Η σύγκρουση μεταξύ του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και του τούρκου ομολόγου του Ταγίπ Ερντογάν εξελίσσεται σε πολλά μέτωπα: στις προκλητικές κινήσεις της Αγκυρας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, στα μέτρα εναντίον του «ισλαμιστικού αυτονομισμού» στη Γαλλία και στις αντιπαραθέσεις των δύο κρατών στην Αφρική. Τώρα φαίνεται ότι επεκτείνεται σε ένα νέο κεφάλαιο: στο Πανεπιστήμιο Γαλατασαράι της Κωνσταντινούπολης, ένα από τα πιο έγκριτα στη χώρα και το μόνο γαλλόφωνο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Τουρκία.
Τουλάχιστον 15 καθηγητές με γαλλική υπηκοότητα που διδάσκουν στο Πανεπιστήμιο βρίσκονται σε μια κατάσταση εκτός νόμου εδώ και μήνες, φοβούμενοι ότι εάν τους γίνει έλεγχος από αστυνομικούς θα αποδειχθεί ότι δεν διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα με αποτέλεσμα να απελαθούν. «Συνεχίζουμε να διδάσκουμε διαδικτυακά επειδή λόγω πανδημίας τα μαθήματα δεν γίνονται από κοντά, όμως χωρίς την άδεια παραμονής δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά», εξηγεί ένας από τους καθηγητές. Στην αρχή της χρονιάς, το περασμένο φθινόπωρο, οι καθηγητές παρουσίασαν όλα τα έγγραφά τους στις τουρκικές αρχές προκειμένου να λάβουν τις άδειες εργασίες και παραμονής, οι οποίες πρέπει να ανανεώνονται ετησίως. Επειτα από μήνες αναμονής, τον Δεκέμβριο, το Συμβούλιο Ανώτατης Εκπαίδευσης τους ειδοποίησε ότι οι άδειες δεν θα ανανεωθούν εκτός εάν πάρουν δίπλωμα Β2 στην τουρκική γλώσσα, κάτι που σημαίνει ότι θα μιλούν πάρα πολύ καλά τα τουρκικά.
«Δεν με κάλεσαν να διδάξω στην Τουρκία λόγω του υψηλού επιπέδου των τουρκικών μου, αλλά για τα όσα είχα να προσφέρω στον τομέα μου», παραπονιέται ένας καθηγητής, μιλώντας στην εφημερίδα «El Pais». «Επίσης, πρόκειται για μια απολύτως παράνομη απόφαση, επειδή για το Πανεπιστήμιο υπάρχει διμερής συμφωνία βάσει της οποίας όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού από τις κυβερνήσεις Γαλλίας και Τουρκίας και κάθε αλλαγή για να ισχύει πρέπει να ανακοινώνεται ένα χρόνο νωρίτερα».
Το Πανεπιστήμιο δημιουργήθηκε το 1992 με συμφωνία μεταξύ των τότε προέδρων Φρανσουά Μιτεράν και Τουργκούτ Οζάλ, ως σύμβολο των δεσμών μεταξύ των δύο κρατών, αλλά και ως συνέχεια του Λυκείου Γαλατασαράι, που είχε ιδρυθεί στην Κωνσταντινούπολη στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα για να εκπαιδεύσει σε γαλλικές και ευρωπαϊκές ιδέες την εκσυγχρονιστική ελίτ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μετά το 1923 το Λύκειο αποτέλεσε τον πυρήνα της νέας κοσμικής πολιτικής ελίτ.
Τι υποστηρίζουν
Το Συμβούλιο Ανώτατης Εκπαίδευσης της Τουρκίας, που αναφέρεται απευθείας στον πρόεδρο Ερντογάν, ισχυρίζεται ότι επέβαλλε ένα μέτρο αντίστοιχο με εκείνο που έλαβε ο Εμανουέλ Μακρόν. Ο γάλλος πρόεδρος στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της ισλαμιστικής ριζοσπαστικοποίησης, ανέστειλε το πρόγραμμα ECLO, βάσει του οποίου μαθητές από οικογένειες μεταναστών στη Γαλλία μάθαιναν τη μητρική τους γλώσσα σε τάξεις στις οποίες δίδασκαν καθηγητές από τις χώρες αυτές και το αντικατέστησε με ένα νέο πρόγραμμα που ελέγχεται περισσότερο από τις γαλλικές αρχές, στο οποίο οι καθηγητές απαιτείται να έχουν γνώση γαλλικών επιπέδου διπλώματος Β2. Η διαφορά μεταξύ των δύο περιπτώσεων είναι ότι στη Γαλλία έγινε έπειτα από συμφωνία με τις 9 χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα ELCO (συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας) ώστε να υπάρχει χρόνος να αναζητηθούν αντικαταστάτες καθηγητές, ενώ στην Αγκυρα έγινε με μια ξαφνική απόφαση που δημιούργησε προβλήματα στο Πανεπιστήμιο και στο προσωπικό του.
Τόσο ο Μακρόν ο οποίος πήρε τηλέφωνο τον Ερντογάν όσο και ο γάλλος πρέσβης στην Αγκυρα Ερβέ Μαγκρό, προσπάθησαν να βρουν λύση. Σε συνάντηση του πρέσβη με τον πρόεδρο του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου Γεκτά Σαράτς, ο γάλλος διπλωμάτης έκανε λόγο για «απαράδεκτο μέτρο που ελήφθη μονομερώς και χωρίς πρότερη ενημέρωση». Πηγή που έχει γνώση για τα όσα διημείφθησαν στη συνάντηση κάνει λόγο για πολύ τεταμένη ατμόσφαιρα: «Ο πρόεδρος του Συμβουλίου απάντησε ότι δεν τον νοιάζουν τα όσα αναφέρονται στη διμερή συμφωνία και ότι είναι δικό του προνόμιο να αποφασίζει ποιοι καθηγητές θα εγκριθούν και ποιοι όχι». Ολα αυτά προκάλεσαν αντιδράσεις ακόμα και από τον φιλοκυβερνητικό Τύπο στην Τουρκία, όπως ο αρθρογράφος Ναγκεχάν Αλτσί που καταδίκασε στην εφημερίδα «Haberturk» τους περιορισμούς που επέβαλλε το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, λέγοντας ότι «είναι εις βάρος της Τουρκίας και όχι του Μακρόν, καθώς η πλειονότητα των γάλλων ακαδημαϊκών θα αναγκαστεί να επιστρέψει στην πατρίδα της και δεν υπάρχουν καινούργιοι καθηγητές με τόσο καλή γνώση της τουρκικής γλώσσας. Ολα αυτά σημαίνουν το τέλος του Πανεπιστημίου Γαλατασαράι».