Υφεση για το πρώτο τρίμηνο του 2021 δείχνουν οι εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία μετά και το παρατεταμένο lockdown και το ενδεχόμενο να «εκτροχιαστεί» χρονικά η πορεία της πανδημίας -και να παραταθεί μετά τον Απρίλιο η κρίση – προκαλεί ανησυχίες, τόσο για τα δημοσιονομικά, όσο και για την πορεία του ΑΕΠ για το τρέχον έτος. Η ύφεση φαίνεται πως περνάει και στο πρώτο τρίμηνο του 2021 και από την κυβέρνηση εκτιμούν πως ένας μήνας lockdown στοιχίζει 3 δισ. ευρώ ή και περισσότερο. Σύμφωνα με το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής για το σύνολο του 2020 θα διαμορφωθούν στο -12,8% και -9,9%, αντίστοιχα. Για το πρώτο εξάμηνο του 2021, ο προβλεπόμενος ρυθμός μεταβολής διαμορφώνεται στο -3,7%, στη βάση των ποσοστιαίων εκτιμώμενων μεταβολών -10,4% και 3% για το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο του 2021, αντίστοιχα.
Το οικονομικό επιτελείο παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις των υγειονομικών δεδομένων και το ρυθμό του εμβολιασμού και οι μήνες – ορόσημο είναι Μάρτιος και Απρίλιος, κατά τους οποίους εκτιμάται πως θα αρχίσει το σταδιακό άνοιγμα της κοινωνίας και φυσικά η σταδιακή επαναλειτουργία κλάδων με ιδιαίτερη βαρύτητα στο ΑΕΠ, όπως είναι ο τουρισμός. Πάντως, οι εκτιμήσεις τόσο για την ύφεση του 2020 (-10,5%), και για την ανάκαμψη του 2021 (4,8%) παραμένουν, προς το παρόν, αμετάβλητες. Το επόμενο τετράμηνο αναμένεται να φτάσει στα ύψη το σασπένς ως προς το πως θα εξελιχθεί η πανδημία, δοκιμάζοντας τα όρια της αγοράς, η οποία ήδη βρίσκεται σε νευρική κρίση, καθώς κάθε εβδομάδα τα υγειονομικά δεδομένα θα καθορίζουν το άνοιγμα ή το κλείσιμο των επιχειρήσεων. Αυτό το “μοντέλο” αναμένεται να ακολουθηθεί μέχρι την άνοιξη και από το οικονομικό επιτελείο δεν κρύβουν την ανησυχία για το ενδεχόμενο που η χώρα μαστίζεται από την πανδημία και κατά το τρίτο τρίμηνο, δεδομένου ότι εκτιμάται ο τουρισμός να πετύχει φέτος το 60% των εσόδων του 2019.
Οι σημερινές προβλέψεις του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) δείχνουν πως εκτιμάται ότι ο μέσος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ για το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής για το σύνολο του 2020 θα διαμορφωθούν στο -12,8% και -9,9%, αντίστοιχα.
Οι προβλέψεις αυτές ενσωματώνουν τα επίσημα δημοσιευμένα (προσωρινά) στοιχεία για το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2020, καθώς και την εκτίμηση ρυθμού μεταβολής -14% για το τέταρτο τρίμηνο του έτους. Για το πρώτο εξάμηνο του 2021, ο προβλεπόμενος ρυθμός μεταβολής διαμορφώνεται στο -3,7%, στη βάση των ποσοστιαίων εκτιμώμενων μεταβολών -10,4% και 3% για το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο του 2021, αντίστοιχα. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία για το τρίτο τρίμηνο του 2020, κατά το οποίο είχε αρθεί σημαντικός αριθμός περιοριστικών μέτρων, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά -11,7% (σε όρους αλυσωτών δεικτών όγκου), σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019. Τα εν λόγω στοιχεία και οι παρεχόμενες εκτιμήσεις σηματοδοτούν ότι οι συνθήκες ύφεσης που επικράτησαν στην ελληνική οικονομία το 2020 θα συνεχιστούν και στο πρώτο τρίμηνο του 2021, ενώ στο δεύτερο τρίμηνο του 2021 το ΑΕΠ της χώρας αναμένεται να εισέλθει σε πορεία ανάκαμψης. Τονίζεται ότι η συνέχιση της πανδημίας δυσχεραίνει κατά την τρέχουσα συγκυρία τη διεξαγωγή προβλέψεων για τη βραχυπρόθεσμη πορεία του ΑΕΠ, τόσο εξαιτίας της απορρέουσας πρωτοφανούς αβεβαιότητας, όσο και των συνεχών εναλλαγών μεταξύ περιόδων λήψης ευρέων έκτακτων περιοριστικών μέτρων και περιόδων τμηματικής και μερικής άρσης αυτών. Παράλληλα, παραμένει δύσκολη η ακριβής ποσοτικοποίηση των αντισταθμιστικών επιδράσεων των εκτεταμένων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας και θωράκισης της οικονομίας.
Η προβλεπόμενη πορεία του πραγματικού ΑΕΠ για το 2020 και το πρώτο εξάμηνο του 2021 και, συνεπώς, οι συνολικές οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, μπορεί να εξελιχθούν σύμφωνα με ένα λιγότερο ή περισσότερο ευνοϊκό σενάριο από το εκτιμώμενο, σε εξάρτηση από τις επιδράσεις μιας σειράς σημαντικών και δυναμικών παραγόντων, αρκετοί εκ των οποίων συνδέονται άμεσα με την εξέλιξη της πανδημίας. Το σύνολο των εν λόγω παραγόντων θα καθορίσουν, μεταξύ άλλων, τη δυναμική της ζήτησης και της προσφοράς, την εξαγωγική επίδοση της Ελλάδας, τις επενδυτικές και αποταμιευτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα, καθώς και τις χρηματοοικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, μεγάλη κρισιμότητα αποδίδεται στις εξελίξεις στην εγχώρια αγορά εργασίας, όπου το σύνολο των απασχολουμένων κατέγραψε πτώση στο τρίτο τρίμηνο του 2020, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019 (όπως και ο αριθμός των απασχολουμένων στον δευτερογενή και κυρίως στον πρωτογενή τομέα, ενώ οριακή άνοδο σημείωσε ο αριθμός των απασχολουμένων στον τριτογενή τομέα).
Αντίθετα, τα στοιχεία της ανεργίας από την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ σηματοδοτούν εξασθένηση της επίδρασης της πανδημίας στο τρίτο τρίμηνο του 2020, στη βάση της πτώσης (σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019) που υπήρξε εντονότερη για τους μακροχρόνια και τους νέους ανέργους. Εντούτοις, με ποσοστό ανεργίας της τάξεως του 16,2%, οι συνθήκες στην αγορά εργασίας παρέμειναν δύσκολες, ενώ η κανονική λειτουργία της αγοράς επηρεάστηκε από τους ειδικούς κανόνες λειτουργίας των επιχειρήσεων. 6 Η προβλεπόμενη πορεία του πραγματικού ΑΕΠ για το 2020 και το πρώτο εξάμηνο του 2021 και, συνεπώς, οι συνολικές οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, μπορεί να εξελιχθούν σύμφωνα με ένα περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκό σενάριο από το εκτιμώμενο, σε εξάρτηση από τις επιδράσεις μιας σειράς σημαντικών και δυναμικών παραγόντων που συνδέονται με την πανδημία (π.χ. εμβολιασμοί, έκτακτα αντισταθμιστικά μέτρα και μέτρα στήριξης σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο, επιπτώσεις δεύτερου κύματος και πιθανό τρίτο κύμα πανδημίας, περιβάλλον αβεβαιότητας) και ενός αριθμού άλλων που δεν είναι άμεσα συνυφασμένοι με την πανδημία (π.χ. απαρέγκλιτη εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, εξισορρόπηση καίριων μεγεθών της οικονομίας, γεωπολιτικοί κίνδυνοι).
Το σύνολο των εν λόγω παραγόντων θα καθορίσουν, μεταξύ άλλων, τη δυναμική της ζήτησης και της προσφοράς, την εξαγωγική επίδοση της Ελλάδας, τις επενδυτικές και αποταμιευτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας και κατ’ επέκταση τα εισοδήματα, καθώς και τις χρηματοοικονομικές συνθήκες και τα δημοσιονομικά μεγέθη.