Τεστάρουν τις κυβερνητικές αντοχές τα ανοιχτά μέτωπα διαρκείας με αποκορύφωμα τα συμπυκνωμένα γεγονότα του περασμένου μήνα, τα οποία προς ώρας προκάλεσαν μικρές ρωγμές στην συνολική εικόνα. Ο ήχος από τα καμπανάκια των δημοσκοπήσεων ναι μεν έχει φτάσει στο Μέγαρο Μαξίμου, το βλέμμα όμως είναι επικεντρωμένο στην μεγάλη εικόνα. Η γενική αποδοχή της κυβερνητικής πολιτικής επιδεικνύει αντοχές παρά τις δονήσεις, ενώ, παράλληλα, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει την όποια κυβερνητική κόπωση.
Οι απανωτές κρίσεις- όπως το νέο αυστηρό lockdown, την οικονομία, σε συνδυασμό με την κακοκαιρία, την παραίτηση Ταραντίλη και τις αναταράξεις από τις υποθέσεις “Λιγνάδη” και “Κουφοντίνα” – μετέτρεψαν τον Φεβρουάριο σε ένα διαρκές “τεστ κοπώσεως”. Τη σκυτάλη των κρίσεων βεβαίως έχει πάρει και ο Μάρτιος, όπου στο κυβερνητικό στρατόπεδο είναι σημαντικό να μην επαναληφθούν παραλείψεις και λάθη, ενώ το κρίσιμο παραμένει η διαδρομή προς την έξοδο από την πανδημία. Ως προς το υγειονομικό μέτωπο, μεταξύ των στελεχών, επικρατεί η παραδοχή πως ο χειμώνας αυτός ήταν ο πιο δύσκολος, πως η κοινωνία έχει κουραστεί, όμως από το επόμενο διάστημα η χώρα θα αρχίσει να βγαίνει από το σκοτεινό αυτό σημείο.
Ο Μάρτιος αποτελεί ως εκ τούτου το σημείο καμπής για την έξοδο από την κρίση και το επόμενο διάστημα κρίνει και την πορεία του υπόλοιπου έτους με τον Μάρτιο να αποτελεί. Με την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου των εμβολιασμών σχεδιάζεται η οικονομία να έχει εισέλθει σε μία μορφής κανονικότητα και έτσι ο Μάιος να αποτελεί το μήνα που το κλίμα θα γυρίζει για την κοινωνία. Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές υπολογίζεται ότι τέλος Ιουνίου θα έχουν εμβολιαστεί 5,5 εκατομμύρια πολίτες, ένας αριθμός που εκτιμάται ως θα έχει φτιάξει τοίχος έναντι του ιού, ενώ εντός του Μαΐου θα έχουν εμβολιαστεί οι πολίτες άνω των 60 ετών.
Στήριξη της οικονομίας
Το επόμενο μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση, η οποία μάλιστα τον Ιούλιο κλείνει δύο χρόνια θητείας, είναι η επόμενη ημέρα της πανδημίας και η στήριξη σε επιχειρήσεις και σε εργαζόμενους. Δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτό το πεδίο αναδεικνύονται οι μεγαλύτερες ανησυχίες της ελληνικής κοινωνίας. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εφημερίδας “ΤΑ ΝΕΑ”, αν και η συνολικότερη διαχείριση δίνει πόντους στην κυβέρνηση, διαμορφώνεται πλέον μια πλειοψηφία που αμφισβητεί το οικονομικό σχέδιο της κυβέρνησης και τα μέτρα κοινωνικής στήριξης (το 64,5% των ερωτηθέντων τα κρίνει ανεπαρκή).
Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα της δημοσκόπησης που πραγματοποίησε η GPO για τα «ΝΕΑ», η ΝΔ μετράει απώλειες εξαιτίας της πολύκροτης υπόθεσης του σκηνοθέτη (το 56,2% τάσσεται υπέρ της παραίτησης της Λίνας Μενδώνη-ανάμεσά τους και ο ένας στους τρεις ψηφοφόρους της ΝΔ), των προβλημάτων που προκάλεσε η κακοκαιρία «Μήδεια» αλλά κυρίως λόγω της ανταπόκρισής της στις οικονομικές επιπτώσεις που έχει επιφέρει η πανδημία. Δύο στους τρεις Έλληνες, μάλιστα, θεωρούν ελλιπή τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τη στήριξη της οικονομίας και της απασχόλησης.
Ισχυρούς κλυδωνισμούς ωστόσο υφίσταται και ο ΣΥΡΙΖΑ που όχι μόνο δεν μπορεί να κεφαλαιοποιήσει την κυβερνητική φθορά,α λλά αντιθέτως υποχωρούν και τα δικά του ποσοστά. Οι δύο κυριότεροι λόγοι είναι η στάση στο ζήτημα της πανδημίας «όλη αυτή την περίοδο», την οποία επικρίνουν δύο στους τρεις πολίτες, καθώς και η αντιμετώπιση του ζητήματος της απεργίας πείνας του καταδικασμένου για 11 δολοφονίες της 17 Νοέμβρη Δημήτρη Κουφοντίνα. Η κοινή γνώμη – σε ποσοστό 62,9% – καλεί την κυβέρνηση να μην υποκύψει στον εκβιασμό της μεταγωγής και το μήνυμα αυτό εκπέμπει και το 37,3% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ψαλίδα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητη στις 13,7 ποσοστιαίες μονάδες (από 13,9 το προηγούμενο δίμηνο). Η διαφορά (ΝΔ 36,4% – ΣΥΡΙΖΑ 22,7%) επιβεβαιώνει το σκηνικό πολιτικής κυριαρχίας του Κυριάκου Μητσοτάκη ενώ παραμένει το προβάδισμα του Πρωθυπουργού (47,7%) έναντι του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης (24,1%) ως προς την ακαταλληλότητα για τη διακυβέρνηση της χώρας.