Η συζήτηση για την καθιέρωση ενός «πιστοποιητικού (ή διαβατηρίου) εμβολιασμού», στην οποία έδωσε συνέχεια με την επιστολή του προς την πρόεδρο της Κομισιόν ο Έλληνας πρωθυπουργός, έχει ανοίξει με πρωτοβουλία χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Αυτό δεν είναι τυχαίο, μιας και είναι η οικονομική επιβίωση αυτών ακριβώς των χωρών εξαρτάται σε σαφώς μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση με τον Βορρά από την επαναλειτουργία του τουρισμού – ο οποίος, όπως είναι γνωστό, εξαρτάται απόλυτα από τη δυνατότητα ελεύθερης (ή, έστω, με τα λιγότερα δυνατά εμπόδια) μετακίνησης των ανθρώπων.
«Η Ευρώπη συζητά την αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός <διαβατηρίου εμβολιασμού> για τους ταξιδιώτες», ήταν ο τίτλος ρεπορτάζ της ισπανικής εφημερίδας el Pais στις 30 Δεκεμβρίου, το οποίο περιλάμβανε και σχετική δήλωση του εκπροσώπου της Κομισιόν: «Η χρήση των πιστοποιητικών που θα αποδεικνύουν τα δεδομένα αναφορικά με τον εμβολιασμό στις τάξεις των πολιτών είναι ένα εργαλείο που μπορεί να εγγυηθεί την υγεία του πληθυσμού κατά τη διαδικασία επιστροφής στην κανονικότητα».
«Σφαγή» στον Νότο της ΕΕ
Προφανώς, το ρεπορτάζ αποτυπώνει και την αγωνία που υπήρχε από τότε (ενδεχομένως και από πολύ νωρίτερα) στις τάξεις της κυβέρνησης του Πέδρο Σάντσεθ για τις εξελίξεις στο συγκεκριμένο μέτωπο. Η Ισπανία, άλλωστε, έχει κάθε λόγο να ανησυχεί, καθώς η άμεση και έμμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ της υπολογίζεται κοντά στο 15%, ενώ πέρυσι οι απώλειες εσόδων εξαιτίας του lockdown και των κλειστών ουσιαστικά συνόρων εκτιμάται ότι πλησίασαν τα 80 δισ. ευρώ.
Για τους ίδιους ακριβώς λόγους, ευήκοον ους στην πρωτοβουλία για την καθιέρωση τείνουν και άλλες χώρες της περιοχής – όπως η Ιταλία (13% του ΑΕΠ της οφείλεται στον τουρισμό), η Γαλλία (8,5%), η Πορτογαλία και, φυσικά, η Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΤΕ, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ το 2019 (προ της πανδημίας, δηλαδή) ανήλθε στο 20,8%, ενώ στον κλάδο απασχολούνται σχεδόν 950.000 εργαζόμενοι. Μάλιστα, η μερίδα του λέοντος των τουριστικών εσόδων (17,7 δισ. ευρώ) οφείλονταν στις αφίξεις από το εξωτερικό, οι οποίες για το συγκεκριμένο έτος – χωρίς να συνυπολογίζονται οι κρουαζιέρες – ανήλθαν σε 31,3 εκατομμύρια.
Εύλογα, λοιπόν, κυβερνήσεις και παράγοντες της αγοράς ελπίζουν ότι ο συνδυασμός του εμβολιασμού δεκάδων εκατομμυρίων Ευρωπαίων και της έκδοσης ενός εγγράφου («διαβατηρίου») που θα τον πιστοποιεί θα οδηγήσουν σταδιακά – και πάντως σίγουρα μέχρι το καλοκαίρι – στην έξοδο από το τούνελ και την αποκατάσταση μιας σχετικής «κανονικότητας» στον κλάδο. Κι αυτό, με τη σειρά του, ελπίζουν πως θα δώσει τις αναγκαίες ανάσες στις οικονομίες, πολλές από τις οποίες κινούνται κυριολεκτικά επί ξυρού ακμής.
Τα τρία εμπόδια
Ωστόσο, όπως σημειώνει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην επιστολή του προς την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος – για πολλούς λόγους. Ένας από αυτούς είναι η στάση των κρατών του ευρωπαϊκού Βορρά, που συχνά-πυκνά έχουν αποδείξει μια μοναδική ικανότητα να… σφυρίζουν αδιάφορα σε ζητήματα που «καίνε» τους εταίρους τους από τον Νότο.
Ένας άλλος αφορά το ζήτημα της προστασίας των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, καθώς είναι γνωστό ότι ο εμβολιασμός γίνεται σε εθελοντική βάση. Σημειώνεται δε ότι η πλευρά αυτή τίθεται μετ’ επιτάσεως από τη Γαλλία, η οποία αντιμετωπίζει και έντονο πρόβλημα στο εσωτερικό της με τους «αρνητές» του εμβολιασμού – ή, για την ακρίβεια, με το μεγάλο ποσοστό των πολιτών που εμφανίζονται καχύποπτοι απέναντι τόσο στην κυβέρνηση όσο και τις φαρμακευτικές εταιρείες.
Τέλος, ουδείς μπορεί και δικαιούται να παραγνωρίσει την μνημειώδη γραφειοκρατία σε επίπεδο ΕΕ, που πολλές φορές αποτελεί ανασχετικό παράγοντα σε κάθε νέα πρωτοβουλία.
Εάν όλα τα παραπάνω ξεπεραστούν, τότε είναι πιθανό να δούμε ένα «διαβατήριο εμβολιασμού» τους επόμενους μήνες (αν και όχι άμεσα). Καταρχήν, όμως, ας αναμένουμε τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιανουαρίου, όπου όλα δείχνουν πως στο τραπέζι των «27» θα βρίσκεται και αυτό το θέμα.