Ο κοροναϊός μπήκε στις ζωές μας και φαίνεται ότι δεν θα ξαναβγεί, σύμφωνα όσα επισημαίνει στο Αθηναϊκό – Πρακτορείο Ειδήσεων η Έλενα Ριζά, MPH, MSc, PhD, DLSHTM, Επιδημιολόγος-Υγιεινολόγος, στο Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας & Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ.
«Όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωνε την Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020 ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την πανδημία του κοροναϊού SARS-Cov-2, σίγουρα λίγοι πίστευαν τότε ότι 12 μήνες αργότερα θα ήμασταν ακόμα αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη υγειονομική πρόκληση των τελευταίων δεκαετιών», αναφέρει αρχικά στη συνέντευξη της.
Και συνεχίζει: «Η πρόσφατη εμπειρία μας με τους κοροναϊούς SARS το 2003 και MERS το 2012 που περιορίστηκαν σύντομα χωρίς σοβαρές επιπτώσεις δείχνει πως ο νέος SARS-CoV-2 διαφέρει από τους άλλους κοροναϊούς.
Βρεθήκαμε αντιμέτωποι με καινούργιες προκλήσεις όπως η μακρά περίοδος μολυσματικότητας και το υψηλό ποσοστό ασυμπτωματικών φορέων που αν και δε νοσούν οι ίδιοι, μπορούν να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους. Στις συνθήκες αυτές προστέθηκε η έλλειψη ετοιμότητας των συστημάτων υγείας να αντιμετωπίσουν το νέο-εμφανιζόμενο νόσημα» τονίζει η κα Ρίζα η οποία αναφέρει πως όσο και εάν διαθέτουμε εργαλεία και τεχνογνωσία να προβλέψουμε την εξέλιξη κάποιων γεγονότων, οι πανδημίες όπως άλλωστε και όλες οι κρίσεις, εκδηλώνονται αιφνίδια, αποτελούν απειλή, δημιουργούν αποσταθεροποίηση και απαιτούν γρήγορη απόκριση. Ωστόσο τονίζει πως τα βήματα που έχουν γίνει μέσα στον τελευταίο χρόνο είναι πάρα πολλά και σημαντικά.
«Είναι γεγονός ότι η πανδημία δεν θα σταματήσει σύντομα να μας απασχολεί, καθώς για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να εξαφανιστεί ο ιός, κάτι μάλλον απίθανο δεδομένης της πολύ εκτεταμένης διάδοσης και των χαρακτηριστικών μεταδοτικότητας που έχει. Εάν δεχθούμε ότι 55-80% του πληθυσμού θα αποκτήσει σύντομα ανοσία είτε λόγω μόλυνσης είτε λόγω εμβολιασμού, τότε η πανδημία θα μετατραπεί σε ένα φαινόμενο με εποχική διακύμανση όπως ισχύει και με τον ιό της γρίπης», εξηγεί.
Ο ρόλος της ανοσίας
Η ίδια τονίζει πως η ανοσοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού ενάντια στη νόσο Covid 19 σε ποσοστό της τάξης 70-80% θα οδηγήσει σε διακοπή της μετάδοσης τη μόλυνσης και θα φέρει το τέλος της παρούσας πανδημίας.
Ωστόσο λέει ότι είναι κρίσιμο σημείο η διάρκεια της ανοσίας που θα καθορίσει την πιθανότητα για νέα μόλυνση με τον SARS-CoV-2. «Στην περίπτωση που θεωρούμε ότι η ανοσία διαρκεί έως 40 εβδομάδες προβλέπεται να υπάρχει έξαρση κρουσμάτων σε ετήσια βάση κατά τη χειμερινή περίοδο σε ετήσια βάση. Εάν θεωρήσουμε ότι η ανοσία διαρκεί περίπου 100 εβδομάδες, τότε υπάρχει πρόβλεψη για επιδημική έκρηξη κάθε δεύτερο χρόνο. Ο μόνος τρόπος για να απαντηθεί το ερώτημα διάρκειας της ανοσίας μετά από μόλυνση ή εμβολιασμό για τον κορωνοιό είναι η διαχρονική παρατήρηση μεγάλων ομάδων πληθυσμού» καταλήγει.
Σε ερώτηση για το αν θα πρέπει στο μέλλον να μάθουμε να ζούμε με νέους ιούς που επιμένουν απαντά πως «το πρόβλημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι υπαρκτό και οι επιπτώσεις της γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς. Από τα καιρικά φαινόμενα έως την εμφάνιση βακτηρίων, ιών και ξενιστών όπως τα κουνούπια, σε περιοχές και σε εποχές όπου παλαιότερα δεν ήταν συνηθισμένη η εμφάνιση τους» και επισημαίνει πως πέρα από τις δράσεις που θα αναλάβει η Πολιτεία ή όχι, οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν σε επίπεδο κοινότητας και να συμβάλλουν θετικά. «Η περιβαλλοντική εκπαίδευση ειδικά των παιδιών είναι πολύ σημαντική και ελπιδοφόρα» αναφέρει.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ