Τελικά, ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει: Οποιος ασχολείται με τα πολιτικά δρώμενα της Ιταλίας, δεν πρόκειται να πλήξει! Εξάλλου, οι αλλαγές κυβερνήσεων στη χώρα είναι τόσο συχνές – αυτή της οποίας ηγείται ο Μάριο Ντράγκι (ένας ακόμη κρίκος στην αλυσίδα των μη εκλεγμένων πρωθυπουργών) είναι η 67η μεταπολεμικά, κάτι που μεταφράζεται σε περίπου μία ανά έτος – ώστε κάθε φορά που ορκίζεται οι περισσότεροι αρχίζουν να κάνουν ήδη σενάρια για την επόμενη. Οσο για τους ηγέτες των κομμάτων, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, έχουν μετατρέψει την πολιτική σε… καζίνο, καθώς οι αποφάσεις τους δεν βασίζονται πρωτίστως σε αρχές και ιδεολογίες, αλλά σε υπολογισμούς αναφορικά με τα πολιτικά κέρδη ή τις ζημίες που ενδέχεται να αποκομίσουν από κάθε τους κίνηση.
Οι περιπτώσεις του Ματέο Σαλβίνι και του Κινήματος των Πέντε Αστέρων είναι κάτι παραπάνω από αποκαλυπτικές: Από εκεί που ο πρώτος είχε φτάσει να θέτει ανοιχτά θέμα εξόδου της Ιταλίας από την ευρωζώνη ή ακόμη και από την ίδια την ΕΕ, ενώ το λαϊκιστικό μόρφωμα του Μπέπε Γκρίλο και του Λουίτζι ντι Μάιο χαρακτήριζε την ΕΕ «ένωση τραπεζών και τραπεζιτών», τώρα αμφότεροι έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στον πρώην άρχοντα του ευρώ και διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Καιροσκοπισμός
Ουσιαστικά, πάντως, η τελευταία εξέλιξη και η παρουσία του Ντράγκι στο τιμόνι της Ιταλίας δεν αποτελούν μόνο ή κυρίως απόδειξη του καιροσκοπισμού ορισμένων – στους οποίους αναμφίβολα συγκαταλέγεται και ο Ματέο Ρέντσι, ο οποίος ανέλαβε τον «βρώμικο ρόλο» να ρίξει την κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε. Εχουν να κάνουν και με τη συνειδητοποίηση από την πλευρά της ιταλικής ελίτ της κρίσιμης, αν όχι οριακής, κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα. Οπως επίσης και του γεγονότος ότι τα 200 και πλέον δισ. ευρώ που αναμένει από την ΕΕ, στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, μαζί με σημαντικά κονδύλια από άλλα προγράμματα, αποτελούν μια μοναδική ευκαιρία για να κερδίσει μέρος του χαμένου εδάφους έναντι των ανταγωνιστών της.
Αυτός είναι και ο λόγος που ο νέος πρωθυπουργός απαίτησε και επέβαλε ανθρώπους της απόλυτης εμπιστοσύνης του σε οκτώ από τα πιο καίρια πόστα της κυβέρνησης: Τον παλιό του συνάδελφο και αναπληρωτή διοικητή της Τράπεζας της Ιταλίας, Ντανιέλε Φράνκο, ως υπουργό Οικονομικών. Τον Βιτόριο Κολάο, CEO της Vodafone την περίοδο 2008-18, ως υπουργό Ψηφιακής Μετάβασης. Τη Μάρτα Καρταμπία, πρώτη γυναίκα πρόεδρο του συνταγματικού δικαστηρίου, ως υπουργό Δικαιοσύνης. Τη Λουτσιάνα Λαμοργκέζε, κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Εσωτερικών σε κεντροδεξιές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις, ως επικεφαλής του. Τον Ενρίκο Τζιοβανίνι, πρώην στέλεχος του ΟΟΣΑ και επικεφαλής της εθνικής στατιστικής υπηρεσίας, ως υπουργό Υποδομών και Μεταφορών. Αλλά και τον Ρομπέρτο Τσινγκολάνι, επικεφαλής του κλάδου τεχνολογίας και καινοτομίας της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας Leonardo, ως υπουργό Οικολογικής Μετάβασης.
Ολα τα λεφτά στον Ντράγκι, λοιπόν, ο οποίος έχει «προίκα» τόσο τη στήριξη του συνόλου των κοινοβουλευτικών κομμάτων – πλην των ακροδεξιών Αδέλφια της Ιταλίας – όσο και του 71% των Ιταλών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. «Η εμπειρία σας θα αποτελέσει ένα εξαιρετικό κεφάλαιο για την Ιταλία και την Ευρώπη συνολικά, ειδικά σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς», έγραψε στο Twitter και η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Ωστόσο, όπως σημειώνει και το Reuters, «τώρα αρχίζουν τα δύσκολα». Κι αυτό αναμένεται να φανεί ήδη από την παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος αυτή την εβδομάδα και τη συζήτηση σε Γερουσία και Βουλή (Τετάρτη και Πέμπτη) για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης.