Την οδύσσειά της περιγράφει στα «ΝΕΑ» η 27χρονη Ανδρονίκη Κίφτη, παιδί δεύτερης γενιάς μεταναστών από την Αλβανία, γεννημένη και μεγαλωμένη στην Ελλάδα. Η νεαρή αναγκάστηκε να στείλει επιστολή-έκκληση για βοήθεια προς κάθε ενδιαφερόμενο από τη Μασαχουσέτη, όπου ολοκληρώνει σήμερα το διδακτορικό της στη Βιοχημεία, ύστερα από την οδυνηρή εμπειρία που εξομολογείται ότι έζησε προ ημερών μπροστά σε επιτροπή του υπουργείου Μετανάστευσης το οποίο θα έκρινε την ανανέωση της άδειας παραμονής της στην Ελλάδα και την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας που προσπαθεί μάταια να λάβει από το 2012. Ταξιδεύοντας για 24 ώρες, βρέθηκε τελικά απολογούμενη ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής που την ενημέρωσε ότι κακώς προσήλθε καθώς δεν δικαιούται άδεια στη χώρα που γεννήθηκε, πήγε σχολείο και ενηλικιώθηκε.

Με την αποφοίτησή της από τις ΗΠΑ, και δεδομένων των απαγορεύσεων λόγω Covid, η μόνη χώρα που μπορεί να τη δεχθεί είναι η Αλβανία, ενώ στην Ελλάδα μπορεί να έρθει μόνο παίρνοντας βίζα από το ελληνικό προξενείο της Βοστώνης για 90 ημέρες ως τουρίστρια. «Είναι εξωφρενικό και θλιβερό να θεωρούμαι παράνομη στη χώρα που γεννήθηκα, να χρειάζομαι βίζα για να έρθω να δω τους γονείς μου στο σπίτι μου επειδή έλειψα στο εξωτερικό για σπουδές», λέει η 27χρονη στα «NEA».

«Ηταν η χειρότερη εμπειρία που είχα ποτέ», αναφέρει η Ανδρονίκη για τη συνέντευξή της στην επιτροπή του υπουργείου: «Ελαβα συστημένη επιστολή στο σπίτι μου στην Αθήνα που έλεγε “σας καλούμε για συνέντευξη για να εξετάσουμε αν θα σας δώσουμε την άδεια παραμονής”. Μου φάνηκε παράλογο να με καλέσουν μέσα στην πανδημία ενώ ξέρουν ότι είμαι στην Αμερική. Οταν εμφανίστηκα στην Πέτρου Ράλλη, σε μια επιτροπή πέντε ατόμων, μια κυρία με ρώτησε “γιατί είστε εδώ σήμερα”. Της είπα “γιατί με καλέσατε”. “Δεν ξέρω ποιος σας κάλεσε για συνέντευξη αλλά αυτό είναι λάθος”, μου απάντησε. Αφού τους παρακάλεσα και τους εξήγησα την κατάσταση, η κυρία αυτή μου είπε “θα το σκεφτώ”, δηλαδή, ότι περνά από το χέρι της και εκείνη θα κρίνει αν θα μου κάνει τη “χάρη” να μου ανανεώσει την άδεια παραμονής μου. Ενας κύριος της επιτροπής που με συνόδευσε έξω, μου είπε “πρέπει να ταλαιπωρήθηκες πολύ, χίλια συγγνώμη”. Στενοχωρήθηκα πολύ. Και ο πατέρας μου που με περίμενε έξω στενοχωρήθηκε».

Στην προσπάθειά της να δικαιωθεί, η Ανδρονίκη έχει κοινοποιήσει την επιστολή της και στους προέδρους των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Eκπρόσωποι της αντιπολίτευσης έχουν δείξει ενδιαφέρον να την ξεμπλέξουν από τα γρανάζια της πολυνομίας και της γραφειοκρατίας. «Προσπαθούμε να λύσουμε το πρόβλημα της Ανδρονίκης και ταυτόχρονα εξετάζουμε μήπως χρειάζεται αλλαγή στη νομοθεσία για να μην ταλαιπωρηθούν και άλλα παιδιά», λένε στα «ΝΕΑ» από το Κίνημα Αλλαγής. «Δεν περίμενα τέτοια ανταπόκριση», αναφέρει η Ανδρονίκη. «Ξέρω ότι η Ελλάδα δεν είναι οι άνθρωποι αυτοί που με ταπείνωσαν στη συνέντευξη. Η Ελλάδα είναι πολύ παραπάνω από αυτό και χαίρομαι που υπάρχουν άνθρωποι που καταλαβαίνουν τι αξίζω και για ποιον λόγο θα έπρεπε αυτή η ιθαγένεια να μου έχει ήδη δοθεί πριν καν φύγω στην Αμερική». Η επιστολή της έφτασε μέχρι και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο καθώς, όπως η ίδια εξηγεί, εκείνος μπορεί να καταλάβει τη θέση της καλύτερα από άλλα άτομα.

Αναμνήσεις

Από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, με την καρδιά της να χτυπά στη Μεσόγειο, η Ανδρονίκη θυμάται τη γειτονιά της στα Πατήσια όπου την περιμένουν οι γονείς της να επιστρέψει. Θυμάται μικρή τις ατέλειωτες ουρές στο κρύο, τυλιγμένη στην κουβέρτα της μάνας της, από το χάραμα για την ανανέωση της άδειας παραμονής τους όπως και τις ατέλειωτες ουρές στα σύνορα στην Κακαβιά για τον απαραίτητο έλεγχο όταν επισκέπτονταν το καλοκαίρι το Αργυρόκαστρο. Αλλά και ένα τραυματικό περιστατικό στην ΣΤ’ Δημοτικού όταν έγινε σημαιοφόρος αλλά οι έλληνες συμμαθητές της αρνήθηκαν να παρελάσουν μαζί της ως παραστάτες λόγω της καταγωγής της. «Αν και έχω μορφωθεί από Ελληνες, δεν με έχουν αφήσει να αισθανθώ Ελληνίδα. Θα έπρεπε να είμαι Ελληνίδα πολύ πριν κάνω την αίτησή μου για ελληνική ιθαγένεια», λέει η Ανδρονίκη που στις 13 Ιανουαρίου έμαθε ότι η πολιτεία απορρίπτει το αίτημά της. «Δεν έχω κάτι να χάσω ή να φοβηθώ. Δεν με ενδιαφέρει η δημοσιότητα. Με ενδιαφέρει να ακουστεί η ιστορία μου. Θα ήθελα όλα τα παιδιά που έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ελλάδα να αντιμετωπίζονται ως Ελληνόπουλα. Δεν θα έπρεπε η Ελλάδα να είναι περήφανη για εμένα;», αναρωτιέται.