Μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν έχει λόγους να φοβάται έναν διάλογο με βάση το Διεθνές Δίκαιο στέλνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, λίγες μέρες μετά την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας. Ο Νίκος Δένδιας, μιλώντας στα «ΝΕΑ», επαναλαμβάνει ότι οι διερευνητικές δεν είναι διαπραγματεύσεις και σημειώνει ότι δύσκολα μπορούμε να μιλάμε για χρονοδιαγράμματα. Αναφερόμενος δε στην επιμονή της Τουρκίας στο casus belli ο ΥΠΕΞ σημειώνει ότι ο ίδιος έχει υποχρέωση να το θέτει, παρά το γεγονός ότι ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θέλουν να το παραβλέπουν.
Ποια τα πρώτα μηνύματα από την εκκίνηση των διερευνητικών; Επιτυγχάνεται η αποκλιμάκωση;
Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με μια διευκρίνιση, η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία. Δεν πρόκειται για εκκίνηση των διερευνητικών, αλλά για επανεκκίνηση. Την περασμένη Δευτέρα έλαβε χώρα ο 61ος γύρος. Είναι γεγονός ότι οι εν λόγω επαφές είχαν διακοπεί για σχεδόν πέντε χρόνια. Στη συνάντηση αυτή πιάσαμε το νήμα από εκεί που το είχαμε αφήσει. Από την αρχή άλλωστε η Ελλάδα είχε θέσει ως κριτήριο για τη διεξαγωγή των επαφών αυτών μια αποκλιμάκωση σε βάθος χρόνου και την αποχή από προκλητικές ενέργειες. Δεν έλειψαν, βέβαια, μεμονωμένα περιστατικά. Αλλά, σε γενικές γραμμές, επικράτησε μια σχετική ηρεμία «επί του πεδίου», η οποία επέτρεψε να αποδεχθούμε την πρόσκληση της τουρκικής πλευράς αρχικά και να συμφωνήσουμε στη συνέχεια στη διεξαγωγή ενός νέου γύρου στην Αθήνα, στο εγγύς μέλλον. Ομως να υπενθυμίσω ότι η αποκλιμάκωση θα πρέπει να είναι διαρκής. Το σημείο αυτό περιέχεται εξάλλου και στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του περασμένου Δεκεμβρίου.
Κατά πόσο επιδιώκεται να υπάρξει ένας ορίζοντας αποτελέσματος;
Θα πρέπει να αποσαφηνίσουμε ότι οι επαφές δεν είναι διαπραγματεύσεις και δεν έχουν ορισμένη ημερομηνία λήξεως. Το ζήτημα είναι εάν θα βρεθούν σημεία σύγκλισης για ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις σχετικά με την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της Υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Οι επαφές αυτές ξεκίνησαν πριν από 19 χρόνια. Είναι, άρα, δύσκολο να μιλάμε για κατάληξή τους σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Θα ήθελα όμως να επισημάνω ότι η Ελλάδα σήμερα, διπλωματικά και αμυντικά θωρακισμένη με συγκεκριμένες ενέργειες της κυβέρνησης Μητσοτάκη, δεν έχει λόγους να φοβάται έναν διάλογο με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Προσέρχεται με αυτοπεποίθηση σε αυτόν, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι μπορεί να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα.
Οι διερευνητικές έχουν «συνδεθεί» με τη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου. Εχουμε αφήσει πίσω μας την κατάρτιση λίστας κυρώσεων;
Παρότι γίνεται συχνά η συγκεκριμένη σύνδεση στον δημόσιο λόγο, δεν είναι ακριβές κάτι τέτοιο και χαίρομαι που μου δίνετε τη δυνατότητα να το διευκρινίσω. Οι διερευνητικές δεν έχουν συνδεθεί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου. Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου είναι ξεκάθαρα. Ο Υψηλός Εκπρόσωπος κ. Μπορέλ μαζί με την ΕΕ θα υποβάλουν μια έκθεση για το σύνολο των ευρωτουρκικών σχέσεων που θα περιλαμβάνει προτάσεις, με αρνητικό ή και θετικό πρόσημο, ανάλογα με τη συμπεριφορά της Τουρκίας. Θα πρέπει, όμως, να καταστεί σαφές και το επαναλαμβάνω και πάλι ότι το ενδεχόμενο επιβολής νέων μέτρων στην Τουρκία δεν έχει αποκλειστικό χρονικό ορίζοντα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου. Με άλλα λόγια, δεν αρκεί η Τουρκία να επιδείξει καλή «διαγωγή» μόνο μέχρι τότε προκειμένου να μείνουν τα πράγματα ως έχουν. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν αυτοαναιρούμενη.
Η λήψη νέων περιοριστικών μέτρων θα πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει ως ενδεχόμενο. Σκοπός μας δεν είναι να τιμωρήσουμε την Τουρκία. Αυτό το οποίο επιθυμούμε είναι η Τουρκία να συμπεριφέρεται ως ένα σύγχρονο κράτος που σέβεται τους κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ γειτονικών κρατών, καθώς και το Διεθνές Δίκαιο.
Στο πλαίσιο αυτό, εφόσον η Τουρκία απόσχει από νέες προκλήσεις και εκπληρώσει ορισμένα θεμελιώδη κριτήρια, που έχουν τεθεί για το σύνολο των υποψηφίων κρατών που επιθυμούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η Ελλάδα θα έχει κάθε λόγο να συνεχίσει να υποστηρίζει την ευρωπαϊκή της προοπτική. Σε τελική ανάλυση, εναπόκειται στην Τουρκία να αδράξει την ευκαιρία που της δίνεται και να φέρει εκ νέου στο προσκήνιο το ζήτημα της ευρωπαϊκής της πορείας. Δεν ξεχνάμε επίσης ότι ένα μεγάλο τμήμα της τουρκικής κοινωνίας προσβλέπει πάντα στην Ευρώπη. Αυτό το τμήμα πρέπει να το ενθαρρύνουμε.
Δηλώσατε ότι μετά το Ιόνιο θα ακολουθήσει η επέκταση των χωρικών υδάτων νότια και ανατολικά της Κρήτης. Πότε προγραμματίζονται τα επόμενα βήματα και τι απαντάτε στις δηλώσεις του τουρκικού ΥΠΕΞ για το Αιγαίο;
Οντας νομικός, είμαι πάντα ιδιαίτερα προσεκτικός στις διατυπώσεις. Αλλο είναι να μιλάμε για περιοχές ανατολικά της Κρήτης και άλλο το ανατολικό κομμάτι της Κρήτης, στο οποίο αναφέρθηκα στη Βουλή. Εν πάση περιπτώσει, αυτό που έχουμε τονίσει επανειλημμένα, τόσο ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και εγώ, είναι ότι η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα, οπουδήποτε στην επικράτεια και οποτεδήποτε το κρίνει σκόπιμο. Βεβαίως, για να γίνει οποιαδήποτε επέκταση, θα πρέπει να έχει προηγηθεί η σχετική τεχνική επεξεργασία, όπως η μελέτη χάραξης ευθειών γραμμών και το κλείσιμο των κόλπων, και η έκδοση των σχετικών Προεδρικών Διαταγμάτων.
Οσον αφορά την επανάληψη του casus belli από την τουρκική πλευρά, έχω δύο παρατηρήσεις. Καταρχήν, ο τούρκος ομόλογός μου επανέλαβε τις πάγιες θέσεις της χώρας του, οι οποίες επαναλαμβάνονται κατά κόρον εδώ και 25 χρόνια. Δεν μου προκαλούν έκπληξη. Αλλά θέλω να υπογραμμίσω ότι δεν είναι αποδεκτό, στον 21ο αιώνα, η Τουρκία να συνεχίζει να σκέπτεται και να εκφράζεται με τη λογική των κανονιοφόρων κατά παράβαση θεμελιωδών κανόνων της διεθνούς συμπεριφοράς, όπως αυτοί ορίζονται από τον Χάρτη του ΟΗΕ. Το ζήτημα αυτό, το οποίο φαίνεται ότι ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θέλουν να παραβλέπουν, το θέτω μετ’επιτάσεως σε όλες τις επαφές μου. Οπως για παράδειγμα στις Βρυξέλλες, στην αρχή της περασμένης εβδομάδας, με ευρωπαίους αξιωματούχους και με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ. Δεν είναι κάτι που με ευχαριστεί. Το αντίθετο. Αλλά έχω την υποχρέωση να το κάνω. Αλλωστε αφορά άσκηση δικαιώματος της Ελλάδος που αποτελεί τμήμα του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Παρακαλώ θυμηθείτε ότι τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, και άρα το κυριαρχικό δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, την έχει κυρώσει η ίδια η ΕΕ.
Νέα προεδρία στις ΗΠΑ. Περιμένετε αναθεώρηση της πολιτικής τους; Πώς θα επηρεάσει αυτό τις σχέσεις με την Τουρκία, αλλά και την πολιτική της Ουάσιγκτον στην Ανατολική Μεσόγειο, με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ θέλουν να κρατήσουν την Αγκυρα στη Δύση;
Είναι πολύ νωρίς για να κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθεί η νέα αμερικανική κυβέρνηση όσον αφορά τις σχέσεις με την Τουρκία. Από τη μία πλευρά, όπως σωστά παρατηρήσατε, οι ΗΠΑ θέλουν να διατηρήσουν την Τουρκία προσδεμένη στο άρμα της Δύσης, κυρίως μέσω του ΝΑΤΟ. Αυτή ήταν και η πολιτική της κυβέρνησης Obama, αρκετά στελέχη της οποίας έχουν επανέλθει τώρα σε καίριες θέσεις, ιδιαίτερα στο υπουργείο Εξωτερικών.
Αλλά υπάρχει μια σημαντική παράμετρος: η Τουρκία έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Το ίδιο ισχύει για τις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας. Να υπενθυμίσω ότι, σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην Τουρκία, οι ΗΠΑ θεωρούνται από την τουρκική κοινή γνώμη η μεγαλύτερη απειλή για τη χώρα. Τα πρώτα δείγματα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης δείχνουν ότι δεν θα δοθεί λευκή επιταγή. Αναφέρομαι χαρακτηριστικά στη δήλωση του νέου αμερικανού ΥΠΕΞ ότι εφόσον χρειασθεί θα επιβληθούν και άλλες κυρώσεις για τους S-400. Παράλληλα, συγκρατούμε την αρκετά σκληρή δήλωση του αμερικανικού ΥΠΕΞ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αλλά ουδείς έχει αυταπάτες. Ακόμα και η σημερινή Τουρκία αποτελεί έναν ιδιαίτερα δύσκολο, αλλά παράλληλα σημαντικό, σύμμαχο για τις ΗΠΑ.
Πρωτοβουλίες συνεργασίας από την Ινδία μέχρι τον αραβικό κόσμο. Ποιες οι επόμενες κινήσεις στην ατζέντα;
Οι σχέσεις μας με τις αραβικές χώρες, αλλά και με το Ισραήλ, έχουν, όπως γνωρίζετε, αναπτυχθεί ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες. Συγκρατώ την υπογραφή της συμφωνίας συνεργασίας για την κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς και την προσεχή υπογραφή συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία για την αμυντική συνεργασία. Την επόμενη εβδομάδα θα επισκεφθώ, εκ νέου, το Ισραήλ. Τη μεθεπόμενη προγραμματίζουμε μια διευρυμένη συνάντηση υπουργών Εξωτερικών με τη συμμετοχή της Κύπρου, καθώς και χωρών της Μέσης Ανατολής (Αίγυπτος, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία).
Αναφερθήκατε επίσης στην Ινδία. Πιστεύω ότι, κακώς, παραμελήσαμε για δεκαετίες τις σχέσεις μας με τη χώρα αυτή. Η Ινδία είναι η μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο. Είναι η χώρα με τους περισσότερους μουσουλμάνους πολίτες μετά την Ινδονησία. Είναι επίσης μία ανερχόμενη πολιτική και οικονομική δύναμη, αλλά και μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική γεωγραφία της περιοχής και την επιρροή της Τουρκίας σε ορισμένα κράτη, είναι γεγονός ότι σε πολλά ζητήματα διεθνούς ενδιαφέροντος οι θέσεις μας ταυτίζονται με αυτές της Ινδίας. Δυστυχώς, η τελευταία συνάντηση υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών έγινε το 2003. Τον περασμένο Οκτώβριο είχα μία τηλεδιάσκεψη με τον ινδό ομόλογό μου και συμφωνήσαμε να συναντηθούμε το συντομότερο δυνατό και όταν το επιτρέψουν οι υγειονομικές συνθήκες, είτε στην Αθήνα είτε στο Νέο Δελχί. Η Ελλάδα είναι προσηλωμένη στην ανάπτυξη των σχέσεων με τους παραδοσιακούς εταίρους και συμμάχους της. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ανοίγουμε τους ορίζοντές μας και να αναζητούμε νέους εταίρους. Σημαντικές για εμάς είναι φυσικά και οι σχέσεις μας με τη Ρωσία, μία μεγάλη δύναμη με παραδοσιακούς δεσμούς με την Ελλάδα. Ο ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών κ. Γκρουσκό επισκέφθηκε την Ελλάδα πριν από δύο ημέρες, στη συνέχεια και της επίσκεψης του υπουργού Εξωτερικών κ. Λαβρόφ πριν από λίγους μήνες.