Ο καινούργιος όρος, που πρόσθεσε στον δημόσιο διάλογο η κακοκαιρία, ήταν η «υπογειοποίηση» (των καλωδίων της ΔΕΗ). Ηταν από τα πρώτα πράγματα που άκουσα, μόλις αποκαταστάθηκε η επαφή μου με την πραγματικότητα: «Πού ακούστηκε τόσα χρόνια να μην έχει γίνει η υπογειοποίηση των καλωδίων;». Συμμερίζομαι την αγανάκτηση ως αποκλεισθείς (την περιπέτειά μου την αφήνω για τη στήλη του Σαββάτου), αλλά το άκουσμα και μόνο της υπογειοποίησης μου προκαλεί φρίκη – και όχι μόνο επειδή ηχητικά παραπέμπει σε «υπουργοποίηση».
Εξηγούμαι. Αν πάρω ως αφετηρία το δέκατο έτος της ηλικίας μου, τότε μπορώ βασίμως να υποστηρίξω ότι επί σχεδόν μισό αιώνα θυμάμαι να σκάβουν τους δρόμους οι μεν και μετά να τους μπαλώνουν, για να τους ξανασκάψουν αμέσως μετά οι δε και να τους ξαναμπαλώσουν και όλο αυτό να συνεχίζεται στο διηνεκές επί δεκαετίες. Το κομπρεσέρ που έσπαζε την άσφαλτο, χειμώνα – καλοκαίρι, ήταν ο ήχος της πόλης, που έδινε στους δρόμους της τη μοναδική στον κόσμο ανάγλυφη επιφάνειά τους, εξαιτίας των απανωτών μπαλωμάτων. Η μόνη παρηγοριά, στη φρικτή σκέψη ότι τα επόμενα πενήντα χρόνια τα κομπρεσέρ θα βρίσκονται μαζί μας είναι, η ακόμη φρικτότερη σκέψη ότι εγώ δεν είμαι εδώ για όλα από αυτά, καθώς δεν με βλέπω να φτάνω τα 110. Οι φιλοδοξίες μου είναι μετρημένες…
Βεβαίως καταλαβαίνω την ανάγκη της υπογειοποίησης και δεν διανοούμαι να την αρνηθώ. Σε κάθε περίπτωση, όμως, λαμβανομένης υπόψη και της παραδοσιακής ασυνενοησίας μεταξύ φορέων του Δημοσίου, θα πρόκειται για τιτάνιο έργο. Υποψιάζομαι ότι θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να συνεννοηθούν μεταξύ τους οι εμπλεκόμενοι φορείς και να αποφασίσουν. Ισως θα είχαμε λύση πιο γρήγορα, αν Δήμοι, Περιφέρεια, Δασαρχείο και ΔΕΔΗΕ κάθονταν να συνεννοηθούν ποιος κλαδεύει τα δένδρα.
Ολοι αυτοί οι θεσμοί, που είμαι βέβαιος ότι αντιλαμβάνονται ως σκοπό της ύπαρξής τους την προαγωγή του κοινού συμφέροντος και τη βελτίωση της ζωής των πολιτών, καλά θα έκαναν να ξεκινήσουν από τα εντελώς στοιχειώδη – ας πούμε, ποιος κλαδεύει τα δένδρα, ποιος τα ποτίζει και άλλα τέτοια πεζά και ταπεινά. Για τα μεγαλειώδη, έχουμε την υπομονή να περιμένουμε…
ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΜΠΡΑΝΚΑΛΕΟΝΕ
Ο Νίκος Φίλης είναι άνθρωπος ο οποίος γενικώς έχει εξάψεις και απότομους θυμούς. Γι’ αυτό, κατ’ αρχάς, δεν μου κάνει ιδιαίτερη εντύπωση να τον ακούω να κηρύσσει την «έφοδο στον ουρανό»* κατά του νόμου για τα ΑΕΙ.
Ο πρώην υπουργός Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, πρόσωπο με κατοχυρωμένη θέση στην Ιστορία, καθόσον υπήρξε ο πρώτος αιώνιος φοιτητής που έγινε υπουργός Παιδείας από καταβολής ελληνικού κράτους, υψώνει τη σημαία της αντίστασης στον νόμο και διαλαλεί: «Δεν θέλουμε να εφαρμοστεί ο νόμος αυτός στα πανεπιστήμια. Και λέμε με σαφήνεια ότι θα ενθαρρύνουμε όποιες πρωτοβουλίες θα λάβουν οι πανεπιστημιακοί και οι φοιτητές! Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δίπλα στις πανεπιστημιακές αρχές και στους φοιτητές, που θα αντιδράσουν στην εφαρμογή αυτού του νόμου».
Εντάξει. Μας έπεισε ότι το εννοεί. Αλλά το στυλ Ερρίκος Ε΄, μπροστά στο ρήγμα των τειχών της Χαρφλέρ, να ενθαρρύνει τα παλικάρια του να ορμήσουν, δεν του πάει. Εδώ δεν πήγε ο ρόλος σε έναν Κένεθ Μπράνα, πώς να τα βγάλει πέρα ο Φίλης; Ηταν μια κακή παράσταση, που έγινε άνευ λόγου. Ο Ν. Φίλης έκανε τον ήρωα μπροστά στον καθρέπτη του, γιατί, όπως εξήγησε ο αρμόδιος υφυπουργός Παιδείας, Αγγελος Συρίγος, είναι αμφίβολο αν τα πανεπιστήμια θα ανοίξουν ξανά φέτος. Ποιες πρωτοβουλίες, λοιπόν, κατά του νόμου και από ποιους; Παλικαριά του είδους που ταιριάζει στον γάμο του Καραγκιόζη…
* Παρεμπιπτόντως, επειδή όχι πολύ παλιά είχε γίνει συζήτηση για την πατρότητα της τόσο προσφιλούς στην Αριστερά μεταφοράς περί «εφόδου στον ουρανό», ο πρώτος που τη χρησιμοποιεί είναι ο Αυγουστίνος στις περίφημες «Εξομολογήσεις» του, την πρώτη αυτοβιογραφία στην ιστορία του πολιτισμού.