Η Ελλάδα δεν έχει πληγεί ακόμη από το το τρίτο κύμα του κοροναϊού. Και αυτό όχι γιατί λαμβάνονται μόνο περιοριστικά μέτρα – όπως μνημονεύθηκε στην χθεσινή συνέντευξη στο Υπουργείο Υγείας – αλλά γιατί βρίσκεται σε άλλη επιδημιολογική φάση χρονικά κι ακόμη «δεν ήρθε η ώρα» για να συμβεί κάτι τέτοιο. Κάτι που ίσως αρχίσει μετά τις 12-15 Ιανουαρίου, όπως έχουν επισημάνει πολλοί επιστήμονες.
Αυτή η χρονική διαφορά, που ίσως παίξει καταλυτικό ρόλο, αποτυπώνεται με εύγλωττο τρόπο στον συγκριτικό πίνακα που παρουσιάζει «Το Βήμα» με τα διαγράμματα της εξέλιξης των μολύνσεων στις ευρωπαϊκές χώρες και στην Ελλάδα.
Η χώρα μας άρχισε να πλήττεται με καθυστέρηση δέκα έως είκοσι ημερών, σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης, από το δεύτερο κύμα κοροναϊού. Κι έτσι έλαβε με αντίστοιχη καθυστέρηση περιοριστικά μέτρα, ενώ η κορύφωση των κρουσμάτων της ήταν την περίοδο 12-20 Νοεμβρίου, όταν στην Ισπανία φερ’ ειπείν αυτό συνέβη στις 28 Οκτωβρίου.
Η χώρα μας άρχισε να βλέπει τα «ευεργετικά» αποτελέσματα της καραντίνας στα μέσα Δεκεμβρίου όταν σε χώρες όπως η Μ. Βρετανία, η Ισπανία, η Γαλλία είχαν πέσει στον αντίστοιχο βαθμό τα κρούσματα στα τέλη Νοεμβρίου.
Τι συμβαίνει στην Ευρώπη
Με τον τρόπο αυτό οι συγκεκριμένες χώρες που είχαν σημαντικό επιδημιολογικό φορτίο χαλάρωσαν αντίστοιχα νωρίτερα τα περιοριστικά μέτρα κι αυτή η μείωση των υγειονομικών μέτρων οδήγησε 15 ημέρες περίπου αργότερα στη γρήγορη αύξηση των νέων φορέων.
Με πιο ενδεικτική περίπτωση τη Μ. Βρετανία όπου πλέον καταγράφονται καθημερινά περίπου 60.000 κρούσματα, κάτι που οφείλεται – σύμφωνα με εκτιμήσεις επιστημόνων- κατά 30% στο νέο στέλεχος του κοροναϊού και κατά το υπόλοιπο ποσοστό στην υπερκινητικότητα και την απροσεξία των Βρετανών στη διάρκεια των εορτών.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει στην Ισπανία που ενώ στις αρχές Δεκεμβρίου είχε σχετικά μικρό αριθμό κρουσμάτων (συνυπολογιζόμενου του πληθυσμού της ) της τάξης των 5.000 – 6.000 κρουσμάτων έχει φτάσει τώρα να προσεγγίζει τα 27.000 κρούσματα αντιστοίχως.
Συνεχείς αυξητικές τάσεις παρουσιάζονται και στη Γαλλία και σε μικρότερο βαθμό στην Ιταλία . Με κύριο φόβο ότι σε λίγες ημέρες θα βρεθεί κι η χώρα μας, με βάση αυτή την αντίστοιχη χρονική μετατόπιση ενώπιον αύξησης των κρουσμάτων λόγω εορταστικής χαλάρωσης. Προς το παρόν κινείται στην προηγούμενη φάση των άλλων ευρωπαϊκών χωρών με τη μείωση των κρουσμάτων λόγω της καραντίνας.
Με την ελπίδα ωστόσο ότι αυτή η «μεγέθυνση» της πανδημίας δεν θα είναι αντίστοιχη εκείνης στα τέλη Οκτωβρίου αφού ποτέ δεν υπήρξε πλήρης απελευθέρωση της εμπορικής δραστηριότητας, ούτε άνοιξε η εστίαση κλπ.
Θνησιμότητα εκτός ΜΕΘ
Την ίδια ώρα σε έμμεση αποδοχή κι επιβεβαίωση της πρόσφατης αναφοράς της ηλεκτρονικής έκδοσης του «Βήματος» στις 29 Νοεμβρίου, ότι άνω του 80% των θανάτων από τον κοροναϊού σημειώνεται εκτός ΜΕΘ, προχώρησε στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου για την εξέλιξη της πανδημίας ο αναπληρωτής Υπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης.
Στον κ. Κοντοζαμάνη ζητήθηκε να σχολιάσει το συγκεκριμένο ποσοστό θανάτων εκτός ΜΕΘ κι «αν αυτό μπορεί να δείχνει αδυναμία των συγκεκριμένων μονάδων να νοσηλεύσουν το σύνολο των ασθενών που έχουν πραγματική ανάγκη». Επιπλέον του ετέθη το ερώτημα «πότε σκοπεύει το Υπουργείο να δώσει αναλυτικά στοιχεία το Υπουργείο Υγείας για τη θνητότητα εντός και εκτός ΜΕΘ;». Ο αναπληρωτής Υπουργός Υγείας δεν αρνήθηκε το συγκεκριμένο ποσοστό θανάτων εκτός ΜΕΘ.
Ανέφερε ενδεικτικά: «Επιτρέψτε μου να πω ότι την περίοδο αυτή που διανύουμε της πανδημίας, από την αρχή της πανδημίας, κανένας συμπολίτης μας που χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας δεν έμεινε εκτός μονάδος. Για να μπει κάποιος σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας πρέπει να πληρούνται κάποια κριτήρια και είναι ο γιατρός, ο θεράπων ιατρός, οι ειδικοί γιατροί οι οποίοι αποφασίζουν εάν κάποιος θα νοσηλευτεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας ή όχι. Και πολλές φορές, η απόφαση αυτή λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως είναι οι πολλαπλές συννοσηρότητες, οι οποίες παίζουν τον κρίσιμο και καθοριστικό ρόλο προκειμένου να ληφθεί η απόφαση εισαγωγής ή όχι σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.
»Σε κάθε περίπτωση εξετάζουμε τα δεδομένα, είναι στη διάθεσή μας και θα ήθελα να το τονίσω, για μια ακόμη φορά, ότι κριτήριο δεν είναι η πληρότητα, είναι τα επιστημονικά δεδομένα τα οποία έχει ο γιατρός και η κατάσταση του ασθενούς με τα οποία ο γιατρός αποφασίζει την εισαγωγή ή μη σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Άλλωστε, συμβαίνει και σε άλλες χώρες. Όλοι οι θάνατοι από κορωνοϊό δεν ήταν μέσα σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, υπήρξαν και θάνατοι εκτός μονάδων».
Σημειώνεται πάντως ότι στα τέλη Οκτωβρίου όταν δεν υπήρχε ακόμη πίεση στο νοσηλευτικό σύστημα από μεγάλο αριθμό νοσηλευομενων – διασωληνωθέντων το ποσοστό θανάτων εντός κι εκτός ΜΕΘ ήταν από 50%. Δείγμα ότι προφανώς λόγω της ραγδαίας αύξησης των ασθενών μπορεί ν άλλαξαν ορισμένα από τα κριτήρια εισόδου ασθενών στις εν λόγω νοσηλευτικές μονάδες ή παραμονής στις απλές κλίνες Covid.