Τι κοινό έχουν οι υποθέσεις για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, το «χαράτσι» της ΔΕΗ και η χορήγηση ασύλου στους οκτώ Τούρκους που κατέφυγαν στην Αλεξανδρούπολη μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στη γείτονα; Και οι τρεις υποθέσεις – δεν είναι βεβαίως οι μοναδικές – που είχαν μεγάλο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό αντίκτυπο κρίθηκαν από την ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με τον θεσμό της «πιλοτικής δίκης», που εισήχθη και λειτουργεί στα διοικητικά δικαστήρια από το 2010 ξεκαθαρίζοντας «μια και έξω» το τοπίο για μείζονα ζητήματα που συνδέονται ευθέως με την τήρηση των συνταγματικών διατάξεων και τη λειτουργία του κράτους δικαίου. Ετσι επιτυγχάνεται η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης και η δημιουργία πλέγματος ασφάλειας δικαίου για τους πολίτες με τη χάραξη ενιαίας νομολογίας.
Με τον θεσμό της πιλοτικής δίκης ομαδοποιούνται και εκδικάζονται ταχύτερα μία σειρά από υποθέσεις για επιδόματα, πρόστιμα, και διεκδικούμενες αποζημιώσεις.
- Το «πακέτο» των επιδομάτων μπορεί να αφορά υποθέσεις εργαζομένων ιδιωτικού δικαίου.
- Το «πακέτο» των αποζημιώσεων μπορεί να αφορά τα «ψιλά γράμματα» ή όρους καταχρηστικότητας που έχουν κατ’ επανάληψη απασχολήσει τα ελληνικά δικαστήρια, όπως και εκκρεμότητες δανειοληπτών, όπως στην υπόθεση για το «ελβετικό φράγκο».
- Το «πακέτο» των προστίμων αφορά υποθέσεις φορολογικού ενδιαφέροντος ή τελωνειακές παραβάσεις. Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα για το οποίο ενεργοποιήθηκε ο θεσμός της πιλοτικής δίκης είναι τα πρόστιμα που επιβάλλονται για την παραβίαση των μέτρων προστασίας λόγω Covid-19 σε πολίτες που έχουν λάβει μέρος σε συγκεντρώσεις.
Ο πρωτοποριακός θεσμός της πιλοτικής δίκης, λόγω των πολλαπλών ωφελημάτων που επιφέρει τόσο ως προς τους δείκτες του χρόνου απονομής δικαιοσύνης, όσο και ως προς την ουσιαστική επίλυση σοβαρών υποθέσεων, που αφορούν – κατά κανόνα – μεγάλο αριθμό πολιτών, μελετάται από το υπουργείο Δικαιοσύνης να επεκταθεί και στα πολιτικά – αστικά δικαστήρια.
Αλλαγές στον κώδικα
Οπως είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» η νομοπαρασκευαστική επιτροπή που επεξεργάζεται τις αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εξετάζει και την ενσωμάτωση «του θεσμού της πιλοτικής δίκης που ήδη λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία στη διοικητική δικαιοσύνη, και η οποία φιλοδοξούμε πως θα επιταχύνει σημαντικά την πολιτική δίκη».
Μετά την ολοκλήρωση αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας θα μπορεί και ο Αρειος Πάγος να επιλαμβάνεται, στα πρότυπα της πιλοτικής δίκης, για μία σειρά οικονομικών και κοινωνικών συναλλαγών, που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των πολιτικών δικαστηρίων, όπως για παράδειγμα η υπόθεση με τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, που αφορά χιλιάδες δανειολήπτες.
Ο νόμος για την πιλοτική δίκη, όπως επισημαίνουν δικαστικοί λειτουργοί, επιβεβαιώνει τη γνωστή παροιμία ο χρόνος είναι χρήμα. Κι αυτό γιατί χιλιάδες πολίτες, αλλά και το ίδιο το Δημόσιο, αν δεν υπήρχε ο συγκεκριμένος νόμος θα έπρεπε να περιμένουν για χρόνια μέχρις ότου επιλυθούν μία σειρά σοβαρών υποθέσεων που αφορούν την προστασία της περιουσίας και δικαιωμάτων των πολιτών, ενώ πολλές φορές ασκούν και επιπτώσεις στα δημοσιονομικά της χώρας.
Τι είναι, λοιπόν, αυτός ο θεσμός, που όταν εισήχθη θεωρήθηκε – και ήταν όπως αποδείχθηκε στην πράξη – πρωτοποριακός για τα δεδομένα την ελληνικής έννομης τάξης;
Η πιλοτική δίκη έχει ως στόχο της την επιτάχυνση της διοικητικής δικαιοσύνης, την αντιμετώπιση της υπερφόρτωσης του ΣτΕ και την εγκαθίδρυση της ασφάλειας δικαίου μέσα από την ενιαία διαμόρφωση της νομολογίας.
Ακριβώς για τον λόγο αυτό η εφαρμογή του και τα οφέλη του δεν αφορούν μόνο το εσωτερικό της λειτουργίας της Δικαιοσύνης, αλλά πρωτίστως τους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορούν να έχουν με τον πλέον επίσημο και θεσμικό τρόπο οριστική και αμετάκλητη απάντηση. Πόσες φορές, εξάλλου, δεν χρειάζεται να περιμένουν πολλά χρόνια για την παροχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, που έχουμε δει να καθυστερεί σημαντικά λόγω της συσσώρευσης μεγάλου όγκου εκκρεμών υποθέσεων αγγίζοντας τα όρια της αρνησιδικίας; Με τον θεσμό της πιλοτικής δίκης, το αρμόδιο Ανώτατο Δικαστήριο έρχεται και παίρνει θέση, δίνοντας λύση σε σημαντικά ζητήματα και χαράσσοντας κατευθυντήρια νομολογία για τα κατώτερα δικαστήρια. Με αυτόν τον τρόπο, όχι μόνο συμβάλλει στην ταχύτερη επίλυση των όποιων διαφορών αλλά παγιώνει και την ασφάλεια δικαίου.