Από τα τέλη της περασμένης χρονιάς έως και σήμερα έχουν εμβολιαστεί περισσότεροι από 200.000 πολίτες στη χώρα μας, με την εμβολιαστική εκστρατεία «Ελευθερία» να επιχειρεί σε πρώτη φάση να οχυρώσει τους πλέον ευάλωτους σε σοβαρές επιπλοκές – δηλαδή, τους ηλικιωμένους και όσους πάσχουν από χρόνια νοσήματα. Με αφορμή λοιπόν την έναρξη εμβολιασμού για τον SARS-CoV-2 (COVID-19) του γενικού πληθυσμού, η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία απαντά, με βάση τα τελευταία διεθνή επιστημονικά δεδομένα, στις πιο συνήθεις ερωτήσεις που έχουν τεθεί από καρδιαγγειακούς ασθενείς.
Εχω καρδιολογικό πρόβλημα. Πρέπει να κάνω το εμβόλιο;
Ολοι οι ενήλικες οφείλουν να εμβολιαστούν. Η παρουσία ακόμα και σοβαρού καρδιολογικού προβλήματος όχι μόνο δεν αποτελεί αντένδειξη, αλλά είναι ισχυρή ένδειξη. Τα άτομα που φαίνεται να κινδυνεύουν περισσότερο από δυσμενή έκβαση μετά από νόσηση και έχουν υψηλή προτεραιότητα εμβολιασμού είναι ασθενείς με χρόνια καρδιαγγειακά νοσήματα και γενικότερα όσοι αναφέρονται στην παρακάτω κατάσταση:
– Χρόνια αναπνευστική νόσος, συμπεριλαμβανομένου του άσθματος, της χρόνιας ή διαλειμματικής χρήσης στεροειδών, ανάγκης νοσηλειών, χρόνια βρογχίτιδα, εμφύσημα και κυστική ίνωση, διάμεση ίνωση και βρογχοπνευμονική δυσπλασία.
– Χρόνια νεφρική νόσο σταδίου 3, 4, νεφρωσικό σύνδρομο, μεταμόσχευση νεφρού.
– Χρόνια καρδιαγγειακή νόσος (καρδιακή ανεπάρκεια, συγγενή καρδιοπάθεια, αρτηριακή υπέρταση με προσβολή οργάνων στόχου, ασθενείς με χρόνια ισχαιμική καρδιακή νόσο, κολπική μαρμαρυγή, περιφερική αγγειακή νόσο, φλεβική θρομβοεμβολική νόσο).
– Χρόνια ηπατική νόσο, κίρρωση, χρόνια ηπατίτιδα.
– Χρόνια νευρολογική νόσο, ΑΕΕ, Down’s Syndrome, πολλαπλή σκλήρυνση, επιληψία, άνοια, Parkinson’s disease, νόσο κινητικού νευρώνα.
– Σακχαρώδης διαβήτης υπό φαρμακευτική ή απλά διαιτητική αγωγή.
– Ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς λόγω νόσου ή χορηγούμενης θεραπείας (χημειοθεραπεία, μονοκλωνικά αντισώματα, θεραπεία ανοσοδιέγερσης, κορτικοειδή σε ισοδυναμία πρεδνιζολόνης 20mg ή περισσότερο την ημέρα κατά τον τελευταίο μήνα).
– Ιστορικό αιματολογικής κακοήθειας (λέμφωμα, λευχαιμία, μυέλωμα, συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, ρευματοειδή αρθρίτιδα και ψωρίαση που έχουν ανάγκη λήψης μακροχρόνιας θεραπείας).
– Ασθενείς που θα λάβουν ανοσοκατασταλτική θεραπεία. Η χορηγούμενη ανοσοκατασταλτική θεραπεία μπορεί να επηρεάσει την ανταπόκριση στον εμβολιασμό.
– Ασπληνία ή δυσλειτουργία σπληνός (συμπεριλαμβάνονται θαλασσαιμίες, δρεπανοκυτταρική αναιμία).
– Νοσογόνος παχυσαρκία Body Mass Index ≥40 kg/m².
– Σοβαρή ψυχική νόσος (σχιζοφρένεια, διπολικές διαταραχές).
– Φροντιστές ατόμων υψηλού κινδύνου.
– Ο εμβολιασμός ατόμων μικρότερων των 16 ετών είναι ακόμα υπό συζήτηση.
Πρέπει να τροποποιήσω τη φαρμακευτική μου αγωγή κατά την ημέρα του εμβολίου;
Δεν συνιστάται τροποποίηση αγωγής για αρτηριακή υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, καρδιακή ανεπάρκεια, συμπεριλαμβανομένης αντιαιμοπεταλιακής αγωγής, την ημέρα του εμβολίου.
Λαμβάνω αντιπηκτική αγωγή. Πρέπει να λάβω κάποια ιδιαίτερη προφύλαξη;
Το εμβόλιο δίνεται με μικρή βελόνα (23-25 gauge) ενδομυϊκά. Οι ασθενείς που λαμβάνουν βαρφαρίνη, είναι θεμιτό να έχουν ελέγξει στον τελευταίο τους έλεγχο το INR να είναι κάτω από τα ανώτερα θεραπευτικά επίπεδα. Μετά την έγχυση ο εμβολιαζόμενος να ασκήσει ελαφρά πίεση στο σημείο του δείγματος για 2 λεπτά χωρίς τρίψιμο. Ο εμβολιαζόμενος πρέπει να ενημερωθεί για την πιθανότητα δημιουργίας μικρού αιματώματος στην περιοχή.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν νεότερα αντιπηκτικά μπορούν να λάβουν με ασφάλεια το εμβόλιο, ιδίως εάν είναι πριν από τη λήψη της επόμενης δόσης του φαρμάκου τους.
Σε ασθενείς με αιμορραγική διάθεση, π.χ. ασθενείς που λαμβάνουν αγωγή για αιμοφιλία, ο εμβολιασμός να γίνεται αμέσως μετά τη χορήγηση της ανάλογης θεραπείας.
Ποια είναι η θέση της κολχικίνης;
Πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα τοποθετούν και την κολχικίνη, ένα παλαιό αντιφλεγμονώδες φάρμακο με ήπια νοσοτροποποιητική δράση, στη δυνητική θεραπευτική αγωγή κατά COVID-19, ιδίως σε ήπιας-μέτριας βαρύτητας νόσηση. Οπως και οι περισσότερες φαρμακευτικές αγωγές, θα πρέπει να λαμβάνονται με ανάλογη ιατρική σύσταση και αντίστοιχη συνταγογράφηση, για αποφυγή κακής χρήσης και δυσμενών παρενεργειών.