Ολοκληρώθηκε ο 62ος γύρος των διερευνητικών επαφών μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, που πραγματοποιήθηκε σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.
Πριν λίγο αναχώρησε η ελληνική αντιπροσωπεία.
Οι συνομιλίες, συνεχίστηκαν από το σημείο όπου έμειναν στον 61ο γύρο, που διεξήχθη στις 25 Ιανουαρίου στην Κωνσταντινούπολη.
Στόχος των επαφών είναι οι δύο πλευρές να διερευνήσουν σημεία σύγκλισης με ορίζοντα ενδεχόμενες μελλοντικές διαπραγματεύσεις, με την ελληνική πλευρά να έχει ξεκαθαρίσει ότι μοναδικό αντικείμενο είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, βάσει του Διεθνούς Δικαίου.
Η Αθήνα, από την αρχή είχε διαμηνύσει πως προσέρχεται στις διερευνητικές επαφές με αυτοπεποίθηση, «καλή τη πίστει», «μηδενική αφέλεια», πνεύμα συνεργασίας, εποικοδομητική διάθεση. Εξάλλου, επανειλημμένως έχει καταστήσει σαφές πως οι επαφές ήταν και παραμένουν διερευνητικές και σημειώνει πως είναι ένας άτυπος μη δεσμευτικός δίαυλος συζήτησης ανάμεσα στις δύο χώρες.
Επίσης, έχει ξεκαθαρίσει ότι στις διερευνητικές επαφές δεν συζητείται θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών και πως η Ελλάδα δεν διαπραγματεύεται οποιοδήποτε θέμα αφορά την εθνική κυριαρχία. Εξίσου, έχει διαμηνύσει πως η απόφαση για την επέκταση των χωρικών υδάτων της αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας μας και ότι διατηρεί στο ακέραιο το δικαίωμα επέκτασής τους στα 12 ναυτικά μίλια οπουδήποτε και οποτεδήποτε.
Περαιτέρω, η Αθήνα έχει υπογραμμίσει πως η συμπεριφορά της Τουρκίας, εν γένει, έναντι της Ελλάδας και άλλων κρατών-μελών αφορά το σύνολο της ΕΕ και των ευρωτουρκικών σχέσεων και θα εξεταστεί συνολικά στο ερχόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 26-26 Μαρτίου. Σε αυτό το πλαίσιο, τονίζει την ανάγκη η ευρωπαϊκή έκθεση που θα υποβληθεί από τους θεσμούς για την Τουρκία να είναι ισορροπημένη: «Πρέπει να έχει προτάσεις τόσο για θετική ατζέντα όσο και για προοπτική λήψης περιοριστικών μέτρων, στην περίπτωση που η γειτονική Τουρκία μπει ξανά στον πειρασμό να έχει παραβατική συμπεριφορά».
Τι επιδιώκουν οι Τούρκοι
Αν και το πλαίσιο που έχει θέσει η Αθήνα για τις διερευνητικές επαφές είναι πολύ συγκεκριμένο και αφορά τη συζήτηση για την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα, αυτό δεν τηρήθηκε από την τουρκική πλευρά στον 61ο γύρο στην Κωνσταντινούπολη καθώς οι Τούρκοι επιχείρησαν να θέσουν στο ευρύτερο πλαίσιο των διεκδικήσεών τους τη συζήτηση με την ελληνική πλευρά, κάτι που η τελευταία αντέκρουσε.
Η τουρκική αντιπροσωπεία προσήλθε στην σημερινή συνάντηση στην Αθήνα έχοντας διαμηνύσει ότι θα κινηθεί σε ανάλογο κλίμα με αυτό του 61ου γύρου, ο οποίος διεξήχθη σχεδόν πριν από δύο μήνες στον Ντολμά Μπαχτσέ στην Κωνσταντινούπολη, έπειτα από μια περίοδο τουρκικών προκλήσεων και παραβιάσεων και μετά τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Δεκέμβριο, κατά την οποία επισημάνθηκε η «ανάγκη συνεχούς αποκλιμάκωσης ώστε να καταστούν δυνατές η ταχεία επανέναρξη και η ομαλή συνέχιση των άμεσων διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας».
Την Τετάρτη, οι διαβουλεύσεις σε επίπεδο γ.γ. των ΥΠΕΞ
Στο μεταξύ, αύριο Τετάρτη, θα διεξαχθούν, στην Αθήνα και οι πολιτικές διαβουλεύσεις Ελλάδας – Τουρκίας, που πραγματοποιούνται σε επίπεδο υπηρεσιακών γενικών γραμματέων των υπουργείων Εξωτερικών των δύο χωρών. Από τη μια πλευρά του τραπεζιού θα καθίσει ο υπηρεσιακός γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβης Θεμιστοκλής Δεμίρης, και από την άλλη ο Τούρκος υφυπουργός Εξωτερικών, πρέσβης Σεντάτ Ονάλ.
Οι τακτικές πολιτικές διαβουλεύσεις έχουν θεσμοθετηθεί μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, στις οποίες συμμετέχουν αντιπροσωπείες των δύο χωρών, με επικεφαλής, από την Ελλάδα, τον υπηρεσιακό γενικό γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών και από την Τουρκία, τον υφυπουργό Εξωτερικών.
Οι πολιτικές διαβουλεύσεις σε επίπεδο υπηρεσιακών γενικών γραμματέων των υπουργείων Εξωτερικών των δύο χωρών εντάσσονται στο πλαίσιο της διατήρησης ανοικτών διαύλων επικοινωνίας προς εξασφάλιση της αναγκαίας λειτουργικότητας στις διμερείς σχέσεις με τη γείτονα χώρα. Για την ελληνική πλευρά, οι επαφές με την τουρκική, σε όλα τα επίπεδα, διεξάγονται με βάση το Διεθνές Δίκαιο και ιδιαίτερα το Δίκαιο της Θάλασσας και με στόχο, πάντα, προς όφελος των δύο λαών, τη σταδιακή εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, σε όλους τους τομείς δραστηριοτήτων, χωρίς καμία υποχώρηση σε θέματα εθνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.