική Μεσόγειο ως περιοχή, μπορεί να δούμε ειδικό απεσταλμένο στην Ανατολική Μεσόγειο» λέει, αναφερόμενος στο νομοσχέδιο (είναι πλέον νόμος) των γερουσιαστών Μενέντεζ και Ρούμπιο. Κατά τον Ζεμενίδη, η επιρροή του Δημοκρατικού γερουσιαστή Μενέντεζ, ο οποίος ασχολείται ενεργά με τα ελληνοτουρκικά θέματα, θα ενισχυθεί. Δεν αποκλείεται, άλλωστε, να αποκτήσει τη θέση του προέδρου της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων στο Κογκρέσο, κάτι που εξαρτάται, όμως, και από το αποτέλεσμα των σχετικών εκλογών στην Τζόρτζια, καθώς δεν είναι σίγουρη η εκλογή δύο Δημοκρατικών γερουσιαστών.
Νομοσχέδιο ανατροπής
«Υπάρχουν ήδη δείγματα γραφής για τη στάση των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας. Με την τροπολογία στο αμυντικό νομοσχέδιο, που προβλέπονται κυρώσεις στην Τουρκία για τους S-400, φαίνεται ότι δικομματικά, στη Γερουσία και στον Λευκό Οίκο, δεν θα δεχτούν την Τουρκία, όπως έκανε ο Τραμπ. Το γεγονός ότι ο Πομπέο μίλησε τόσο έντονα και σκληρά έναντι της Τουρκίας στην πρόσφατη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ δείχνει ότι ο Τραμπ, προσωπικά, προστάτευε την Τουρκία» επισημαίνει ο Ζεμενίδης, ο οποίος γνωρίζει διαχρονικά την πολιτική των ΗΠΑ έναντι Ελλάδας και Τουρκίας.
«Ως προς την Ελλάδα, στο ίδιο νομοσχέδιο βλέπουμε ενίσχυση της επένδυσης στη Σούδα, ενώ σε άλλη τροπολογία ζητείται η εκπόνηση έκθεσης ώστε να διερευνηθεί τι άλλο μπορούμε να κάνουμε με την Ελλάδα. Δεν συνεχίζεται μόνο το καθεστώς καλών σχέσεων ΗΠΑ – Ελλάδας, αλλά αναζητείται, επιπλέον, τρόπος αναβάθμισης με νέες δυνατότητες στρατηγικής επένδυσης. Η Ελλάδα θα πρέπει να ανταποκριθεί αναλόγως, διότι δεν χρειάζεται μόνο επενδύσεις σε στρατόπεδα, πρέπει να πάμε στο επόμενο επίπεδο των επενδύσεων από αμερικανικές εταιρείες».
Ο Μπάιντεν
Στο πλαίσιο αυτό τονίζει ότι θα πρέπει να καταλάβουμε ότι όταν ο Μπάιντεν μπει τον Ιανουάριο στο Οβάλ Γραφείο θα κληθεί να επιλύσει σειρά σοβαρών προβλημάτων. «Πώς θα προσεγγίσει η Ελλάδα τη νέα αμερικανική κυβέρνηση επικαλούμενη την ανάγκη να δώσει σημασία στα δικά της προβλήματα; Εκτιμώ ότι είναι χρήσιμο να δείξουμε ότι δεν είμαστε πρόβλημα» τονίζει. Για να στηρίξει τη θέση του θυμίζει παλαιότερη επίσκεψή του την πρώτη χρονιά της θητείας Ομπάμα με αμερικανό γερουσιαστή στην Αθήνα, ο οποίος συναντήθηκε με τον τότε πρωθυπουργό Καραμανλή, με τους υπουργούς Σιούφα και Μπακογιάννη.
Ο Ζεμενίδης θυμάται ότι και οι τρεις ανέδειξαν τα ίδια ζητήματα στον συνομιλητή τους, και οι τρεις στην ίδια σειρά, Μακεδονικό, Αιγαίο, Κύπρος, Πατριαρχείο. «Ο γερουσιαστής έφυγε με την εντύπωση ότι η Ελλάδα, παρότι μικρότερη από την πολιτεία του, το Ιλινόι, είχε τεράστια προβλήματα».
Τι προτείνει; «Το νομοσχέδιο του Μενέντεζ είναι σημαντικό. Πρώτη φορά η Αμερική βλέπει την Ελλάδα και την Κύπρο όχι σαν πρόβλημα, αλλά σαν λύση σε σειρά ζητημάτων, στα ενεργειακά, στην τρομοκρατία κ.λπ., διότι η Τουρκία δεν είναι σταθερός σύμμαχος. Ετσι, μπορεί ο Μητσοτάκης να πλησιάσει τον Μπάιντεν και ο Δένδιας τον Μπλίνκεν προτείνοντας ότι μπορούμε να λύσουμε τα προβλήματα, αλλά χρειαζόμαστε υποστήριξη. Η Ελλάδα επενδύει πάνω από 2% του ΑΕΠ για άμυνα, που κατευθύνεται ουσιαστικά με στόχο την προστασία μας από σύμμαχο στο ΝΑΤΟ. Ο Μπάιντεν και οι έμπειροι διπλωμάτες του εκτιμούν ότι το μεγάλο λάθος της Αμερικής στα ελληνοτουρκικά είναι ότι δεν δίνει ξεκάθαρα μηνύματα. Μιλά με την ασάφεια του μαντείου των Δελφών και οι Τούρκοι όπως και εμείς δίνουν την ερμηνεία που θεωρούν καταλληλότερη. Δεν φαίνεται ότι θα συνεχιστεί η διφορούμενη ρητορική. Θεωρώ ότι θα αλλάξει. Βλέπουμε ήδη την τροπολογία για τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας, ενώ οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι μέρες που η Τουρκία έπαιρνε λευκή επιταγή από τις ΗΠΑ τελείωσαν».