Η αντίστροφη μέτρηση για τους εμβολιασμούς κατά του κοροναϊού έχει ξεκινήσει και στην Ελλάδα, καθώς επιταχύνονται οι διαδικασίες από την ΕΕ για την έγκριση του εμβολίου των Pfizer/BioNTech. Οι πρώτες δόσεις, όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, αναμένονται στη χώρα στις 26 Δεκεμβρίου και αμέσως την επόμενη ημέρα θα ξεκινήσουν οι εμβολιασμοί, αρχής γενομένης -για συμβολικούς λόγους- από μια νοσηλεύτρια και ένα ηλικιωμένο.
Κυβέρνηση και ειδικοί χαρακτηρίζουν το εγχείρημα ως «την πιο δύσκολη υγειονομική επιχείρηση» της χώρας και το βάρος πέφτει στη δημιουργία των υποδομών στα εμβολιαστικά κέντρα, καθώς και στην καμπάνια ενημέρωσης των πολιτών για την αναγκαιότητα του εμβολίου.
Η επιχείρηση του Σχεδίου Εμβολιασμού («Επιχείρηση Ελευθερία») συνεχίζεται τις τελευταίες ημέρες με πυρετώδεις ρυθμούς, ενώ οι λεπτομέρειες για τα στάδια προετοιμασίας για την παραλαβή-αποθήκευση και διανομή του εμβολίου, την εξειδίκευση του τρόπου ειδοποίησης και τη διαδικασία με την οποία οι πολίτες θα κλείνουν ραντεβού στα εμβολιαστικά κέντρα εξετάζονται συνεχώς στις συσκέψεις υπό τον πρωθυπουργό.
Το στοίχημα του μαζικού εμβολιασμού
Παράλληλα, ένα «στοίχημα» που πρέπει να κερδηθεί είναι αυτό του μαζικού εμβολιασμού των πολιτών, με μεγάλη μερίδα αυτών να είναι ιδιαιτέρως επιφυλακτικοί ως προς τη χορήγησή του αναμένοντας απάντηση σε κρίσιμα ερωτήματα.
Υπολογίζοντας τον μέσο των αποτελεσμάτων δημοσκόπησης σε 15 χώρες (IPSOS, πραγματοποιήθηκε στις 8-13 Οκτωβρίου), το 73% συμφωνεί ότι, «αν ένα εμβόλιο για την covid-19 είναι διαθέσιμο, θα το κάνω» — 33%, σίγουρα ναι και 40%, μάλλον ναι. Συνολικά, το 27% δηλώνει ότι δεν θα το έκανε — 10% σίγουρα όχι και 27% μάλλον όχι.
Η πρόθεση των Ελλήνων να κάνουν το εμβόλιο είναι μικρότερη από τον μέσο όρο των 15 αυτών χωρών, με αρκετούς πολίτες να εμφανίζονται επιφυλακτικοί στο ερώτημα αν θα εμβολιαστούν άμεσα ή θα περιμένουν ένα μικρό διάστημα μέχρι να σιγουρευτούν.
Με αυτά δεδομένα, είναι αναγκαίο να υπάρξουν συγκροτημένες προσπάθειες προκειμένου να πειστεί ο πληθυσμός για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, καθώς οι αντιεμβολιαστές δεν πρόκειται να μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια.
Ως προς αυτό, η κυβέρνηση σχεδιάζει επικοινωνιακή καμπάνια η οποία θα είναι ένα είδος διαλόγου ανάμεσα στην επιστημονική κοινότητα και στον απλό κόσμο, που θα κάνει την εμφάνισή της τις επόμενες ημέρες.
Στην προμετωπίδα της εκστρατείας θα είναι το μήνυμα ότι με το εμβόλιο μπορούμε να πάρουμε σχετικά σύντομα τις ζωές μας πίσω, όχι ότι με το εμβόλιο δεν θα… πεθάνουμε. Πρόκειται, άλλωστε, για εκστρατεία πειθούς και όχι τρομοκράτησης.
Μέσω αυτής θα καταβληθεί προσπάθεια ούτως ώστε να λυθεί κάθε απορία για το πώς θα γίνει η χορήγηση του εμβολίου, αλλά και τονιστεί η αναγκαιότητά του. Σύμφωνα με πληροφορίες, θα υπάρχει συνεχής ενημέρωση για την σειρά με την οποία θα γίνουν τα εμβόλια, για το πού, το πώς, ενώ θα περιλαμβάνονται όλες τις απαραίτητες πληροφορίες με στόχο την απλοποίηση της διαδικασίας για τους πολίτες.
Συμβολική κίνηση, δε, αναμένεται να αποτελέσει ο εμβολιασμός, τις πρώτες ημέρες, της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας της χώρας σε ζωντανή κάλυψη από τα ΜΜΕ.
Η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει κάθε εργαλείο που θα έχει στα χέρια της και κάθε τρόπο επικοινωνίας, που θα αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο της εκστρατείας ενημέρωσης. Παράλληλα, θα ζητήσει τη συνδρομή όλων των ειδικών, επιστημόνων, φορέων, Επιμελητηρίων, της Εκκλησίας, των φαρμακοποιών, οι οποίοι θα διαδραματίσουν και αυτοί με τη σειρά τους καθοριστικό ρόλο στο πώς θα κλείνονται τα ραντεβού, ειδικά για τους ηλικιωμένους συμπολίτες μας. «Είμαι σίγουρος ότι θα καταφέρουμε να φέρουμε εις πέρας αυτή την πολύ μεγάλη άσκηση με επιτυχία» δήλωσε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός.
Ενδεικτικά είναι όσα επεσήμανε η πρώην υπουργός, Ντόρα Μπακογιάννη, μιλώντας στην εκπομπή «MEGA Σαββατοκύριακο». «Θα κάνουμε αγώνα για να πείσουμε τους πολίτες να εμβολιαστούν, αλλά δεν θα τους υποχρεώσουμε, έστω κι αν πρόκειται για τη σωτηρία τους».
Πεδίο ανησυχίας
Ένα πεδίο στο οποίο εδράζονται οι επιφυλάξεις μερίδας των πολιτών ως προς τον εμβολιασμό πηγάζει από κάποια κρίσιμα ερωτήματα που παραμένουν, προς το παρόν, αναπάντητα.
Πώς το ανοσοποιητικό μας σύστημα ανταποκρίνεται στον ιό και πόσο διαρκεί η ανοσία, είναι μόνο μερικά σημαντικά στοιχεία, τα οποία καλούνται οι επιστήμονες να ανακαλύψουν, ενώ οι αλλεργικές αντιδράσεις που προέκυψαν μετά από κάποιους εμβολιασμούς στη Βρετανία έχουν θορυβήσει τον κόσμο.
Ειδικότερα, δύο βρετανοί εργαζόμενοι στην Υγεία παρουσίασαν αναφυλαξία μόλις έκαναν το εμβόλιο, το οποίο προστατεύει από τη λοίμωξη που προκαλεί ο κοροναϊός Covid-19. Και οι δύο είχαν γνωστό ιστορικό σοβαρών αλλεργιών. Γι’ αυτό έφεραν μαζί τους ενέσεις επινεφρίνης (αδρεναλίνης), οι οποίες χρησιμοποιούνται για την επείγουσα αντιμετώπιση των οξέων αλλεργιών.
Η αναφυλακτική αντίδραση (ή αναφυλαξία) είναι μία σοβαρή αλλεργική αντίδραση που εξελίσσεται πολύ γρήγορα. Μπορεί να προκαλέσει οίδημα (πρήξιμο), δυσκολία στην αναπνοή και την κατάποση, υπόταση και δερματικό εξάνθημα.
Η αναφυλαξία οφείλεται στην υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού. Αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, μπορεί να απειλήσει τη ζωή, σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Αλλεργιών, Άσθματος & Ανοσολογίας. Και οι δύο βρετανοί υγειονομικοί ανάρρωσαν και είναι καλά στην υγεία τους, δήλωσε ο ιατρικός διευθυντής του NHS Dr Stephen Powis.
Όπως ανακοίνωσε η βρετανική Ρυθμιστική Αρχή Φαρμάκων & Προϊόντων Φροντίδας Υγείας (MHRA), «οποιοδήποτε άτομο με ιστορικό αναφυλαξίας σε εμβόλιο, φάρμακο ή τροφή, δεν πρέπει να λάβει το εμβόλιο της εταιρείας Pfizer». Επιπλέον, «η δεύτερη δόση του εμβολίου δεν πρέπει να χορηγηθεί σε όποιον παρουσιάσει αναφυλαξία μετά τον πρώτο εμβολιασμό με το συγκεκριμένο εμβόλιο».
Καθησυχάζουν οι ειδικοί – Τι συνιστούν
Σε κάθε περίπτωση «ο γενικός πληθυσμός δεν πρέπει να ανησυχεί για το εμβόλιο» δήλωσε ο Dr Stephen Evans, καθηγητής Φαρμακοεπιδημιολογίας στην Σχολή Υγιεινής & Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, με την επιστημονική κοινότητα να καθησυχάζει πλήρως τους πολίτες ως προς τις παρενέργειες.
Όποιος έχει σοβαρή αλλεργία και γι’ αυτό φέρει διαρκώς ένεση επινεφρίνης μαζί του, «καλό είναι να αναβάλλει το εμβόλιο» πρόσθεσε. «Όταν βρεθεί η αιτία της αναφυλαξίας, θα δει αν μπορεί να το κάνει».
Από την πλευρά του, ο Dr Gregory Poland, καθηγητής Ιολογίας στην Mayo Clinic, χαρακτήρισε υπερβολική την αντίδραση του MHRA. Και εξήγησε πως η αλλεργία στα τρόφιμα δεν έχει καμία σχέση με τους εμβολιασμούς. «Ακόμα κι αν κάποιος έχει ιστορικό αναφυλαξίας σε εμβόλιο μπορεί να εμβολιαστεί. Απλώς πρέπει να το κάνει σε ελεγχόμενο περιβάλλον» τόνισε.
«Οι κίνδυνοι από το εμβόλιο είναι ελάχιστοι ή ανύπαρκτοι μπροστά στα τεράστια οφέλη. Αν θέλουμε να ανοίξει σύντομα η κοινωνία και η οικονομία, το εμβόλιο θα πρέπει να αποφασίσουν να το κάνουν όλοι το συντομότερο δυνατό» επεσήμανε στο ίδιο πνεύμα ο προϊστάμενος του Τμήματος Ανθρωπίνων Ρετροϊών στο Εθνικό Ινστιτούτο Ερευνών για τον Καρκίνο στις ΗΠΑ, δρ. Γιώργος Παυλάκης.
Όπως είπε, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «πολλά εμβόλια και φάρμακα έχουν σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες. Για αυτό έχουμε και τους γιατρούς για να μας συμβουλεύουν για το όφελος και το πιθανό κόστος κάθε ιατρικής πράξης. Η καταγραφή των ανεπιθύμητων ενεργειών για όλα τα νέα φάρμακα και εμβόλια προβλέπεται για την πρώτη περίοδο εφαρμογής τους και είναι σημαντικό μέρος της πορείας για την τελική γνώμη της ιατρικής κοινότητας. Αυτό κανονίζει τελικά το πώς και το πόσο χρησιμοποιείται το συγκεκριμένο φάρμακο ή εμβόλιο.
» Προσωπικά δεν νομίζω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό ατόμων με αλλεργίες θα έχει πρόβλημα. Νομίζω ότι θα εμβολιαστούν χωρίς προβλήματα. Εξαρτάται φυσικά από τη βαρύτητα και το είδος της αλλεργίας. Ο χρυσός κανόνας είναι πάντα: ρωτήστε το γιατρό σας που γνωρίζει την αλλεργία σας. Επειδή μέχρι την Άνοιξη τα εμβόλια που θα πάρει η Ελλάδα θα δοθούν και ορθώς στον εμβολιασμό των υγειονομικών, αυτό θα γίνει στα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας της χώρας, όπου υπάρχει υποδομή για να καταγραφούν και να αντιμετωπιστούν όλες οι πιθανές παρενέργειες, που προβλέπονται να είναι ελάχιστες. Άρα την Άνοιξη θα έχουμε δεκαπλάσια πείρα για το ποιους να εμβολιάσουμε και ποιους να συμβουλεύσουμε να αποφύγουν το εμβόλιο».
Σύμφωνα με τον ίδιο, επειδή στις κλινικές δοκιμές του εμβολίου της Pfizer δεν συμμετείχαν εγκυμονούσες, παιδιά, ή ανοσοκατασταλμένοι, δεν δόθηκε άδεια για αυτούς. Αυτό μπορεί να αλλάξει στο μέλλον, μετά από πρόσθετες μελέτες. «Εγώ νομίζω ότι το εμβόλιο είναι τελείως ασφαλές και αποτελεσματικό για εγκυμονούσες, αλλά χρειάζεται να το επιβεβαιώσουμε με πρόσθετες κλινικές δοκιμές. Οι ανοσοκατεσταλμένοι δεν είναι μία συμπαγής ομάδα, υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις. Αυτοί ακριβώς χρειάζονται προστασία περισσότερο από άλλους, αλλά δεν ξέρουμε πόσο όφελος θα έχουν από το εμβόλιο. Θα πρέπει να το δούμε σε επόμενες μελέτες».