Με ταξίδι σε αχαρτογράφητα νερά μοιάζει η διαδικασία των διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας η οποία αρχίζει σε λιγότερο από είκοσι τέσσερις ώρες στην Κωνσταντινούπολη.
Οι προθέσεις της Τουρκίας λίγο πολύ είναι γνωστές, όπως και οι λόγοι για τους οποίους η Άγκυρα πήρε την απόφαση να προσέλθει ύστερα από πέντε ολόκληρα χρόνια στο τραπέζι του διαλόγου -και μάλιστα μετά από ένα και πλέον έτος κατά το οποίο επέδειξε την εντελώς αντίθεση στάση, με συνεχείς προκλήσεις και επιθετικότητα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Η ξαφνική μεταστροφή της τουρκικής ηγεσίας συνδέεται ευθέως με δύο κομβικούς παράγοντες.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος είδε τη χώρα του να φθάνει πολύ κοντά σε κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση τον περασμένο Δεκέμβριο, αποφάσισε να μην τραβήξει άλλο το σκοινί καθώς κάτι τέτοιο μάλλον θα υποχρέωνε ακόμη και τους «φίλους» της Τουρκίας (Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία) να πάρουν θέση δίπλα στη Γαλλία, την Ελλάδα και την Κύπρο. Τυχόν επιβολή κυρώσεων αυτή την περίοδο είναι βέβαιο ότι θα επέφερε καθοριστικό πλήγμα στην χειμαζόμενη τουρκική οικονομία, με ευκόλως εννοούμενο το κόστος για την κυβέρνηση Ερντογάν.
Ο Ερντογάν στοχεύει, με λίγα λόγια, να φτάσει χωρίς δυσάρεστα απρόοπτα στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου, όπου με όπλο το μεταναστευτικό θα επιχειρήσει να αποσπάσει ένα καλό πακέτο από την Ευρώπη.
Ο δεύτερος κρίσιμος παράγοντας της «επιθυμίας» για διάλογο από πλευράς Τουρκίας έχει να κάνει με την αλλαγή κυβέρνησης στις ΗΠΑ και την αβεβαιότητα που επικρατεί σχετικά με τις προθέσεις της Ουάσιγκτον στην «εποχή Μπάιντεν» για τη στάση που θα τηρήσει στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και εντός του NATO.
Επιμένει επιθετικά η Τουρκία
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν. βεβαίως, ότι η Άγκυρα θα προσέλθει στο τραπέζι των διερευνητικών κρατώντας κλάδο ελαίας. Αντιθέτως αναμένεται να απαιτήσει διάλογο εφ’ όλης της ύλης -το έχουν εκφράσει άλλωστε από τον Ερντογάν και τον Τσαβούσογλου έως διάφορα κυβερνητικά στελέχη.
Θα επιδιώξει δηλαδή να επιβάλει στη συζήτηση τη θέση της ότι τα νησιά δεν δικαιούνται επήρεια πέραν των χωρικών υδάτων στα έξι ναυτικά μίλια, να επαναλάβει ισχυρισμούς περί παράνομης ελληνικής κυριαρχίας σε δεκάδες νησιά και να επαναφέρει το αίτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών.
Πρόκειται για πάγια αιτήματα της απέναντι πλευράς. Αυτά τα αιτήματα κρύβονται πίσω από τη χθεσινή δήλωση του υπουργού Άμυνας Χουλουσί Ακάρ περί σεβασμού «στα δικαιώματά μας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο» και αποφυγής ενεργειών «που πιθανώς προκαλέσουν παρεξηγήσεις».
«Ελπίζουμε ότι μέσα από τις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα θα φτάσουμε στην επίλυση των ζητημάτων βάσει των δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου», είπε χαρακτηριστικά ο Τούρκος υπουργός Άμυνας.
Παράλληλα, την Παρασκευή ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου αποτύπωσε τις διαθέσεις του στο ζήτημα των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. «Δεν έχει αλλάξει τίποτα στην απόφαση της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης (σ.σ. το 1995 για το casus belli)», σημείωσε.
Μάλιστα, ο Τούρκος ΥΠΕΞ χαρακτήρισε «λάθος τις δηλώσεις του Ν. Δένδια που δεν έχουν καμία ισχύ» και μετέφερε όπως είπε στους συνομιλητές του στην Ε.Ε. ότι η Ελλάδα συνεχίζει τις προκλήσεις. «Κι αυτό δεν είναι καθόλου προς όφελος της Ελλάδας. Η Ελλάδα θα πρέπει να αποφεύγει τέτοιες δηλώσεις» είπε ο κ. Τσαβούσογλου.
«Μόνο ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα» ξεκαθαρίζει η Ελλάδα
Η ελληνική κυβέρνηση, πάντως, εμμένει στη σταθερή και αδιαπραγμάτευτη στάση της. Ο Νίκος Δένδιας τόνισε ότι στον 61ο γύρο των διερευνητικών δεν πρόκειται να συζητηθεί θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, ούτε άλλο θέμα που αφορά την εθνική κυριαρχία μας. Το μόνο που θα τεθεί θα είναι το ζήτημα της οριοθέτησης της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, βάσει του Διεθνούς Δικαίου.
Σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο υπουργός Εξωτερικών δήλωσε χαρακτηριστικά: «Θέλω να είμαι ξεκάθαρος: το ζήτημα των ενδεχόμενων μελλοντικών διαπραγματεύσεων θα είναι η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και πώς μπορεί να επιτευχθεί. Εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία σε διαπραγματεύσεις, που τυχόν ακολουθήσουν τις διερευνητικές, οι δύο πλευρές θα πρέπει να συμφωνήσουν σε κείμενο συνυποσχετικού που θα υποβληθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
»Θέλω να επισημάνω, επίσης, ότι στις διερευνητικές δεν συζητείται θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών. Δεν συζητείται θέμα που αφορά την εθνική κυριαρχία.
»Εμείς προσερχόμαστε καλή τη πίστει στις επαφές αυτές. Με εποικοδομητικό πνεύμα. Και, κυρίως, δεν προκαλούμε. Δεν επιθυμούμε την κλιμάκωση. Ούτε προσπαθούμε να δυναμιτίσουμε τις διερευνητικές με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Αντιθέτως, ευελπιστούμε ότι οι επαφές αυτές θα οδηγήσουν σε αποκλιμάκωση. Αυτό, εξάλλου, έχει υπογραμμίσει και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν αναφερόταν στην «ομαλή συνέχιση» των διερευνητικών επαφών.
Ελπίζω ότι και η τουρκική πλευρά θα προσέλθει στις επαφές αυτές με αντίστοιχο πνεύμα».
Αναφορικά με ενδεχόμενη συνάντησή του με τον Τούρκο ομόλογό του, ο κ. Δένδιας απάντησε απλά: «Οταν το επιτρέψουν οι συνθήκες και υπάρξει το κατάλληλο κλίμα που θα επιτρέψει σε μια τέτοια συνάντηση να είναι εποικοδομητική».
Παρέμβαση Σαμαρά κατά διερευνητικών και προσφυγής στη Χάγη
Την αντίθεσή του στην έναρξη των διερευνητικών επαφών εκφράζει ο Αντώνης Σαμαράς, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής». Ο πρώην πρωθυπουργός, διαφοροποιούμενος πλήρως από την κυβερνητική πολιτική, επισημαίνει πως «με πειρατές δεν κάνεις διάλογο», και τάσσεται κατά του «δόγματος κατευνασμού».
Η έναρξη των διερευνητικών επαφών ακυρώνουν κάθε συζήτηση για κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας, υποστηρίζει, διαμηνύοντας πως «μόνο με αποτροπή αντιμετωπίζεται ο επεκτατιστής».
Σε ερώτηση αν η Τουρκία επιμένει στα θέματα που θέτει, ο κ. Σαμαράς απαντά με νόημα: «Επιμένουμε κι εμείς: Αρνούμαστε να συζητήσουμε πώς θα μοιράσουμε τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας! Γιατί, εάν δεχόμασταν να μπούμε σε τέτοια συζήτηση, το θέμα δεν είναι «να τους δώσουμε κάτι, ώστε να σώσουμε τα υπόλοιπα»-όπως υποστηρίζεται από ορισμένους. Διότι, αφού πάρουν κάτι τώρα, θα επανέλθουν με νέες απειλές, ώστε να πάρουν και άλλα… Γι΄αυτό και έχω πει: Με «πειρατές» δεν κάνω διάλογο».
«Πέρα από το blame gameπου προσπαθούμε να παίξουμε, υπάρχει και το power game, που πρέπει κάποτε να μάθουμε» αναφέρει χαρακτηριστικά σε άλλο σημείο της συνέντευξής του στην «Καθημερινή της Κυριακής».
Παράλληλα, ο Αντώνης Σαμαράς τάσσεται και κατά της προσφυγής στη Χάγη, καθώς -όπως υποστηρίζει- με αυτό τον τρόπο «θα παραιτηθούμε εξ αρχής μόνοι μας από όλα όσα προβλέπει υπέρ μας το Διεθνές Δίκαιο».
«Μην κάνετε λάθος. Αυτό που μας ζητούν δεν είναι να προσφύγουμε στη Χάγη με βάση το διεθνές δίκαιο. Γιατί η Τουρκία δεν δέχεται το διεθνές δίκαιο της θάλασσας. Ούτε να το υπογράψει. Και άρα τέτοιο κοινό πλαίσιο προσφυγής δεν υπάρχει. Ο άλλος τρόπος, βέβαια, θα ήταν να συρθούμε στη Χάγη υπογράφοντας συνυποσχετικό με την Τουρκία. Δηλαδή, να δεχθούμε να λυθούν οι διαφορές μας όχι όπως προβλέπει το διεθνές δίκαιο, αλλά όπως θέλει η Τουρκία» αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει:
«Δυστυχώς, αυτό μας ζητάνε…. Δηλαδή να παραιτηθούμε εξαρχής, μόνοι μας, από όλα όσα προβλέπει υπέρ μας το διεθνές δίκαιο. Με απλά λόγια: Εμείς, με το συνυποσχετικό να έχουμε παραχωρήσει από πριν θαλάσσια οικόπεδα και να ζητήσουμε μετά από τη Χάγη να βάλει τη σφραγίδα … του τοπογράφου μηχανικού. Σε αυτό έχω διαφωνήσει κατηγορηματικά. Και δεν διαφωνώ μόνον εγώ. Έχουν διαφωνήσει σχεδόν οι πάντες στην Ελλάδα».
Πότε αρχίζουν οι διερευνητικές επαφές
Η ελληνική αποστολή αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να φτάσει το απόγευμα στην Κωνσταντινούπολη με ειδική, απευθείας πτήση. Το ραντεβού των δυο αντιπροσωπιών έχει προγραμματιστεί για τις 10 το πρωί της Δευτέρας 25 Ιανουαρίου, και θα πραγματοποιηθεί σε μια από τις αίθουσες του επιβλητικού Suisse Hotel της Κωνσταντινούπολς, με θέα τον Βόσπορο.
Επικεφαλής της ελληνικής διπλωματικής ομάδας στις διερευνητικές επαφές θα είναι ο πρέσβης ε.τ. Παύλος Αποστολίδης, που έχει ηγηθεί στους περισσότερους γύρους των διερευνητικών συνομιλιών και θα συνοδεύεται από τον πολύπειρο εν ενεργεία διπλωμάτη, Αλέξανδρο Κουγιου.
Απέναντι τους θα βρίσκονται ο υφυπουργός εξωτερικών της Τουρκίας, Σεντάτ Ονάλ, αλλά και το υψηλόβαθμο στέλεχος της τουρκικής διπλωματίας, Τσαγατάι Ερτσίγιες.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο διάλογος κατά τις διερευνητικές επαφές δεν είναι δεσμευτικός, ωστόσο θα αποβεί κρίσιμος για τη συνέχεια αφού θα δείξει πόσο μεγάλη είναι η διάσταση θέσεων μεταξύ των δύο πλευρών επί της αρχής, δηλαδή όσον αφορά τα θέματα που δέχεται κάθε χώρα να θέσει υπό διαπραγμάτευση.
Με απλά λόγια οι διερευνητικές είναι άτυπη προετοιμασία για διαπραγμάτευση. Κατά τη διάρκειά τους οι εμπλεκόμενοι δεν αναλαμβάνουν υποχρεώσεις. Δεν είναι δεσμευτικές. Δεν έχουν συμφωνημένα πρακτικά και δεν μετέχει τρίτη πλευρά. Ούτε γίνονται ενημερώσεις στα ΜΜΕ.