Εξαιρετικά δύσκολο προμηνύεται το έργο της ελληνικής αποστολής που θα ηγηθεί των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία, στην Κωνσταντινούπολη, δεδομένων των προθέσεων της Άγκυρας να θέσει επί τάπητος σειρά ζητημάτων τα οποία για την Αθήνα αποτελούν «κόκκινη» γραμμή και η όποια απόπειρα συζήτησής τους θα σημάνει αυτόματα το άδοξο τέλος της πρώτης -μετά από σχεδόν πέντε χρόνια- προσέγγισης των δύο χωρών.
Από την πρώτη κιόλας ημέρα μετά την επισημοποίηση της έναρξης των διερευνητικών επαφών, η γείτονα φρόντισε -με μια σειρά κινήσεων- να κάνει γνωστές τις αξιώσεις της, δημιουργώντας τα πρώτα εμπόδια και επιβεβαιώνοντας όσους συνδέουν την «υποχώρηση» των προκλήσεων με την προσπάθεια εξωραϊσμού της διεθνούς εικόνας της.
Δεν είναι άλλωστε τυχαία η συγκυρία, καθώς οι συνομιλίες έρχονται μόλις πέντε ημέρες μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, προς το πρόσωπο του οποίου η Τουρκία έχει ξεκινήσει επιχείρηση προσέγγισης. Σε αυτό δε, έρχεται να συνυπολογιστεί και η πίεση που υπάρχει στο ερντογανικό καθεστώς για τις συνέπειες των αμερικανικών κυρώσεων για τους S-400.
Πρώτος, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου προειδοποίησε την Ευρωπαϊκή Ενωση ότι σε περίπτωση που στηρίξει την Ελλάδα, όπως έκανε στη σύνοδο του Οκτωβρίου, τότε και η Τουρκία θα επαναλάβει τις προκλητικές της ενέργειες με το «Oruc Reis», ενώ στο ίδιο μήκος κύματος ο Ερντογάν κατηγόρησε την Ελλάδα για παράνομες ενέργειες σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, διαμηνύοντας ότι δεν θα αποδεχθεί τις προσπάθειες εγκλωβισμού της Τουρκίας στις ακτές της.
«Καλούμε την Ελλάδα να σταματήσει τις δραστηριότητες των τελευταίων ετών που αυξάνουν την ένταση, όπως οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου και η παράνομη δράση της στο ζήτημα των νησιών» ανέφερε ο τούρκος πρόεδρος σε ομιλία προς τους πρεσβευτές της ΕΕ στην Αγκυρα.
«Φωτογραφίζοντας» Ελλάδα και Κύπρο, ο Ταγίπ Ερντογάν σημείωσε ότι «κάποια μέλη της ΕΕ τα διμερή τους ζητήματα προσπάθησαν να τα επιλύσουν στους διαδρόμους της ΕΕ. Εκμεταλλεύτηκαν την ατζέντα της ΕΕ και κρύφτηκαν πίσω από την αλληλεγγύη των χωρών-μελών».
Σύμφωνα πάντα με τον τούρκο πρόεδρο «ξεκάθαρη στάση στρατηγικής τύφλωσης ήταν τα ζητήματα της ανατολικής Μεσογείου και της Κύπρου». «Αδικηθήκαμε. Δεν αποδεχόμαστε τις προσπάθειες εγκλωβισμού μας στις ακτές μας» διεμήνυσε στον απόηχο της ανακοίνωσης για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας.
Στο ίδιο πνεύμα, δημοσίευμα του τουρκικού πρακτορείου Anadolu σημειώνει ότι στόχος της τουρκικής διπλωματίας είναι να βάλει στο τραπέζι όλα τα ζητήματα των ελληνοτουρκικών «διαφορών».
Δρόμος στρωμένος με… αγκάθια
Από τα παραπάνω εξάγεται το συμπέρασμα πως η εξίσωση των διερευνητικών είναι εκ των πραγμάτων δύσκολη, με τις επίσημες προθέσεις πάντως της Άγκυρας να αποκαλύπτονται στις 25 Ιανουαρίου, στην Κωνσταντινούπολη.
Από την τουρκική πλευρά επιδιώκεται παγίως διεύρυνση της ατζέντας με σειρά από ζητήματα για τα οποία η ελληνική πλευρά έχει καταστήσει σαφές –με τελευταίο το μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη– ότι δεν τίθεται θέμα συζήτησης, πόσω μάλλον διαπραγμάτευσης. Υφαλοκρηπίδα, χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση νησιών, καθεστώς νησίδων και βραχονησίδων, καθώς και εναέρια κυκλοφορία και δικαιοδοσία επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, παρατίθενται κατά σειράν ως τα θέματα που θα πρέπει να αποτελέσουν τα αντικείμενα του «διαλόγου».
Μάλιστα, από τις τελευταίες επιδιώξεις δεν λείπει η περιβόητη Διάσκεψη της Ανατολικής Μεσογείου στην οποία αναφέρεται σε κάθε ευκαιρία ο Ταγίπ Ερντογάν.
Από την πλευρά της η Αθήνα -παρουσιάζοντας τις «κόκκινες» γραμμές- σπεύδει να διαμηνύσει πως πέρα από ζητήματα που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες (χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, αποκλειστική οικονομική ζώνη) δεν προτίθεται να συζητήσει τίποτε άλλο. Επισημαίνει, δε, σε κάθε τόνο ότι η πρώτη συνάντηση αναμένεται να είναι αναγνωριστικού τύπου.
Ωστόσο, αν η γείτονα επιχειρήσει ακόμη και σε αυτή να θέσει τα παραπάνω ζητήματα, τα περιθώρια συζητήσεων θα είναι ελάχιστα.
«Δεν πρόκειται να συζητήσει καμία ελληνική κυβέρνηση θέματα περί αποστρατιωτικοποίησης νησιών ή γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο» τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης -σε συνέντευξή του στον ANT1- διαβεβαιώνοντας πως «όπως δεν τα συζήτησε καμία κυβέρνηση στο παρελθόν, έτσι θα πράξει και αυτή».
Σχολιάζοντας δε τις προσπάθειες της Τουρκίας να ανοίξει τη «βεντάλια» της ατζέντας, υποστήριξε πως υπάρχει διάθεση και επιθυμία να βρούμε ένα πλαίσιο επίλυσης της βασικής μας διαφοράς με την Τουρκία. «Το πλαίσιο είναι πολύ σαφές. Να μην υπάρχει καμιά ερευνητική δραστηριότητα εντός ελληνικής ΑΟΖ και να συνεχίσουμε από εκεί που σταματήσαμε, δηλαδή σε ένα προδιαγεγραμμένο πλαίσιο με αντικείμενο την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο».
Προσχηματική η στάση της Άγκυρας;
Από τα πρώτα δείγματα γραφής, είναι προφανές ότι η Τουρκία επιδιώκει να προσφέρει τα απαραίτητα εργαλεία που αναζητούν οι υποστηρικτές της εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να «μπουν στον πάγο» οι αποφάσεις των Συνόδων Κορυφής του Οκτωβρίου και του Δεκεμβρίου, οι οποίες προέβλεπαν τη διαδικασία επιβολής κυρώσεων.
Παράλληλα, η γείτονα επιδιώκει να αποσπάσει τη λεγόμενη «θετική ατζέντα» που προβλέπει αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, κατάργηση των θεωρήσεων για την είσοδο στην ΕΕ τούρκων πολιτών, αύξηση των κονδυλίων για το προσφυγικό, καθώς και ξεπάγωμα των κεφαλαίων των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.
Ενώ πρόθεση της Ελλάδας είναι να υπάρξει σύνταξη συμφωνητικού για προσφυγή στη Χάγη για το θέμα των θαλασσίων ζωνών, η Τουρκία θα επιδιώξει να τεθεί στο τραπέζι ολόκληρη η «ατζέντα Καλίν», σημειώνει ο καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής στο ΕΚΠΑ, Ιωάννης Μάζης.
Με αιχμή τις δηλώσεις του Ιμπραήμ Καλίν ότι «έχει μείνει στο παρελθόν το ζήτημα των ευρωπαϊκών κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας», ο κ. Μάζης εκτιμά ότι η Τουρκία επιδιώκει να μην επιβληθούν κυρώσεις, να μην διαταραχθεί η τελωνειακή ένωση με την ΕΕ αλλά και να λάβει χρήματα για το προσφυγικό.
Σε ό,τι αφορά στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, είναι έκδηλη η ανησυχία της Άγκυρας για τις συνέπειες των αμερικανικών κυρώσεων, ενώ θέλει πάση θυσία να αποτραπεί η επιβολή νέων, ακόμα πιο οδυνηρών, από την κυβέρνηση Μπάιντεν στους πρώτους μήνες της θητείας του.
Οι κίνδυνοι που εγκυμονούν
Πάντως, το γεγονός ότι η Τουρκία ελίσσεται γιατί έχει την ανάγκη επικοινωνιακής αντεπίθεσης ενόψει της νέας διοίκησης στην Ουάσιγκτον και της Συνόδου της ΕΕ τον Μάρτιο, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι βρίσκεται σε άτακτη υποχώρηση.
Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή από την ελληνική πλευρά καθώς ενέχει ο κίνδυνος κάθε συνάντηση υψηλού επιπέδου να δώσει την εντύπωση σε Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες ότι με την Άγκυρα η κατάσταση εισέρχεται σε δρόμο κανονικότητας, ενώ δεν υπάρχει απολύτως καμία ένδειξη για αλλαγή στάσης σε σχέση με την ατζέντα των όποιων συνομιλιών.
Αυτό άλλωστε ζήτησε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος έκανε λόγο για «διάρκεια», εκ μέρους της Τουρκίας, στη σύννομη συμπεριφορά που υπακούει στους νόμους της καλής γειτονίας.
Λεπτοί χειρισμοί απαιτούνται δε, και σε ενδεχόμενη προσπάθεια της Άγκυρας -σε περίπτωση ελληνικού «όχι» για συζήτηση εφ΄όλης της ύλης- να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, δείχνοντας την Αθήνα ως απρόθυμη να καθίσει στο τραπέζι των συζητήσεων.