Σήμερα θα μιλήσουμε για έναν «γάμο» εν καιρώ πανδημίας, για τον οποίο υπάρχει ανησυχία σχετικά με το αν θα αποδειχτεί «ματωμένος» για την ανθρωπότητα, που ήδη μετράει εκατομμύρια «πληγές» και θύματα εξαιτίας του νέου κορωνοϊού.
Πρόκειται για ένα «πάντρεμα» μεταξύ δύο στελεχών του SARS-CoV-2 τα οποία έχουν απασχολήσει το τελευταίο διάστημα τους επιστήμονες: το άκρως μεταδοτικό βρετανικό στέλεχος Β.1.1.7 καθώς και το στέλεχος Β.1.429 που πρωτοεντοπίστηκε στη Νότια Καλιφόρνια και θεωρείται ένοχο για μια πρόσφατη έκρηξη κρουσμάτων στο Λος Αντζελες, καθώς φέρει μια μετάλλαξη η οποία του χαρίζει ανθεκτικότητα σε ορισμένα αντισώματα. Το αποτέλεσμα αυτού του «παντρέματος», του ανασυνδυασμού, όπως ονομάζεται, των δύο στελεχών είναι ένα υβρίδιο, για το οποίο εκφράζονται φόβοι ότι μπορεί να έχει «κληρονομήσει» τα καλά για τον ιό και κακά για εμάς χαρακτηριστικά των «γονέων» του: μεγαλύτερη μεταδοτικότητα αλλά και ανθεκτικότητα στις επιθέσεις του ανοσοποιητικού μας συστήματος.
Το ζήτημα όμως δεν αφορά μόνο τον συγκεκριμένο ανασυνδυασμό στελεχών του SARS-CoV-2: Σύμφωνα με ειδικούς, πιθανότατα τέτοιες διεργασίες έχουν ήδη αρχίσει να λαμβάνουν χώρα εντός ανθρώπων-ξενιστών του ιού αυξάνοντας τον κίνδυνο να έλθουμε αντιμέτωποι με πολύ περισσότερα υβριδικά, «βαριά» μεταλλαγμένα στελέχη.
Το πρώτο εύρημα
Το ανασυνδυασμένο στέλεχος εντοπίστηκε από τη δρα Μπέτι Κόρμπερ στο Εθνικό Εργαστήριο των ΗΠΑ Los Alamos στο Νέο Μεξικό και παρουσιάστηκε από την ίδια στις αρχές Φεβρουαρίου, κατά τη διάρκεια διαδικτυακού συνεδρίου που διοργανώθηκε από την Ακαδημία Επιστημών της Νέας Υόρκης.
Η ερευνήτρια ανέφερε στο συνέδριο ότι εντόπισε «πολύ σαφείς ενδείξεις του ανασυνδυασμένου στελέχους» στη βάση δεδομένων σχετικά με τα ιικά γονιδιώματα στις ΗΠΑ, της οποίας είναι υπεύθυνη. Σημειώνεται πάντως ότι μέχρι στιγμής η δρ Κόρμπερ (με την οποία το ΒΗΜΑ-Science επικοινώνησε αλλά δεν κατέστη δυνατή η συνομιλία μαζί της λόγω φόρτου εργασίας, όπως ανέφερε) δεν έχει προχωρήσει σε σχετική δημοσίευση των ευρημάτων της, κάτι που αναμένεται το επόμενο διάστημα.
Αν επιβεβαιωθεί το εύρημα το οποίο παρουσιάστηκε αποκλειστικά από το περιοδικό «New Scientist», το ανασυνδυασμένο αυτό στέλεχος θα είναι το πρώτο που εντοπίζεται κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κορωνο-πανδημίας. Τον περασμένο Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο δύο ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες ανέφεραν ότι δεν είχαν εντοπίσει ενδείξεις ανασυνδυασμού, παρότι κάτι τέτοιο δεν είναι περίεργο να συμβεί, αφού συνηθίζεται στους κορωνοϊούς.
Ανασυνδυασμοί και μεταλλάξεις
Τι είναι όμως ένα γεγονός ανασυνδυασμού και ποια η διαφορά του από τις μεταλλάξεις που συσσωρεύουν οι ιοί, τις οποίες ακούμε όλο αυτό το διάστημα σχετικά με τον νέο κορωνοϊό; Οι κορωνοϊοί διαθέτουν μια εξελικτική «υπερδύναμη», τον ανασυνδυασμό, που επιτρέπει σε δύο διακριτά στελέχη να αναμειγνύουν το γενετικό υλικό τους δημιουργώντας νέους συνδυασμούς.
Η διαδικασία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη της συμβατικής μεταλλαξιγένεσης, κατά την οποία συμβαίνει με αργό ρυθμό μια αλλαγή τη φορά στο γενετικό υλικό του ιού – στα γεγονότα ανασυνδυασμού μπορούν να λάβουν χώρα ταυτοχρόνως εκτεταμένες αλλαγές.
Τις περισσότερες φορές οι σαρωτικές αυτές αλλαγές δεν προσφέρουν κάποιο πλεονέκτημα στον ιό, κάποιες φορές όμως λειτουργούν υπέρ του. Ο ανασυνδυασμός εκτιμάται ότι μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση νέων, ακόμη πιο επικίνδυνων μεταλλαγμένων στελεχών του SARS-CoV-2 – αν και δεν είναι σαφές πόσο επικίνδυνο μπορεί να αποδειχτεί στη μάχη μας με τον νέο κορωνοϊό αυτό το πρώτο ανασυνδυασμένο στέλεχος που εντοπίστηκε τώρα.
Η δρ Κόρμπερ εξήγησε στο συνέδριο ότι μέχρι στιγμής έχει εντοπίσει ένα μόνο ανασυνδυασμένο ιικό γονιδίωμα σε δείγμα ασθενούς σε σύνολο χιλιάδων από τις ΗΠΑ (αν και δεν προσδιόρισε την προέλευση του δείγματος, είναι πολύ πιθανό αυτή να συνδέεται με το πρόσφατο ξέσπασμα κρουσμάτων στο Λος Αντζελες). Πρόσθεσε ότι δεν γνωρίζει αν το ανασυνδυασμένο στέλεχος συνεχίζει να κυκλοφορεί (και να… οπλοφορεί) εκεί έξω μεταδιδόμενο μεταξύ ανθρώπων.
Παρότι δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστά πολλά στοιχεία σχετικά με τα συγκεκριμένα βιολογικά χαρακτηριστικά του ανασυνδυασμένου στελέχους, αυτό φέρει μια μετάλλαξη του βρετανικού στελέχους Β.1.1.7 που ονομάζεται Δ69/70, η οποία χαρίζει μεγαλύτερη μεταδοτικότητα, καθώς και μια άλλη του «καλιφορνέζικου» στελέχους Β.1.429, η οποία ονομάζεται L452R και προσφέρει ανθεκτικότητα στα αντισώματα.
«Αυτού του είδους το γεγονός πιθανώς έχει επιτρέψει στον ιό να συνδυάσει ένα πιο μεταδοτικό στέλεχος με ένα πιο ανθεκτικό στέλεχος» σημείωσε η δρ Κόρμπερ στην παρουσίασή της. Συμπλήρωσε ότι η ανάδυση ολοένα και περισσότερων παραλλαγμένων στελεχών του SARS-CoV-2 σε ολόκληρο τον κόσμο δημιουργεί πρόσφορο έδαφος ώστε να συμβαίνουν πιο συχνά μολύνσεις από διαφορετικά στελέχη, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για περισσότερα γεγονότα ανασυνδυασμού.
Οι απόψεις των ειδημόνων
Το εύρημα αυτό πρέπει να μας ανησυχεί, προκαλώντας έναν επιπλέον πονοκέφαλο εκτός από εκείνον που ήδη δημιουργούν τα μεταλλαγμένα στελέχη του ιού, για τα οποία ακούμε πλέον καθημερινά και φαίνεται να συμβάλλουν στη συνεχή αύξηση των κρουσμάτων παρά τους συνεχείς περιορισμούς που τίθενται; Ιδού τι απάντησαν στο ΒΗΜΑ-Science έγκριτοι επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο δρ Γεώργιος Κασσιώτης, ανοσολόγος, ρετροϊολόγος, επικεφαλής του Εργαστηρίου Ρετροϊικής Ανοσολογίας στο Ινστιτούτο Francis Crick και καθηγητής Ρετροϊoλογίας στο Imperial College του Λονδίνου, σημείωσε ότι «ο αριθμός των νέων παραλλαγών του SARS-CoV-2 που έχουν εμφανιστεί σε πολλές χώρες αποτελεί απόδειξη της ικανότητας του ιού να μεταλλάσσεται και να προσαρμόζεται στους ανθρώπους-ξενιστές του. Παρότι είναι μάλλον απίθανο οι μεταλλάξεις αυτές να επελέγησαν από τον ιό για την ικανότητά τους να διαφεύγουν τα αντισώματα (καθώς δεν διαθέτει αρκετό μέρος του πληθυσμού προστατευτικά αντισώματα τη στιγμή της εμφάνισης των μεταλλαγμένων στελεχών), δείχνουν ότι ο ιός μπορεί να μεταλλαχτεί στο μέλλον ώστε να ξεφεύγει τόσο από τη φυσική ανοσία όσο και από αυτή που παράγεται μέσω του εμβολιασμού. Ο ανασυνδυασμός μπορεί να επιταχύνει την εξελικτική πορεία του ιού και να ενώσει παθογόνα χαρακτηριστικά από διαφορετικά στελέχη. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανακάλυψη ενός ανασυνδυασμένου στελέχους προκαλεί όντως ανησυχία και είναι κάτι το οποίο πρέπει να βρίσκεται υπό συνεχή παρακολούθηση». Πάντως ο δρ Κασσιώτης έσπευσε να προσθέσει ότι κανένα από τα μεταλλαγμένα στελέχη που έχουν εμφανιστεί μέχρι σήμερα δεν «καταργεί» πλήρως την ανοσία. «Πρέπει να θυμόμαστε ότι η ανοσία δεν είναι μια περίπτωση «όλα ή τίποτα». Τα παραλλαγμένα ή ανασυνδυασμένα στελέχη μπορεί να καταφέρουν να μολύνουν εμβολιασμένα άτομα ή άτομα που είχαν μολυνθεί στο παρελθόν, ωστόσο τα στοιχεία μαρτυρούν ότι ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις η νόσηση σπανίως θα είναι βαριά. Η έστω και μερική ανοσία θα αποσυμπιέσει τα νοσοκομεία. Επίσης ακόμη και αν δεν μπορεί να προληφθεί η μόλυνση, μπορεί να περιοριστεί η μετάδοση χάρη στο μειωμένο ιικό φορτίο. Τελικώς η μερική ανοσία θα οδηγήσει σε μείωση των κρουσμάτων – ο δείκτης R θα πέσει κάτω από το 1 και ο ιός σταδιακώς θα εξαλειφθεί».
Είναι γνωστό ότι στους κορωνοϊούς λαμβάνουν χώρα γεγονότα ανασυνδυασμού – για την ακρίβεια εκτιμάται ότι ο ίδιος ο SARS-CoV-2 αποτελεί προϊόν ανασυνδυασμού μεταξύ ενός στελέχους των νυχτερίδων και ενός στελέχους που χτυπά κάποιο άλλο είδος το οποίο δεν έχει ακόμη ταυτοποιηθεί, ανέφερε στο ΒΗΜΑ-Science η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη δρ Θεοδώρα Χατζηιωάννου. H καθηγήτρια υπογράμμισε ότι για να λάβει χώρα ο ανασυνδυασμός για τον οποίο έκανε λόγο η δρ Κόρμπερ από το Los Alamos, ένας ασθενής πρέπει να έχει μολυνθεί από δύο διαφορετικά στελέχη, τα οποία θα μολύνουν το ίδιο κύτταρο και θα ανταλλάξουν γενετικό υλικό.
«Ωστόσο, από ό,τι γνωρίζουμε με βάση την παρουσίαση στο συνέδριο – καθώς δεν έχει υπάρξει ακόμη δημοσίευση -, έχει εντοπιστεί μόνο μια ανασυνδυασμένη αλληλουχία σε χιλιάδες. Πρόκειται πράγματι για ανασυνδυασμένο στέλεχος ή για ένα παραλλαγμένο στέλεχος το οποίο έχει το ίδιο αποκτήσει περισσότερες μεταλλάξεις; Μήπως επίσης o ανασυνδυασμός έλαβε χώρα σε δεύτερο χρόνο στο εργαστήριο κατά τη διαδικασία αλληλούχησης του ιικού γονιδιώματος; Ολα αυτά τα ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν έως ότου δούμε τα ολοκληρωμένα δημοσιευμένα στοιχεία». Ακόμη και αν όντως αποδειχτεί ότι πρόκειται για ένα νέο ανασυνδυασμένο στέλεχος του ιού, η δρ Χατζηιωάννου είπε ότι «δεν έχουμε ιδέα τι μπορεί να σημαίνει αυτό στην πράξη. Δεν μεταφράζεται απαραίτητα στο ότι πρόκειται για ένα πιο μεταδοτικό και επιθετικό στέλεχος το οποίο θα οδηγήσει σε μια πιο επικίνδυνη φάση της πανδημίας. Η προσέγγιση που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι το «wait and see»».
Λεπτομέρειες και αβεβαιότητες
Στις ίδιες γραμμές κινήθηκε και η άποψη του δρος Τίμοθι Σίχαν, επίκουρου καθηγητή στο Τμήμα Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου τη Βόρειας Καρολίνας, ο οποίος είναι ένας από τους κορυφαίους ειδικούς παγκοσμίως στη μελέτη των κορωνοϊών. «Δεν γνωρίζουμε ακόμη τις τεχνικές λεπτομέρειες της παρατήρησης της δρος Κόρμπερ για να μπορούμε να μιλήσουμε με βεβαιότητα. Δεν γνωρίζουμε συγκεκριμένα τι ακριβώς είδαν οι ερευνητές που τους οδήγησε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ανασυνδυασμένο στέλεχος και όχι για το αποτέλεσμα μιας συλλοίμωξης στην οποία δεν είχε γίνει ανασυνδυασμός των στελεχών, ή ακόμη και για ένα δείγμα που περιείχε περισσότερα από ένα στελέχη. Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε αν οι πληροφορίες που εξάγονται από το μηχάνημα αλληλούχησης προέρχονται από ένα παραλλαγμένο στέλεχος ή από μια μείξη στελεχών. Με δεδομένο μάλιστα ότι η παρατήρηση αφορά μόνο το δείγμα από έναν ασθενή, δεν μπορούμε να εξαγάγουμε ασφαλή συμπεράσματα αυτή τη στιγμή».
Ο δρ Σίχαν τόνισε και εκείνος ότι ο ανασυνδυασμός αποτελεί συνήθη διεργασία στους κορωνοϊούς. «Δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει και τώρα με τον νέο κορωνοϊό, ωστόσο το να κατανοήσουμε τις βιολογικές επιδράσεις, καθώς και το τι σημαίνει αυτό από τη σκοπιά της δημόσιας υγείας, είναι ένα άλλο θέμα. Με δεδομένο το ότι γίνεται πάρα πολλή αλληλούχηση αυτή τη στιγμή παγκοσμίως, δεν είναι περίεργο να αναμένουμε ότι επιστήμονες θα εντοπίζουν ανασυνδυασμένα στελέχη με αυξημένη συχνότητα αν ο ανασυνδυασμός προσφέρει στον ιό ταχύτερη εξέλιξη και προσαρμοστικότητα».
Σε ό,τι αφορά τους φόβους σχετικά με το ότι ο ανασυνδυασμός στελεχών μπορεί να αποτελέσει καταλύτη στην εξέλιξη της πανδημίας, ο καθηγητής επεσήμανε ότι «κάθε μέρα, με βάση αυτά που ακούμε, φαίνεται ότι μπαίνουμε σε μια «νέα φάση» της πανδημίας. Το αν θα πρέπει να ανησυχούμε σχετικά με τον ανασυνδυασμό και την πιθανή ικανότητά του να οδηγήσει σε ταχύτερη εξέλιξη του ιού και τελικώς της πανδημίας είναι πρώιμο με βάση τα όσα γνωρίζουμε σήμερα. Θεωρώ ότι ο ανασυνδυασμός μπορεί να παίξει σημαντικότερο ρόλο στη δημιουργία ενός εντελώς νέου κορωνοϊού. Θα ήταν πιθανό, για παράδειγμα, άγρια ζώα όπως οι νυχτερίδες να αποτελέσουν το «ρεζερβουάρ» για τον ανασυνδυασμό, καθώς φαίνεται ότι μολύνονται από πολλά διαφορετικά είδη κορωνοϊών ταυτοχρόνως».
Αναμονή και επαγρύπνηση
Στάση αναμονής προκειμένου να έλθουν στο φως περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το ανασυνδυασμένο στέλεχος δήλωσε ότι τηρεί και ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής στο Εργαστήριο Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό Δημήτριος Παρασκευής.
Οπως ανέφερε, «ο ανασυνδυασμός αποτελεί μια φυσική διαδικασία που συμβαίνει συχνά στους ιούς και μπορεί να συνδυάζει τα γενετικά χαρακτηριστικά διαφορετικών στελεχών σε έναν νέο υβριδικό ιό. O ανασυνδυασμός συνήθως συμβαίνει όταν πραγματοποιείται συλλοίμωξη ενός ατόμου με δύο διαφορετικούς ιούς και ως συνέπεια μπορεί να δημιουργηθεί ένα νέο ανασυνδυασμένο στέλεχος που να διαφέρει από τους δύο αρχικούς ιούς. Στην περίπτωση του νέου ανασυνδυασμένου ιού SARS-CoV-2 δεν έχει αναφερθεί ποιες ακριβώς μεταλλάξεις φέρει το νέο στέλεχος και τα αποτελέσματα της επιστημονικής μελέτης δεν έχουν ακόμα δημοσιευτεί σε επιστημονικό περιοδικό ή ανακοινωθεί σε μορφή προδημοσίευσης. Στο ερώτημα αν το νέο στέλεχος μπορεί να διαθέτει διαφορετικές βιολογικές ιδιότητες, όπως πιθανόν αυξημένη μολυσματικότητα ή ικανότητα διαφυγής από την ανοσία που αναπτύσσεται έναντι άλλων στελεχών, δεν υπάρχουν ακόμα σαφή δεδομένα».
Οπως προκύπτει και από τα λεγόμενα των ειδημόνων με τους οποίους ήλθαμε σε επαφή, η κατάσταση είναι πράγματι «wait and see». Αλλά στο μεσοδιάστημα όλοι συμφώνησαν ότι δεν πρέπει να περιμένουμε άπραγοι, αλλά να τηρούμε πλήρως τα μέτρα προστασίας, όπως η κοινωνική αποστασιοποίηση και οι μάσκες, ώστε να μειώσουμε τις πιθανότητες να δούμε νέα ανασυνδυασμένα, πιθανώς πιο επιθετικά στελέχη του ιού.
Τα «σενάρια» του ανασυνδυασμού
Πώς γίνεται στην πράξη ένας άνθρωπος να «φιλοξενεί» εντός του διαφορετικά στελέχη του νέου κορωνοϊού, δίνοντάς τους την ευκαιρία να ανασυνδυαστούν; Ιδού τα βασικά «σενάρια», σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας Τίμοθι Σίχαν: «Ενα άτομο θα πρέπει να μολυνθεί από ένα άλλο άτομο το οποίο «φιλοξενεί» εντός του δύο διαφορετικά στελέχη του νέου κορωνοϊού ή να μολυνθεί από δύο άτομα το καθένα εκ των οποίων έχει μολυνθεί με διαφορετικό στέλεχος του ιού. Υπάρχει και μια τρίτη περίπτωση κατά την οποία το άτομο έχει ήδη μολυνθεί από ένα στέλεχος και εμφανίζει ενεργή λοίμωξη και στη συνέχεια μολύνεται από ένα διαφορετικό στέλεχος του ιού – για παράδειγμα, πρόκειται για ένα άτομο που εμφανίζει ήπια συμπτώματα, συνεχίζει να κυκλοφορεί και έτσι εκτίθεται και σε δεύτερο στέλεχος του ιού από το οποίο επίσης μολύνεται. Στο άτομο αυτό τα δύο διαφορετικά στελέχη πρέπει να μολύνουν το ίδιο κύτταρο ώστε να λάβει χώρα ο ανασυνδυασμός. Ακριβώς επειδή τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορούν να αποκλειστούν, είναι άκρως σημαντικό να τηρούνται τα μέτρα προστασίας, όπως η κοινωνική αποστασιοποίηση και η χρήση μάσκας, μέχρις ότου χτιστεί το απαραίτητο τείχος συλλογικής ανοσίας».
Έντυπη έκδοση Το Βήμα