Θετικά σχόλια στον ξένο Τύπο για την Ελλάδα, όσον αφορά την αντιμετώπιση της πανδημίας έκαναν την εμφάνισή τους ξανά μετά από αρκετό καιρό.
Αφορμή ήταν η βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας της Ελλάδας, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ECDC, το οποίο στους χάρτες που δημοσίευσε χθες, συμπεριέλαβε τα στοιχεία για τις 14 μέρες που προηγήθηκαν της 7ης Ιανουαρίου.
Συγκεκριμένα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης βρίσκεται στο «κόκκινο», η Ελλάδα στο μεγαλύτερο μέρος της είναι «κίτρινη» στην καταγραφή του αριθμού κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους κατά τις τελευταίες 14 ημέρες, η οποία σε σε συνδυασμό με το ποσοστό των θετικών τεστ, αποτυπώνει τόσο τον ρυθμό διάδοσης της νόσου, όσο και τη δυναμική διείσδυσής του στην κοινότητα.
Παράλληλα, την ώρα που οι περισσότερες χώρες της Ένωσης βρίσκονται στο «κόκκινο», η κατάσταση στη χώρα μας έχει βελτιωθεί και στον δείκτη θετικότητας (κρούσματα / αριθμός τεστ), που έχει πέσει κάτω από το 4%, σύμφωνα με τις μετρήσεις που κοινοποιήθηκαν σήμερα Πέμπτη από τον ευρωπαϊκό οργανισμό και αφορούν στην προηγούμενη εβδομάδα.
ecdc1
Έπειτα από αυτά τα δεδομένα, δεν είναι λίγα τα διεθνή έντυπα τα οποία σε σημερινές τους δημοσιεύσεις έκαναν ιδιαίτερη αναφορά στη χώρα μας, υπογραμμίζοντας ότι όχι μόνο τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα τα πηγαίνει καλύτερα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά η εικόνα της είναι εμφανώς βελτιωμένη σε σχέση με τα δεδομένα που ίσχυαν στη χώρα 14 ημέρες πριν.
Telegraph: Η Ελλάδα τα έχει πάει καλύτερα από τη Βρετανία
Στις αστοχίες της βρετανικής κυβέρνησης που έχουν επιφέρει την κακή επιδημιολογική κατάσταση στη Βρετανία αναφέρεται η Telegraph.
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά: «Είναι φανερό ότι η πανδημία έχει πάει πολύ άσχημο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Με εξαίρεση το Βέλγο και την Ιταλία έχουμε το υψηλότερο ποσοστό θανάτων αναλογικά με τον πληθυσμό, σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη μεγάλη χώρα, ακόμα και από τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Σε άλλο σημείο του άρθρου, μάλιστα, σημειώνει ότι «το πρόβλημα, μεταξύ των χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OECD), είναι ότι δεν υπάρχει προφανής συσχέτιση μεταξύ της «κρατικής ικανότητας» πριν την πανδημία και των θανάτων από κορωνοϊό». Και συνεχίζει: «Ναι, η Νέα Ζηλανδία, η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και η Αυστραλία έχουν υψηλό ποσοστό «κρατικής ικανότητας» σε σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο και τα έχουν πάει καλύτερα. Αλλά η Τουρκία, η Χιλή και η Ελλάδα, τα έχουν πάει και αυτές καλύτερα, παρόλο που «κρατικά» ήταν πιο αδύναμες».
Times: «Η Ελλάδα έκανε δειγματοληπτικά τεστ όλο το καλοκαίρι και υποχρέωνε σε 24ωρη καραντίνα»
Οι Times του Λονδίνου, επικεντρώνουν την ανάλυσή τους στη μεγάλη σημασία της διενέργειας τεστ στα αεροδρόμια, ως το μόνο μέσο για να θωρακιστούν τα σύνορα της χώρας και επικρίνει την κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «υπήρξε πολύ μικρός έλεγχος».
«Για τον περίπου μισό χρόνο από τον προηγούμενο, οι ταξιδιώτες ήταν ελεύθεροι να έρχονται και να φεύγουν από τη Βρετανία, ασχέτως με τη χώρα προέλευσής τους και την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας αυτής», αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο, το οποίο αφού εξηγεί αναλυτικά τις αποφάσεις και τα μέτρα που έλαβε η Βρετανία σχετικά με τις αεροπορικές πτήσεις και τις αφίξεις επιβατών, υπογραμμίζει ότι «η Ελλάδα έκανε δειγματοληπτικά τεστ σε όσους έφταναν στη χώρα ακόμα και από τις λεγόμενες «ασφαλείς περιοχές», καθ’όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, ενώ μάλιστα τους υποχρέωνε να παραμένουν σε 24ωρη καραντίνα μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα του τεστ τους».
Τέλος, το περιοδικό The Economist αναφέρεται στην ενίσχυση του ψηφιακού κράτους στην Ελλάδα, εν μέσω πανδημίας.
«Το απαγορευτικό βοήθησε την Ελλάδα να ψηφιοποιηθεί», τα ψηφιακά άλματα της χώρας μας στη διάρκεια της πανδημίας, σημειώνοντας στον υπότιτλο ότι «συνήθως υστερούσε».
Σύμφωνα με το άρθρο, αν και η Ελλάδα ακόμα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις σχετικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά το θέμα της ψηφιοποίηση, το δεύτερο lockdown που επιβλήθηκε τον Νοέμβριο, έδωσε μια μεγάλη μη αναμενόμενη ώθηση προς τα εμπρός στον σημαντικό τομέα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Κάνοντας, μάλιστα, και ιδιαίτερη αναφορά στην υπουργό Υγείας, το περιοδικό σημειώνει: «Τώρα η εξ αποστάσεως εκπαίδευση είναι υποχρεωτική και ένα νέο πρόγραμμα σπουδών ακολουθείται διαδικτυακά, αναφέρει η Νίκη Κεραμέως, η υπουργός Παιδείας, της δεξιάς κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι καθηγητές που δεν διεξάγουν τις διαδικτυακές τάξεις τους, αντιμετωπίζουν πειθαρχική διαδικασία. Η Κεραμέως, φιλόδοξη δικηγόρος της Νέας Υόρκης, πριν μπει στην πολιτική, σημειώνει ότι τα ελληνικά σχολεία διέθεταν μόνο 4.500 φορητές συσκευές, όταν ανέλαβε η τωρινή κυβέρνηση, το 2019. Τώρα έχουν διανεμηθεί πάνω από 90.000 tablets και φορητοί Η/Υ, οι οποίοι χρηματοδοτήθηκαν από κονδύλια της ΕΕ, της τοπικής αυτοδιοίκησης και από ιδιωτικές δωρεές. Η Cisco έφτιαξε μια πλατφόρμα Webex, που μπορεί να προσφέρει ταυτόχρονη πρόσβαση στο 1,4 εκατ. μαθητών της χώρας και σε 180.000 δασκάλους. Δάσκαλοι και καθηγητές παρακολούθησαν διαδικτυακή εκπαίδευση. Ακόμη κι αν επιστρέψουμε στην κανονικότητα και ξεκινήσουν τα σχολεία, η διαδικτυακή μάθηση θα παραμείνει, ως μεγάλο κομμάτι του προγράμματος, αναφέρει η υπουργός».
Το δημοσίευμα κάνει επίσης αναφορά στη «χαοτική» πρώτη μέρα της διαδικτυακής εκπαίδευσης, που προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Γρήγορα όμως τα προβλήματα εξομαλύνθηκαν. “Αισθανόμαστε μεγάλη ενθάρρυνση” δηλώνει η Ελένη Χατζή, υποδιευθύντρια Γυμνασίου, στη Θράκη, μια φτωχή περιοχή, κοντά στην Τουρκία, όπου ζει η μουσουλμανική μειονότητα της Ελλάδας. “Έχουμε πρωτοφανή αριθμό μαθητών που θα δώσουν εξετάσεις φέτος εξετάσεις για το πανεπιστήμιο και χάρη στα ψηφιακά προγράμματα, έχουν στη διάθεση τους πολύ περισσότερες πηγές»», συμπληρώνει το άρθρο.
Και καταλήγει: «Η Κεραμέως παραδέχεται ότι το καθήκον της να κρατήσει την παιδεία στις ράγες, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, διευκολύνθηκε από το πεπαλαιωμένο κεντρικό εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας. Για την ώρα το υπουργείο Παιδείας διατηρεί σφιχτό έλεγχο σε όλα, από τις λεπτομέρειες του προγράμματος σπουδών, μέχρι το ωρολόγιο πρόγραμμα και τις σχολικές εκδρομές. “Στόχος μας είναι να αποκεντρώσουμε το σύστημα, αλλά αυτή τη στιγμή [το παλιό σύστημα] αποτέλεσε μεγάλη βοήθεια” αναφέρει η υπουργός».