Ο τίτλος «κυριαρχία του Μητσοτάκη στο Κέντρο» εμφανίζεται στα μίντια έπειτα από σχεδόν κάθε νέα δημοσκόπηση που δημοσιεύεται. Αφορμή συνήθως είναι εκείνη η διαφάνεια με την μπάρα των θετικών γνωμών που εκφράζουν ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ για τον Πρωθυπουργό. Μια σειρά από αναλύσεις για τη διείσδυσή του στη συγκεκριμένη εκλογική δεξαμενή, αλλά και εκτιμήσεις για το πώς αυτή θα επηρεάσει το αποτέλεσμα της επόμενης εθνικής κάλπης ακολουθούν. Η συχνή επιστροφή της σχετικής κουβέντας στην πολιτική επικαιρότητα προκαλεί, όμως, ένα επιπλέον ερώτημα: Είναι άραγε τόσο κρίσιμη εκλογικά μάζα η κιναλίτικη βάση;
Η πιο πρόσφατη φορά που συζητήθηκε σε πολιτικά πηγαδάκια το θέμα ήταν στις αρχές της εβδομάδας, όταν ο Βασίλης Κεγκέρογλου εξεμάνη στα σόσιαλ μίντια με το «εμβερικό» 92% των ψηφοφόρων του κόμματός του που αξιολογούν θετικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην τελευταία έρευνα της Metron Analysis. Ο επικεφαλής της εταιρείας, Στράτος Φαναράς, απάντησε αναρτώντας μια μακροσκελή ακτινογραφία της συμπεριφοράς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί εξηγούσε πως στην παρούσα φάση εμφανίζονται πιο κοντά στον Πρωθυπουργό παρά στο κόμμα του οποίου εκείνος ηγείται, επισημαίνοντας έτσι ότι αυτή η εγγύτητα δεν συνεπάγεται απαραίτητα και μετακίνησή τους προς την Πειραιώς.
Κι άλλοι συνάδελφοί του συμφωνούν με την προσέγγισή του, φέρνοντας ως παράδειγμα τα υψηλά ποσοστά θετικής αξιολόγησης του αρχηγού της ΝΔ από τους ψηφοφόρους του ΚΙΝΑΛ που καταγράφονται στην πλειονότητα των μετρήσεων ενώ η επίδοση του κόμματος στην πρόθεση ψήφου παραμένει σταθερή. Στη δεδομένη συγκυρία πρόκειται για τάση, σημειώνουν, αφού κυμαίνονται πάντα μεταξύ 60% και 70%.
«Θολό τοπίο»
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με έναν έμπειρο αναλυτή «το τοπίο είναι τόσο θολό, λόγω της πανδημίας και της συνεπακόλουθης οικονομικής κρίσης, που όλα τα γκάλοπ καλό είναι να αντιμετωπίζονται σαν πρόσκαιρα. Δεν μπορεί, δηλαδή, κάποιος να πει με σιγουριά αν σκιαγραφούν σωστά την κατάσταση που θα ακολουθήσει». Στην ανάγνωσή του πρέπει «πρώτα να ξεκαθαρίσει το τοπίο, για να δούμε ποια ζητήματα θα κρίνονται ως πρωταρχικά από την κοινή γνώμη». Τότε η εικόνα για το ποιο κόμμα εκλαμβάνεται ως καταλληλότερο να τα λύσει θα δίνει και μια ιδέα για τις εκλογικές επιλογές των κεντρώων ψηφοφόρων.
Αν, πάντως, υπάρχει κάτι στο οποίο σχεδόν όλοι οι επαγγελματίες των μετρήσεων συμπίπτουν, είναι ότι ο χώρος του Κέντρου – με την ευρεία του όρου έννοια, όχι μόνο με εκείνη του κομματικού ακροατηρίου της Χαριλάου Τρικούπη – παραμένει καθοριστικός για τους πολιτικούς συσχετισμούς.
Το κρίσιμο 25%
Ενας παλιός δημοσκόπος τον προσδιορίζει ως μέγεθος κοντά στο 25% του εκλογικού σώματος. «Από αυτό», λέει, «το 10% έχει πάει στον Μητσοτάκη, το 8% παραμένει στο ΚΙΝΑΛ και το υπόλοιπο 7% βρίσκεται στον ΣΥΡΙΖΑ». Στα δικά του μάτια όμως – λαμβάνοντας φυσικά υπόψη την εμπειρία του παρελθόντος – ο συγκεκριμένος χώρος είναι «κινούμενη άμμος. Εύκολα τον προσεγγίζει κάποιος, αλλά κι εύκολα φεύγει. Το βασικό του κριτήριο πίσω από το παραβάν είναι οικονομικό. Και δεν έχει φανατισμό».
Ο προαναφερθείς αναλυτής επιμένει ότι ο όρος Κέντρο είναι πια τόσο ξεπερασμένος όσο οι όροι Δεξιά κι Αριστερά. «Πολλοί αυτοχαρακτηρίζονται κεντρώοι επειδή δεν θέλουν να χαρακτηριστούν κάτι άλλο. Ούτε καν κεντροδεξιοί ή κεντροαριστεροί. Ωστόσο, όσοι αυτοτοποθετούνται στις τάξεις των κεντρώων φαίνεται να ενδιαφέρονται περισσότερο για τις πολιτικές, όχι για τις ιδεολογίες». Εξού κι ο Μητσοτάκης δείχνει να τους πείθει, «επειδή επενδύει ρητορικά στην αποτελεσματικότητα».
Προβάδισμα στη ΝΔ. Ετερος γνωστός δημοσκόπος σημειώνει πως τα στοιχεία που έχει τώρα στα χέρια του δείχνουν ότι το 38% των κεντρώων στην ερώτηση της πρόθεσης ψήφου απαντά «ΝΔ». Τα αντίστοιχα ποσοστά για ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ κυμαίνονται λίγο πάνω από το 10%. Βέβαια, το πιο ενδιαφέρον ίσως εύρημα που επισημαίνει στους συνομιλητές του αφορά το ποσοστό των απευθείας μετακινήσεων από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς το κυβερνών, το οποίο αυτή τη στιγμή αγγίζει το 10%.
Η βάση του ΚΙΝΑΛ, λοιπόν, είναι κρίσιμη για την εκλογική επιβίωση του ίδιου του κόμματος. Αλλά για τη μεγάλη εικόνα είναι αποφασιστικότερης σημασίας η συμπεριφορά όσων κάποτε το ψήφιζαν – είτε με την τωρινή του ονομασία, είτε με το ιδρυτικό του αρκτικόλεξο ΠΑΣΟΚ. Το αποτέλεσμα της επόμενης εθνικής αναμέτρησης, άρα, θα κριθεί από τη στάση του άλλοτε αποκαλούμενου μεσαίου χώρου – όπως άλλωστε συμβαίνει τα τελευταία πολλά χρόνια -, υποομάδα του οποίου αποτελούν οι νυν κιναλίτες ψηφοφόροι.
Εντοπίζεται βέβαια μια διαφορά με τα μεταπολιτευτικά ειωθότα. Εγκειται στο γεγονός πως οι εκλογείς που συνθέτουν τον χώρο στον οποίο ομνύουν τρία κομματικά επιτελεία δεν αποφασίζουν πλέον με βάση τις ιδεολογικές ταμπέλες. Αντίθετα, κινητοποιούνται βαθμολογώντας τη διαχειριστική επάρκεια, τον ρεαλισμό των προγραμματικών προτάσεων για προβλήματα της καθημερινότητας και τη μεταρρυθμιστική διάθεση. Ή όπως το έθεσε κι ο Βαγγέλης Βενιζέλος τις προάλλες: «Το Κέντρο είναι έννοια στη γεωμετρία, όχι στην πολιτική».