Εντονη κινητικότητα παρατηρείται το τελευταίο διάστημα γύρω από την εκκλησιαστική περιουσία, με την αγορά του real estate να παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εξελίξεις που κυοφορούνται. Σύμφωνα με πληροφορίες, επιδιώκεται επανεκκίνηση της προσπάθειας αξιοποίησης μέσα από ένα διαφορετικό μοντέλο. Επί τάπητος βρίσκεται το μοντέλο της κατά Μητρόπολης αξιοποίησης, το οποίο θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται πιλοτικά από την Εκκλησία στην Αττική.
Στόχος είναι το συγκεκριμένο σχέδιο να εφαρμοστεί σταδιακά από όλες τις Μητροπόλεις της χώρας. Το περίγραμμα του νέου μοντέλου έχει αποτυπωθεί σε ΦΕΚ που εκδόθηκε στις αρχές Φεβρουαρίου, για τον νέο κανονισμό σχετικά με την εκμίσθωση, εκποίηση και εν γένει αξιοποίηση της περιουσίας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Στον «πυρήνα» του βρίσκεται η διενέργεια δημόσιων πλειοδοτικών διαγωνισμών, οι οποίοι διασφαλίζουν τη διαφάνεια και αποτελούν εχέγγυο για την προσέλκυση σοβαρού επενδυτικού ενδιαφέροντος. «Πρόκειται για μεγάλη αλλαγή στη σελίδα διαχείρισης των εκκλησιαστικών» επισημαίνουν καλά πληροφορημένες πηγές, τονίζοντας πως επιχειρείται να μπει μια τάξη στα οικονομικά της Εκκλησίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η «αλλαγή πλεύσης» συνδέεται άμεσα με την αδυναμία της κοινής εταιρείας που σύστησαν Κράτος και Εκκλησία για την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας να αποδώσει καρπούς στα οκτώ χρόνια λειτουργίας της, αλλά και στην ανάγκη της Εκκλησίας να τονώσει τα έσοδά της, τα οποία σήμερα πιέζονται ασφυκτικά από την πανδημία. Η προσέλευση των πιστών στις εκκλησίες έχει περιοριστεί σημαντικά εξαιτίας των περιορισμών που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της COVID-19, ενώ και τα ενοίκια που εισπράττουν οι Μητροπόλεις έχουν μειωθεί, την ώρα που τα λειτουργικά έξοδα «τρέχουν» (π.χ. ΕΝΦΙΑ κ.ά.).
Παράγοντες του real estate παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα και περιμένουν να ξεδιπλωθεί το πλάνο στην πράξη, προκειμένου να καθορίσουν τη στάση τους. Αν και διατηρούν επιφυλάξεις, καθώς, όπως λένε, πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα, θεωρούν πως οποιαδήποτε αλλαγή μόνο θετικά μπορεί να λειτουργήσει. Και αυτό, όπως υποστηρίζουν, γιατί το σημερινό μοντέλο έχει αποδειχθεί στην πράξη αναποτελεσματικό.
«Οι Μητροπόλεις», λένε, «έχουν ενδιαφέρουσα περιουσία που πρέπει να ιδωθεί κατά περίπτωση», προσθέτοντας πως θα μπορούσαν να δρομολογηθούν διάφορα projects με ακίνητα της Εκκλησίας που είναι αξιοποιήσιμα. Επισημαίνουν δε πως πιθανή επανεκκίνηση της διαδικασίας θα συμβάλει στο να αποτυπωθεί το πραγματικό μέγεθος της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Τα χωροταξικά προβλήματα
«Αυτή τη στιγμή ένας πέπλος μυστηρίου καλύπτει την πραγματική αξία της ακίνητης περιουσίας της Εκκλησίας» σημειώνει χαρακτηριστικά στέλεχος της αγοράς του real estate που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τη λύση που τελικώς θα προκριθεί θεωρείται αναγκαία η συμβολή του Δημοσίου στην προσπάθεια αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας, προκειμένου να διευθετηθούν διάφορα ζητήματα που ταλανίζουν την ελληνική κτηματαγορά, όπως το χωροταξικό. Το οποίο χαρακτηρίζεται ως «αχίλλειος πτέρνα» του ελληνικού real estate.
Παρά τις κινήσεις που έγιναν, δεν έχει καταστεί εφικτό μέχρι σήμερα να αποτυπωθεί το ακριβές μέγεθος της εκκλησιαστικής περιουσίας. Και αυτό γιατί είναι διάσπαρτη σε πολλά νομικά πρόσωπα (υπολογίζεται σε πάνω από 8.000 ΑΦΜ). Το προηγούμενο διάστημα πάντως ξεκίνησε πιλοτικά πρωτοβουλία για την ψηφιοποίηση της περιουσίας 20 Μητροπόλεων, με τη συνδρομή πόρων του ΕΣΠΑ, και απώτερο στόχο τη δημιουργία του «εκκλησιαστικού κτηματολογίου».