«Είναι κατά βάθος τραγική η εποχή μας, έτσι κι εμείς αρνούμαστε να τη δούμε τραγικά. Ο κατακλυσμός πέρασε, στη μέση τώρα εμείς και γύρω μας χαλάσματα. Αρχίζουμε να στήνουμε μικρά καινούργια σπιτικά, να τρέφουμε μικρές νέες ελπίδες. Μάλλον δύσκολη δουλειά, ομαλός δρόμος για το μέλλον δεν υπάρχει πια, τα εμπόδια όμως είτε τα παρακάμπτουμε είτε σκαρφαλώνουμε και τα ξεπερνάμε. Πρέπει να ζήσουμε, όσοι κι αν είναι οι ουρανοί που τσακίστηκαν».

Κάπως έτσι αντιμετώπιζε τα πράγματα η ηρωίδα του Ντ. Χ. Λόρενς στο μυθιστόρημα «Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλι», πριν από περίπου έναν αιώνα, την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ανάλογα συναισθήματα ένιωσε και η γενιά αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο, οι baby boomers, που μάλιστα πέρασαν με αυτό το όνομα στην Ιστορία καθώς μετά τη φρίκη και τη δυστυχία του πολέμου έστησαν κατά φρενήρη ρυθμό πολλά «καινούργια σπιτικά», εκτοξεύοντας στα ύψη το ποσοστό των γεννήσεων. Σήμερα, παρά τη δεκαετή οικονομική κρίση και το πάγωμα που προκάλεσε η έλευση της πανδημίας στις ζωές των ανθρώπων, τα νέα από το μέτωπο των γεννήσεων στην Ελλάδα δεν επιτρέπουν να μιλήσει κανείς για baby boom. Τουλάχιστον όχι ακόμα.

Επίδομα

Τα πρώτα σημάδια δείχνουν ότι τα στοιχεία που θα ανακοινώσει το φθινόπωρο η Ελληνική Στατιστική Αρχή για τον αριθμό των γεννήσεων του 2020 δεν θα αποτυπώνουν άνοδο. Ηδη το 2019 έκλεισε με 83.763 γεννήσεις, αριθμός μειωμένος κατά μερικές χιλιάδες από το ακριβώς προηγούμενο έτος (86.440). Ενδεικτικά είναι τα νούμερα για το 2020 που προκύπτουν από τις αιτήσεις για το επίδομα γέννησης που θεσπίστηκε από 1-1-2020 και μέχρι το τέλος του έτους είχε δοθεί σε 66.965 παιδιά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τόσες ακριβώς αναμένεται να είναι και οι γεννήσεις του 2020 καθώς αρκετοί δεν είχαν ενημερωθεί για το επίδομα και τη διαδικασία διεκδίκησης.

Ετσι, μέχρι 31-3-2020 είχαν υποβληθεί 7.203 αιτήσεις για το επίδομα που αφορούσαν τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο και Μάρτιο, ενώ τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2021 υποβλήθηκαν 11.832 αιτήσεις (Ιανουάριος 5.968, Φεβρουάριος 5.684), αριθμός που μοιάζει αυξημένος από τον αντίστοιχο περσινό αλλά στην πραγματικότητα εμπεριέχει γεννήσεις πέντε μηνών (Οκτώβριος – Νοέμβριος – Δεκέμβριος – Ιανουάριος – Φεβρουάριος) καθώς υπάρχει χρονικό περιθώριο τριμήνου από τον τοκετό για την αίτηση.

Στοιχεία μαιευτηρίων

Υπέρ του συμπεράσματος ότι απέχουμε από το φαινόμενο baby boom στην Ελλάδα συνηγορούν και τα στατιστικά στοιχεία μεγάλων μαιευτηρίων. Από το Λητώ η επίσημη ενημέρωση λέει ότι από το πρώτο λοκντάουν κι έπειτα, για το τετράμηνο Νοέμβριος 2020 – Φεβρουάριος 2021, δεν σημειώθηκε αυξητική τάση γεννήσεων. Ιδια η εικόνα και από το Ιασώ που κινήθηκε στα ίδια νούμερα το 2020 σε σχέση με το περασμένο έτος, καταγράφοντας μια ανεπαίσθητη αύξηση στις γεννήσεις κατά τους πρώτους δύο μήνες του 2021. Ακόμα είναι νωρίς, σημειώνουν ωστόσο, και θα πρέπει να περιμένει κανείς το προσεχές εξάμηνο για μια πιο σαφή εικόνα. «Αν είναι να δείξει κάτι, θα δείξει αργότερα», αναφέρουν χαρακτηριστικά. Με μια ισχνή άνοδο στις γεννήσεις, της τάξης του 3%, έκλεισε τη χρονιά και το Ρέα, χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι, σύμφωνα με τους μαιευτήρες που προβλέπουν περαιτέρω πτώση στις κυήσεις τούς μήνες που έπονται.

«Δεν προκύπτει αύξηση, μάλλον μείωση θα έχουμε. Μακάρι να υπήρχε αύξηση, όλοι τη θέλουν για πολλούς λόγους, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει επί του παρόντος τουλάχιστον. Ελπίζω να φτιάξει η κατάσταση στη μετά Covid εποχή. Και αυτό δεν πρέπει να μείνει ευχή, πρέπει να γίνει πραγματικότητα αν θέλουμε να αλλάξουν τα πράγματα», αναφέρει στα «ΝΕΑ» ο Νικόλαος Γιωργογιάννης, μαιευτήρας – χειρουργός γυναικολόγος που συνεργάζεται με το Ρέα.

Το δεύτερο λοκντάουν

Οι εμπλεκόμενοι στην ελληνική «βιομηχανία» γεννήσεων συνομολογούν ότι το πρώτο λοκντάουν δεν έφερε μωρά γιατί επικράτησε ο φόβος, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η ψυχολογία που βοηθά τις γεννήσεις. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για το δεύτερο λοκντάουν και μετά που ο κόσμος έχει πλέον ξεπεράσει το πρώτο σοκ.

Η ψυχολόγος Βασιλική Οσάνα τεκμηριώνει επιστημονικά στα «ΝΕΑ» γιατί δικαιούμαστε να ελπίζουμε για το μέλλον. «Στην προσπάθειά μας να δημιουργήσουμε εμείς την ελπίδα και τη θέληση για ζωή, πολύ περισσότεροι άνθρωποι θα κάνουν παιδιά. Οπως τότε στον πόλεμο που γεννούσαν όχι γιατί οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές, αλλά γιατί είχαν ανάγκη να συνεχιστεί η ζωή και η ελπίδα, οπότε τη δημιουργούσαν μόνοι τους, έτσι και τώρα, θα είναι μια υποσυνείδητη αντίδραση στην καταπίεση και την κρίση που είναι πια μόνιμη κατάσταση. Η αναπτυξιακή ψυχολογία λέει ότι σε καταστάσεις “πολέμου” βλέπουμε περισσότερες εγκυμοσύνες. Είναι μια φυσιολογική αντίδραση που δεν θεωρώ ότι θα φανεί άμεσα, αλλά μετά και το τέλος αυτής της χρονιάς. Θα δούμε ότι παρόλο που ήταν πολύ δύσκολο το ’20 και το ’21, καθώς φαίνεται, η ελπίδα δεν χάθηκε».