Πολλοί θα διαβάσουν αυτό το άρθρο και θα πουν: «Τι συγκρίνεις ανόμοια πράγματα; Είσαι προβοκάτορας. Δεν ξέρεις τι λες. Δεν θα μας πεις εσύ τι θα κάνουμε».
Προφανώς, ποιος θα πει σε κάποιον τι να κάνει, πώς να αντιδράσει, πώς να αντισταθεί σε τραγικά γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας και τελικά ποιες μάχες να δώσει και ποιες να αφήσει;
Τις τελευταίες ημέρες η Ελλάδα έγινε θέατρο μαζικών διαδηλώσεων. Αρχικά για τον Κουφοντίνα και το δικαίωμά του να επιλέξει ποια φυλακή θέλει.
Στη συνέχεια για την αστυνομική βία, για τα δραματικά γεγονότα στη Νέα Σμύρνη.
Υπήρξαν και άλλες διαδηλώσεις κλαδικού χαρακτήρα, και δικαίως σε μια οικονομική κατάσταση άκρως επικίνδυνη. Διαδήλωσαν οι καλλιτέχνες, οι δάσκαλοι οδήγησης, εκπαιδευτικοί κ.λπ. με σειρά αιτημάτων και με την αγωνία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους.
Όμως, πραγματικά, όλον αυτόν τον καιρό, δεν έχουμε δει διαδηλώσεις για γεγονότα που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να μας συγκλονίσουν.
Και το λέω αυτό με αφορμή τις μαζικές κινητοποιήσεις, και την άθλια αντιμετώπιση από πλευράς αστυνομίας, διαδηλωτών για την υπόθεση της δολοφονίας της Σάρας Εβεραντ στη Βρετανία.
Μια υπόθεση που έχει ταράξει συθέμελα τη χώρα διότι έρχεται ξανά στο προσκήνιο η έμφυλη βία, οι δολοφονίες γυναικών από άνδρες, η κακοποίηση γυναικών, η ανασφάλεια που αισθάνεται το γυναικείο φύλο σε μια κοινωνία ανδροκρατούμενη, πατριαρχική, και πολλές φορές άδικη για τις γυναίκες.
Στη Βρετανία έγινε χαμός και θα γινόταν ακόμη περισσότερο αν δεν υπήρχαν οι περιορισμοί του κοροναϊού.
Κι αναρωτιέμαι: Εγινε ποτέ στην Ελλάδα μαζική, δυναμική διαδήλωση για το δικαίωμα της γυναίκας να περπατά ελεύθερη στους δρόμους χωρίς να φοβάται τη δολοφονία της ή… στην καλύτερη περίπτωση τον βιασμό της;
Και μη μου πείτε ότι δεν συμβαίνουν αυτά στην Ελλάδα μας, ότι δε γίναμε ακόμη Βρετανία.
Πόσες διαδηλώσεις έγιναν άραγε για τη δολοφονία της Τοπαλούδη, μια υπόθεση –για να λέμε την αλήθεια- που ήταν η αρχή του ελληνικού Metoo;
Πριν από ένα χρόνο αστυνομικός δολοφονεί την πρώην σύζυγό του και τη φίλη της έξω από σούπερ μάρκετ στην Κηφισιά. Πόσες διαδηλώσεις έγιναν;
Τον Νοέμβριο στη Μάνη δολοφονείται 44χρονη από τον άνδρα της, μπροστά στα μάτια της κόρης του.
Πόσες διαδηλώσεις για τα δικαιώματα της γυναίκας έγιναν;
Το 2020 καταγράφηκαν 12 γυναικοκτονίες από συγγενικά πρόσωπα των δολοφονημένων.
Αμέτρητος ο αριθμός των δηλωμένων και αδήλωτων βιασμών, στο σπίτι, στο χώρο εργασίας, στο δρόμο, κάποια νύχτα που μια γυναίκα περπατούσε όπως η Εβεραντ.
Ακόμη μεγαλύτερος ο αριθμός των κακοποιημένων γυναικών, παιδιών ή ηλικιωμένων. Είδατε εσείς κόσμο στο δρόμο;
Είδατε άραγε διαδηλώσεις για τα θύματα της τρομοκρατίας, για τα θύματα του Κουφοντίνα;
Είδατε πολυπληθείς συγκεντρώσεις για τους νεκρούς της Μαρφίν; Πότε είδατε να γίνεται χαμός στην Ελλάδα για τον Γιακουμάκη;
Το μόνο που θυμάμαι ήταν κάποιες διαδηλώσεις για τον άτυχο Ζακ και μέχρι εκεί.
Διαλέγουμε άραγε τις μάχες μας ή μας επιβάλλουν κάποιοι άλλοι ποιες μάχες θα δώσουμε στους δρόμους της φωτιάς;
Ναι, μαζικά να βγούμε στους δρόμους για τα οικονομικά και την καταστροφή που ξανάρχεται.
Να βγούμε και γιατί δεν ανεχόμαστε από λίγους, έστω, αστυνομικούς να αυθαιρετούν.
Να βγούμε και για ό,τι μας ενοχλεί με τα λάθη στην υπόθεση της πανδημίας.
Αλλά μόνο γι’ αυτά; Για την έμφυλη βία θα μιλήσουμε ποτέ εμείς όπως οι Βρετανοί;
Για την τρομοκρατία θα μιλήσουμε ποτέ μπας και ξορκίσουμε τα φαντάσματα του παρελθόντος;
Για τις κακοποιημένες γυναίκες, το ανεξέλεγκτο trafficking, τη σωματεμπορία ακόμη και ανήλικων παιδιών θα μιλήσουμε ποτέ; Θα εκραγούμε κάποια στιγμή ή θα ασχολούμαστε μόνο με όσα θέλουν κάποιοι να ασχολούμαστε;
Και με όσα τα κόμματα εργαλειοποιούν προκειμένου να κερδίσουν μικροκομματικά οφέλη;
Όχι λοιπόν. Ενεργός πολίτης δεν είναι μόνον αυτός που ξενυχτά στους δρόμους για τον Κουφοντίνα.
Είναι και αυτός που σκέφτεται κάθε Τοπαλούδη, κάθε Ζακ κάθε ανώνυμη γυναίκα, παιδί ή όποιο αδύναμο πλάσμα πεθαίνει άδικα.
Είναι και αυτός που θρηνεί για τον Ιάσονα, τον 23χρονο του δυστυχήματος έξω από τη Βουλή.
Είναι κι εκείνος που δεν διαλέγει τις μάχες που δίνει ανάλογα με την ιδεολογία του, αλλά ανάλογα με τα ανθρωπιστικά του ιδεώδη και τις αξίες του.
Και γι’ αυτό είναι υποκριτική στάση από όσους ξεσηκώνονται για τον Κουφοντίνα, την αστυνομική βία ή την οικονομική κατάσταση –και καλά κάνουν- αλλά δεν έχουν ούτε κουβέντα να πουν για τη σκληρή πραγματικότητα της ελληνικής κι όχι μόνο κοινωνίας.
Εχουμε βαρεθεί δε κι όλους εκείνους τους επαναστάτες των πληκτρολογίων που διαμαρτύρονται με… post και με οργισμένες φατσούλες στα social media για τόσο σοβαρές καταστάσεις.
Υπάρχουν κι άλλες μάχες που πρέπει να δοθούν στους δρόμους και δεν είναι χαμένες από τη στιγμή που δεν έχουν δοθεί ακόμη.
Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάει κανείς.