Το ΠΑΣΟΚ, το ιστορικό κόμμα της Κεντροαριστεράς όπως το ξέρουμε σήμερα, θεωρείται ένα γερασμένο κόμμα, παρά την εύηχη μετονομασία του σε ΚΙΝΑΛ (με τον τόνο στη λήγουσα, για να εκνευρίζεται ο Βασίλης ο Κεγκέρογλου), ιδίως υπό την ηγεσία της Φώφης (επάγγελμα: Γεννηματά), η οποία φαντάζει σαν ένας αλλόκοτος αναχρονισμός στην πολιτική σκηνή. Πρόκειται για άποψη την οποία και η στήλη έχει εκφράσει συχνά στο παρελθόν και ίσως για τον λόγο αυτό να αισθάνομαι τώρα την υποχρέωση να αναδείξω τον αντίλογο, καθώς η στάση του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ στο γενικότερο ζήτημα περί την έννομη τάξη, που ανέκυψε πρόσφατα με αφορμή τα γεγονότα στη Νέα Σμύρνη, έχει εκ πρώτης όψεως κάτι το πρωτότυπο.
Μετά τη συζήτηση για το θέμα μεταξύ του Πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή, η πρόεδρος Φώφη έδωσε συνέντευξη στην οποία είπε όσα δεν μπορούσε να πει στη Βουλή για το θέμα. Να εξηγήσω εδώ ότι η συζήτηση γινόταν με αφορμή ερώτηση του αρχηγού της αντιπολίτευσης προς τον Πρωθυπουργό, δεν ήταν συζήτηση εκτός ημερησίας διατάξεως σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων και, επομένως, η Φώφη δεν μπορούσε να παρέμβει με τη θεσμική επισημότητα που θεωρεί ότι της αρμόζει. Είχε κάνει μάλιστα και τη σχετική δήλωση διαμαρτυρίας: γιατί δεν μας παίζετε, γιατί μας αγνοείτε…
Ισως λοιπόν με τον θυμό της απόρριψης (μιας απόρριψης που μόνο μέσα στο κεφάλι της υπήρχε…), η πρόεδρος στη συνέντευξη πήρε την καινοφανή θέση του οργισμένου ισαποστάκη. Της επιβάλουν, είπε, να διαλέξει ανάμεσα «στον κόσμο του κλομπ ή τον κόσμο της κουκούλας», ενώ εκείνη αρνείται κατηγορηματικά (το τονίζει αυτό) να επιλέξει «εκδοχή του μαύρου». Οι δημοκρατικοί πολίτες, κατά την πρόεδρο, έχουν «μία αλλεργία και απέχθεια στον αυταρχισμό και το δόγμα νόμος και τάξη» και αναπολούν τον «άλλο δρόμο που τον έχουμε ζήσει με τη δημοκρατική παράταξη, τότε που η χώρα ευημερούσε, με αλληλεγγύη, με δημοκρατία, με ελευθερία, με σεβασμό των πολιτών και των δικαιωμάτων τους».
Τόσο χονδροειδή ταύτιση της νόμιμης βίας του κράτους με τη βία του αναρχικού παρακράτους δεν θυμάμαι ξανά από αρχηγό κόμματος του δημοκρατικού τόξου. Απαράδεκτο για απόφοιτο της Παντείου! (Ηταν θηλυκού γένους, θυμίζω, όταν σπούδαζε εκεί η Φώφη). Δεν υπάρχει το δίλημμα που αφελώς θέτει η Φώφη. Η επιλογή σε μια δημοκρατική πολιτεία δεν τίθεται ποτέ μεταξύ της βίας των αναρχικών και μιας Αστυνομίας που δεν κάνει τη δουλειά της, επειδή υποτίθεται ότι δεν την κάνει καλά. Αυτό υποστηρίζει η Φώφη, θεωρώντας ότι έτσι ελίσσεται γύρω από το ζήτημα, ενώ στην πραγματικότητα συντάσσεται πίσω από τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο λέει, με άλλο τρόπο. (Και δεν ξέρω αν το καταλαβαίνει. Μπορεί και να μην είναι σε θέση να το καταλάβει…)
Κατά τη Φώφη, λοιπόν, η καλύτερη αστυνόμευση είναι η αδιάφορη αστυνόμευση, εκείνη που κάνει τα στραβά μάτια. Μη θίγετε τα κακώς κείμενα ή «αφήστε τα σκυλιά να κοιμούνται», που λένε οι αγγλόφωνοι. Μην πειράζετε τους αναρχικούς, για να μην μας πειράζουν. Ο καθένας τα δικά του και τις κατά καιρούς διαφορές να τις τακτοποιούμε διακριτικά, με κατανόηση για το δίκιο της κάθε πλευράς, αφού η βία της Αστυνομίας ταυτίζεται με τη βία των αναρχικών για τη Φώφη.
Ο τρίτος δρόμος της Φώφης είναι η επιστροφή στο μυθικό παρελθόν της δεκαετίας του 1980, τότε που κτίζονταν τα θεμέλια του κόσμου των Εξαρχείων και των παραφυάδων του, με την ανοχή των τότε κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Επρεπε να φθάσουμε στην εποχή του εκσυγχρονισμού επί Σημίτη, με υπουργό πάλι τον Χρυσχοχοΐδη, για να εξευρωπαϊστεί η στάση το ΠΑΣΟΚ, αλλά, μετά από μια γενιά ασυδοσίας, ήταν πια αργά: ο υπόκοσμος των αναρχικών είχε οργανώσει την επικράτειά του. Ο δήθεν πραγματισμός της Φώφης είναι ο αναχρονισμός. Η θέση της στο ζήτημα της βίας δεν διακρίνεται από την αφέλεια της παιδικότητας, αλλά από τη σαχλότητα του παλιμπαιδισμού.