«Ευχαριστούμε τη σπουδαία μας χώρα. Ευχαριστούμε το Κόμμα μας. Ευχαριστούμε τον αγαπητό μας πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ». Δύο χρόνια πέρασε η Γκουλμπαχάρ Χαϊτιβάτζι επαναλαμβάνοντας αυτές τις φράσεις, από το πρωί έως το βράδυ, σε κάποιο από τα στρατόπεδα «πολιτικής αναμόρφωσης», ή «επαγγελματικής εκπαίδευσης», που έχει στήσει το κινεζικό καθεστώς στην επαρχία Σιντζιάνγκ – Αυτόνομη Περιοχή των Ουιγούρων του Σιντζιάνγκ ονομάζεται επισήμως, αλλά είναι τόσο «αυτόνομη» όσο αθώα και ανώδυνα είναι και αυτά τα κινεζικά γκουλάγκ.
Η Γκουλμπαχάρ Χαϊτιβάτζι ζούσε στη Γαλλία ήδη από το 2006: είχε εγκαταλείψει τη γενέτειρά της, μαζί με τον σύζυγό της, αηδιασμένη από τις διακρίσεις που υφίσταντο οι Ουιγούροι και οι υπόλοιπες μουσουλμανικές εθνότητες της Σιντζιάνγκ υπέρ των Χαν, της κυρίαρχης εθνότητας της Κίνας, που αποτελεί ωστόσο μόλις το 40% του πληθυσμού στη συγκεκριμένης επαρχίας.
Αντίθετα όμως με τον σύζυγο και τις κόρες της, που είχαν αποκτήσει στη Γαλλία καθεστώς πολιτικού πρόσφυγα, η ίδια είχε προτιμήσει να κρατήσει το κινεζικό της διαβατήριο, ώστε να διατηρήσει τη δυνατότητα να ξαναδεί την οικογένειά της, την ηλικιωμένη μητέρα της.
Τελικά, δελεάστηκε και πείστηκε να επιστρέψει στην Κίνα, στα τέλη του 2016, με ένα τέχνασμα – κάποια διοικητικά έγγραφα αναφορικά με την πρόωρη συνταξιοδότησή της, στην πετρελαϊκή εταιρεία όπου είχε εργασθεί για χρόνια, που έπρεπε, δεν γινόταν αλλιώς, να υπογράψει αυτοπροσώπως. Στο κάτω κάτω, σκέφτηκε, δεν είχε ασχοληθεί ποτέ της με την πολιτική – γιατί να φοβηθεί;
Παράθυρα καλυμμένα από μεταλλικές κουρτίνες. Κρανία ξυρισμένα. Ενας άθλιος χυλός για φαγητό. Ατελείωτες απαγορεύσεις: «Απαγορεύεται να μιλάτε ουιγούρ· απαγορεύεται να προσεύχεστε· απαγορεύεται να ξεκινήσετε απεργία πείνας…».
Ατελείωτες ώρες κατήχησης και προπαγάνδας γύρω από το μεγαλείο του ΚΚΚ. Απλές ερωτήσεις με παράλογες απαντήσεις: «-Τι χρώμα έχει αυτός ο τοίχος; -Ασπρο. -Οχι, είναι μαύρο. Εγώ αποφασίζω το χρώμα που πρέπει να βλέπετε».
Ουρλιαχτά μέσα στη νύχτα. Και αυτοί οι παράξενοι εμβολιασμοί, για τους οποίους έπρεπε να δώσεις τη συγκατάθεσή σου, αλλά ήταν αδύνατο να αρνηθείς. Η Γκουλμπαχάρ Χαϊτιβάτζι ήταν ήδη 50άρα, αλλά πολλές νεότερες συγκρατούμενές της της εξομολογούνταν πως δεν είχαν πια περίοδο. Η Γκουλμπαχάρ Χαϊτιβάτζι είναι από τις τυχερές: χάρη στην πίεση της οικογένειάς της και του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών, αφέθηκε στα τέλη του 2018 ελεύθερη, επέστρεψε στη Γαλλία, μόλις κυκλοφόρησε εκεί ένα βιβλίο, από κοινού με μία δημοσιογράφο της Le Figaro, με τίτλο «Επιζήσασα των κινεζικών γκουλάγκ».
Κοντεύουν δυόμισι χρόνια από τότε που κατήγγειλε για πρώτη φορά ο ΟΗΕ πως κάπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι, στη συντριπτική τους πλειονότητα Ουιγούροι, ήταν κλεισμένοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Σιντζιάνγκ με το άλλοθι της «καταπολέμησης της τρομοκρατίας».
Χάρη στις μαρτυρίες επιζώντων, και συγγενών τους που κατάφεραν να διαφύγουν στο εξωτερικό, γνωρίζουμε ήδη πια πως η Κίνα προσπαθεί εδώ και τουλάχιστον τέσσερα χρόνια συστηματικά να καταστρέψει την ταυτότητα των 11,5 εκατομμυρίων Ουιγούρων της Σιντζιάνγκ μέσω της de facto απαγόρευσης της γλώσσας, της κουλτούρας και της θρησκείας τους, μέσω υποχρεωτικών στειρώσεων και χωρισμού των οικογενειών, μέσω της καταναγκαστικής εργασίας, του εγκλεισμού στα (εκατοντάδες, πια) στρατόπεδα «πολιτικής αναμόρφωσης» ή «επαγγελματικής εκπαίδευσης» και ενός συστήματος παρακολούθησης με την τελευταία λέξη της υψηλής τεχνολογίας.
Γνωρίζουμε επίσης πως τουλάχιστον 500.000 Ουιγούροι απασχολούνται κάθε χρόνο καταναγκαστικά στα βαμβακοχώραφα της Σιντζιάνγκ, από όπου και προέρχεται το 30% της παγκόσμιας παραγωγής βάμβακος. Τι κάνει τους ανθρώπους να αποστρέφουν το βλέμμα από μια γενοκτονία; Είναι η οικονομική βαρύτητα και επιρροή της Κίνας; Είναι το γεγονός πως η Σιντζιάνγκ βρίσκεται μακριά, και κανένας ξένος δημοσιογράφος δεν μπορεί να κάνει εκεί τη δουλειά του ανεμπόδιστος, και οι Ουιγούροι δεν έχουν κάποια γνωστή στη Δύση προσωπικότητα να τους υπερασπιστεί, όπως έχουν για παράδειγμα οι Θιβετιανοί τον Δαλάι Λάμα;
Είναι (ας μην κρυβόμαστε) το γεγονός πως οι Ουιγούροι είναι μουσουλμάνοι, και επιπλέον τουρκόφωνοι; Είναι που η Κίνα ισορροπεί συνήθως προσεκτικά σε μία πολύ λεπτή γραμμή όταν παραβιάζει μαζικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, χωρίς να διαπράττει το είδος εκείνο της σωματικής βίας, τις απροκάλυπτες δολοφονίες, τους βιασμούς ή τα βασανιστήρια, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν διεθνή σάλο; Είναι που η επικαιρότητα βρίσκει πάντα πιο κρίσιμα, πιο επείγοντα θέματα να επιβάλλει – όπως καλή ώρα τώρα την αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο ή, φυσικά, την πανδημία; Φταίμε κι εμείς, οι δημοσιογράφοι;
Λίγες ώρες προτού λάβει επιτέλους τέλος η προεδρία Τραμπ, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε πως η κινεζική κυβέρνηση διαπράττει γενοκτονία και εγκλήματα της ανθρωπότητας εις βάρος των Ουιγούρων και άλλων μουσουλμανικών εθνοτήτων στη Σιντζιάνγκ.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν φαίνεται να συμμερίζεται αυτή τη θέση. ΗΠΑ, Καναδάς και Ηνωμένο Βασίλειο αποφάσισαν πρόσφατα να αναστείλουν τις κινεζικές εισαγωγές που βαρύνονται με υποψίες ότι χρησιμοποιούν την καταναγκαστική εργασία των Ουιγούρων. Παρά τις πιέσεις του Ευρωκοινοβουλίου, η ΕΕ έχει αρκεστεί προς το παρόν από την πλευρά της σε μία αόριστη υπόσχεση της Κίνας να κυρώσει τις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Δεν την τιμά αυτή η παθητικότητα – δεν τιμά κανέναν μας.