Η επιχείρηση ριζικής αλλαγής στο στυλ διακυβέρνησης είχε αποτυπωθεί από τα πρώτα κιόλας 24ωρα του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Μαξίμου τόσο σε πρακτικό επίπεδο με την εισαγωγή μεθόδων μάνατζμεντ, όπως ο εξαμηνιαίος προγραμματισμός και έλεγχος του κυβερνητικού έργου όσο όμως και στο πεδίο της επικοινωνίας. Το δείχνουν τα σηκωμένα μανίκια στα οποία επιμένει μέχρι και σήμερα ο Πρωθυπουργός ώστε να λειτουργούν ως στολή εργασίας, παραπέμποντας στην ετοιμότητα για «σκληρή δουλειά», όπως και οι θεσμικές εμφανίσεις του με γραβάτα και μετριοπαθή λόγο εντός και εκτός συνόρων.
Το ίδιο μαρτυρούν επίσης η επιστροφή του στην τακτική «δεν μένω κλεισμένος στο Μαξίμου», η λειτουργία ενός ισχυρού επικοινωνιακού τιμ με δημοσιογράφους και έμπιστους συμβούλους στην Ηρώδου Αττικού, οι προσωπικές παρεμβάσεις του στα μείζονα θέματα από το βήμα της Βουλής αλλά και μέσα από βιντεοσκοπημένα μηνύματα, οι συνεχείς προσπάθειες συντονισμού του κεντρικού «στρατηγείου» με την υπόλοιπη κυβερνητική μηχανή και τη γαλάζια ομάδα καθώς και η κινητοποίηση κάθε ψηφιακού εργαλείου για την προώθηση «σωστών μηνυμάτων».
Ωστόσο σε αυτό το πεδίο, το επικοινωνιακό, που θεωρήθηκε εξαρχής ως ένα από τα δυνατά χαρτιά της νέας κυβέρνησης, το πρωθυπουργικό γραφείο έχει αρχίσει να καταγράφει μουτζούρες και επιδιώκει εδώ και καιρό να βάλει τέλος στα κάθε λογής στραβοπατήματα. Γιατί στον ενάμιση χρόνο διακυβέρνησης οι αστοχίες, μικρές ή μεγαλύτερες, έχουν πάψει πια να προκαλούν μόνο στιγμιαίο εκνευρισμό, που λύνεται παρασκηνιακά. Φαίνεται να λειτουργούν και ως πηγή ανησυχίας για τυχόν συσσώρευση φθοράς από τη δυσφορία της ήδη κουρασμένης κοινωνίας. Είναι σαφές ότι το Μαξίμου δεν θέλει επανάληψη των διαφόρων «ατυχημάτων», όπως εκδηλώθηκαν εμφατικά μέσα στον Φεβρουάριο (με τις υποθέσεις της Ικαρίας, του Δημήτρη Λιγνάδη, υπουργών που αναιρούσαν ο ένας τον άλλο με βιαστικές τοποθετήσεις κ.ο.κ.), φέρνοντας τελικά και στο προσκήνιο προβλήματα πολιτικής και επικοινωνιακής διαχείρισης. Και αυτό τη στιγμή που το πρωθυπουργικό επιτελείο αναγνωρίζει ότι οι πιέσεις είναι μπροστά, όταν παράλληλα με τη μάχη αντιμετώπισης των σοβαρών επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης θα πρέπει να πιάνει, χωρίς φάουλ και καθυστερήσεις, τους στόχους του κυβερνητικού έργου – τον συνδυασμό, με τα λόγια των κυβερνητικών, μεταρρυθμίσεων μεσοπρόθεσμου ορίζοντα και έργων με άμεσο αποτύπωμα στους πολίτες.
Κυρίαρχο ζητούμενο της κυβέρνησης είναι να μην επισκιάζεται το προφίλ αξιοπιστίας της. Θέλει δηλαδή να διατηρήσει το τείχος εμπιστοσύνης που θεωρεί ότι έχει χτίσει με την πλειονότητα της κοινωνίας και πρωτίστως με τη δεξαμενή των πολιτών που επιμένουν στο μέτρο της λογικής και της μετριοπάθειας. Εξού και μετά την παραίτηση του πορτ παρόλ της κυβέρνησης, του μετριοπαθούς καθηγητή Χρήστου Ταραντίλη βρίσκεται εκ νέου στο τραπέζι η αναθεώρηση της επικοινωνιακής συνταγής, όσο και αν επιχειρούνται προς το παρόν, ως πρώτη αντίδραση μετά το «πλήγμα» Ταραντίλη, οι χαμηλοί τόνοι. Στο φόντο παραμένουν εξάλλου, εδώ και μήνες, οι γαλάζιοι ψίθυροι… γκρίνιας για την επικοινωνιακή πολιτική, οι οποίοι συνήθως εστιάζουν σε πρόσωπα που δεν προέρχονται από την κεντροδεξιά παράταξη αλλά παίρνουν πάνω τους τον χειρισμό των μεγάλων κυβερνητικών υποθέσεων.
Η «ηλεκτρική καρέκλα» του κυβερνητικού εκπροσώπου
Στο πλαίσιο αυτό ενημερωμένες πηγές επιμένουν ότι η αποχώρηση του βουλευτή Επικρατείας έπειτα από μόνο 55 ημέρες στην «ηλεκτρική καρέκλα» του κυβερνητικού εκπροσώπου, όπου καθόταν ως τότε ο αναβαθμισμένος πλέον στο υπουργείο Εσωτερικών Στέλιος Πέτσας, δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία την περασμένη Κυριακή ούτε κρύβει πολιτικούς λόγους. Για τη συνέχεια ωστόσο τα πρωθυπουργικά χαρτιά μένουν κλειστά, αν και έχουν γίνει εισηγήσεις.
Ο κομβικός ρόλος παραμένει στην Αριστοτελία Πελώνη, η οποία ωστόσο δεν έχει ορκιστεί υφυπουργός στον Πρωθυπουργό, ενισχύοντας το σενάριο ότι η περίοδος των χαμηλών τόνων χωρίς βιαστικές κινήσεις εκ μέρους του Μητσοτάκη θα συνεχιστεί, αφού η πρόθεση είναι να αποφευχθούν περαιτέρω μπρος – πίσω στην κυβερνητική βιτρίνα. Ηδη ο Πέτσας, ο Ταραντίλης και η Πελώνη έχουν ήδη δώσει διαφορετικά συστατικά στην επικοινωνιακή συνταγή, τα οποία ζυγίζονται κάθε φορά από το πρωθυπουργικό γραφείο. Είναι ενδεικτικό ότι μετά την περίοδο Πέτσα κατά την οποία είχε αποφασιστεί ένα μοντέλο υπερέκθεσης, όσο και αν αντικειμενικά αυτό αυξάνει τον κίνδυνο των επικοινωνιακών φάουλ, ακολούθησε το διαφορετικό «υπόδειγμα» Ταραντίλη με μεγαλύτερες αποστάσεις του από τη δημόσια σφαίρα και προσπάθεια για μεγαλύτερη επαφή του με τα υπουργεία. Στα βαθιά είναι πλέον η Πελώνη δεδομένης της φορτισμένης πολιτικά περιόδου, αν και όχι για πρώτη φορά αφού σε ένα 15ήμερο κλήθηκε σε δύο «αποστολές», η μία αμέσως μετά την πρωθυπουργική περιοδεία στην Ικαρία (λόγω της απουσίας του Ταραντίλη στο ταξίδι του Μητσοτάκη σε Κύπρο και Ισραήλ) και η δεύτερη έπειτα από τις εξελίξεις στην υπόθεση Λιγνάδη. Μέχρι στιγμής η νέα κυβερνητική εκπρόσωπος δείχνει να «επιστρέφει» περισσότερο σε ένα μοντέλο τακτικής – πλην στοχευμένης – παρουσίας σε τηλεοπτικά παράθυρα και ραδιοφωνικούς σταθμούς πέραν του διπλού μπρίφινγκ των δημοσιογράφων κάθε εβδομάδα.
«Εσωτερική» συνεργασία με 19 σχέδια δράσης
Εν αναμονή εξελίξεων με πιθανές τις ενισχυτικές «ενέσεις» στην επικοινωνιακή ομάδα, στο Μαξίμου δίνουν το ίδιο στοίχημα σε πολλαπλά επίπεδα. Στόχος είναι να σφίξει περισσότερο ο κλοιός συνεννόησης στην κυβερνητική καθημερινότητα και στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η προσπάθεια συντονισμού μήνα – μήνα πια και με συγκεκριμένα δεδομένα, που θα συζητιούνται και στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Μια πρώτη αρχή έγινε στο τέλος του Φεβρουαρίου όταν ο Πρωθυπουργός και οι υπουργοί του προχώρησαν σε λεπτομερή αποτίμηση του μήνα και συζήτηση για τις κινήσεις του Μαρτίου. «Δεν αρκεί μόνον ο προγραμματισμός των μεγάλων μεταρρυθμίσεων και νομοθετημάτων. Πρέπει να έχουν όλοι εικόνα των κυβερνητικών θέσεων. Δεν μπορεί να μένουμε απλώς στην κατάθεση ενός νομοσχεδίου στη Βουλή αλλά πρέπει να ξέρουμε πού βρίσκονται οι δράσεις μας και πώς και γιατί εφαρμόζονται στην πράξη» περιγράφει υψηλόβαθμος κυβερνητικός παράγοντας. Στην ίδια κατεύθυνση του οριζόντιου συντονισμού, που διαπερνά και την πρόκληση της επικοινωνιακής διαχείρισης μεγάλων θεμάτων, κινείται και η απόφαση του Μαξίμου να δημοσιοποιεί στην ιστοσελίδα κάθε υπουργείου το ετήσιο πρόγραμμά του. Αυτό ολοκληρώθηκε μέσα στην εβδομάδα, με αποκαλυπτήρια των 19 σχεδίων δράσης για το 2021 με προφανή στόχο να καλλιεργηθεί στην κοινωνία μια εικόνα αυξημένης λογοδοσίας. Επιπλέον όμως είναι ενδεικτική η αποστροφή ενημερωμένης πηγής ότι «ζητούμενο είναι στενότερη εσωτερική συνεργασία». Με λίγα λόγια, στο Μαξίμου θέλουν να γνωρίζει κάθε υπουργός τι κάνει ο συνάδελφός του αλλά και κάθε υφυπουργός να ξέρει ποιες πολιτικές διαχειρίζεται ο ανώτερός του, προς αποφυγή αστοχιών (και) στις δημόσιες παρεμβάσεις των κυβερνητικών στελεχών.