Υπάρχουν φορές που τα αποτελέσματα των εκλογών κρίνονται πριν φτάσουν οι πολίτες στην κάλπη. Και άλλες που η ίδια η κάλπη γίνεται αντικείμενο συζήτησης πολύ καιρό πριν στηθεί. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Κίνημα Αλλαγής δείχνουν πως, ακόμα και αν το θέμα κρατείται σε χαμηλούς τόνους, η κάλπη για την ηγεσία του κόμματος βρίσκεται στην πίσω σκέψη των βασικών εμπλεκομένων. Και θα συνεχίζει να βρίσκεται για τους επόμενους δώδεκα μήνες.
Η λίστα των υποψηφίων
Με τα σημερινά δεδομένα, μόνο δύο υποψήφιοι έχουν εκδηλώσει την πρόθεσή τους. Η νυν πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά, και ο Ανδρέας Λοβέρδος, που πριν από μία μόλις εβδομάδα ανακοίνωσε επίσημα την υποψηφιότητά του και τον στόχο να «υπερδιπλασιάσει» τα ποσοστά του κόμματος. Από εκεί και πέρα, η λίστα σχεδόν αναπόφευκτα περιλαμβάνει τον ευρωβουλευτή Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος είχε έρθει δεύτερος το 2017 – παρότι η εκ νέου διεκδίκηση της ηγεσίας είναι κοινό «πράσινο» μυστικό, ο ίδιος προτιμά να περιμένει τον έλεγχο της πανδημίας για την τελική ανακοίνωση και την επίσημη έναρξη της καμπάνιας του.
Πριν από κάποιους μήνες, όταν είχε αρχίσει για πρώτη φορά η συζήτηση για τις εσωκομματικές διαδικασίες, πολύ περισσότεροι φέρονταν να σκέφτονταν να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους – δύο στελέχη της νέας γενιάς βουλευτών, για παράδειγμα, όπως η Νάντια Γιαννακοπούλου, ο Μιχάλης Κατρίνης αλλά και η Εύα Καϊλή, ήταν ανάμεσα στα ονόματα που ψιθυρίζονταν στα κεντροαριστερά πηγαδάκια ως πιθανοί διεκδικητές, παρότι τα σενάρια που τους αφορούν όσο περνάει ο καιρός απομακρύνονται. Αντιθέτως, την πιθανή υποψηφιότητά του φέρεται να συζητεί ο Παύλος Γερουλάνος, αλλά και ο Χάρης Καστανίδης – οι πιθανότητες, πάντως, για τον πρώτο είναι περισσότερες από όσες για τον δεύτερο, που όλα δείχνουν πως δεν θα τολμήσει το βήμα.
Ο προεκλογικός αγώνας
Εν μέρει λόγω πανδημίας, αλλά και για λόγους που έχουν να κάνουν με την ευρύτερη στάση που τηρεί το Κίνημα Αλλαγής (και κυρίως τη στάση που θα τηρήσει στο μέλλον) φαίνεται πως ο προεκλογικός διάλογος που θα διεξαχθεί δεν θα θυμίζει τον αντίστοιχο του 2017. Δεν θα συμμετέχουν, δηλαδή, υποψήφιοι χωρίς μια ξεκάθαρη πολιτική ατζέντα για την επόμενη μέρα της Κεντροαριστεράς. Πράγμα που σημαίνει ότι ο αριθμός τους θα είναι μικρότερος και πολύ συγκεκριμένος.
Η Γεννηματά, και εύλογα λόγω θέσης, σκιαγραφεί ήδη τη δική της, επιλέγοντας την προσπάθεια ανάδειξης του Κινήματος Αλλαγής ως τη βασική προοδευτική εναλλακτική πρόταση απέναντι στη ΝΔ, διεκδικώντας τον κεντροαριστερό χώρο από τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, με σημαία την αυτονομία της παράταξης, που αποτελεί και απόφαση συνεδρίου. Ο Λοβέρδος, από την άλλη, απορρίπτει τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει πως «αλληθωρίζει» προς την πλευρά της κυβέρνησης.
«Στέλεχος του κόμματός μου που να με κοιτάει στα μάτια και να μου έχει πει ότι εσύ είσαι δεξιός δεν έχει μέχρι στιγμής υπάρξει. Γιατί; Διότι όταν κάποιος διατελεί υπουργός, τότε καταγράφεται ποιος ακριβώς είναι» δήλωσε πρόσφατα (THEMA), θυμίζοντας πως ο ίδιος ήταν αυτός που στο παρελθόν έχει στηρίξει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, όπως τον Συνήγορο του Πολίτη, την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, το κοινωνικό σχολείο στο υπουργείο Παιδείας, τον ΕΟΠΥΥ και την αποκέντρωση του ΟΚΑΝΑ. Από τη δική του πλευρά φαίνεται πως ο Ανδρουλάκης θα παίξει και το χαρτί της ηλικιακής ανανέωσης των κομματικών στελεχών, παρότι και η Γεννηματά έχει «ανοίξει» τον μηχανισμό σε ανθρώπους νεότερης ηλικίας. Αν τελικά το επιλέξει, ο Παύλος Γερουλάνος θα κατέβει ως ένας υποψήφιος με καθαρές πασοκικές καταβολές – ο ίδιος μιλάει εδώ και πολλά χρόνια για την ανάγκη επιστροφής στα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ.
Οι εκλογές
Επισήμως στη Χαριλάου Τρικούπη δεν ασχολούνται ακόμα με το ζήτημα των εκλογών – πράγμα λογικό, καθώς αυτές από το καταστατικό προσδιορίζονται για τον Νοέμβριο του 2021, ενώ μπορούν να καθυστερήσουν μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2022. Η ηγεσία τονίζει πως όλα θα γίνουν όπως προβλέπονταν, ωστόσο το ζήτημα δεν είναι της παρούσης και λόγω πανδημίας, αλλά και γιατί μια παρατεταμένη εκλογική περίοδος θα ζημίωνε το κόμμα. Σε αυτό το μήκος κύματος φαίνεται πως βρίσκονται και οι άλλοι δύο σίγουροι υποψήφιοι, καθώς κανείς δεν έχει εγείρει θέμα εκλογών ακόμα -ούτε καν αυτός που ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του.
Η περίοδος, πάντως, που θα ληφθούν οι τελικές αποφάσεις τόσο για τις υποψηφιότητες όσο και για το χρονοδιάγραμμα που θα τηρηθεί δεν είναι άλλη από την άνοιξη του 2021 – και ειδικά τον Μάιο, λίγο πριν από το καλοκαίρι, που το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει και για την πανδημία. Μέχρι τότε και οι παρατηρητές αλλά και μερικά από τα πιο έμπειρα κεντροαριστερά στελέχη κάνουν απλά ασκήσεις επί χάρτου. Κυρίως γιατί γνωρίζουν πως ο πολιτικός χρόνος δεν είναι γραμμικός και πως, ειδικά φέτος, υπάρχουν δύο παράμετροι που μπορούν να αλλάξουν μέχρι και την τελευταία στιγμή.
Δυσκολίες – Ανατροπές
Η πρώτη αφορά τον κορωνοϊό. Μέχρι και πριν από λίγες ημέρες όλοι ήξεραν πως έως τα πρώτα καλοκαιρινά μπάνια ένα μεγάλο τμήμα του πιο ευάλωτου πληθυσμού θα έχει εμβολιαστεί, επιτρέποντας μια ευελιξία κινήσεων στις πολιτικές διαδικασίες που απαιτούν και αυτοπρόσωπη παρουσία. Μετά τις τελευταίες εξελίξεις στις σχέσεις ΕΕ και AstraZeneca, ωστόσο, τα πράγματα δεν φαίνονται το ίδιο αισιόδοξα. Αν οι δυσκολίες του προγράμματος εμβολιασμού, σε συνδυασμό με ένα τρίτο ή ένα τέταρτο επώδυνο κύμα, επιβεβαιωθούν τους μήνες που έρχονται, τότε θεωρείται μαθηματικά βέβαιο πως και οι εσωκομματικές διαδικασίες του Κινήματος Αλλαγής θα εξαντλήσουν τον χρόνο διεξαγωγής τους. Σίγουρα δεν θα μπορέσουν να προηγηθούν του καταστατικού, αν κάτι τέτοιο βρισκόταν στις βλέψεις της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, δυσκολεύοντας κατά πολύ μια τέτοια πρόταση.
Υπάρχει άλλη μια παράμετρος που μπορεί να απομακρύνει τις εσωκομματικές διεργασίες. Και αυτή, όπως η πανδημία, δεν βρίσκεται στο χέρι των κεντροαριστερών στελεχών. Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσιζε, κόντρα σε όσα έχει εξαγγείλει κατά καιρούς, να μην ολοκληρώσει την τετραετία και να προσφύγει στις κάλπες νωρίτερα, πολύ πιθανό να επιλέξει τους τελευταίους μήνες του 2021 για να το κάνει – ή τουλάχιστον έτσι λέει η επικρατέστερη ανάγνωση στους κόλπους της αντιπολίτευσης, που βασίζεται στην κατάσταση της οικονομίας και τις αναμενόμενες δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις μετά τους τόσους μήνες εργασίας σε συνθήκες πανδημίας. Αν τελικά υπάρξει προσφυγή στις εθνικές κάλπες στο τέλος του 2021, είναι προφανές πως οι κεντροαριστερές εσωκομματικές διαδικασίες θα αργήσουν. Τα αποτελέσματα δε αυτών των εκλογών δεν θα αλλάξουν μόνο τον χρόνο της κεντροαριστερής κάλπης, αλλά ενδεχομένως να μεταβάλουν και την ομάδα των υποψηφίων.