Τηλεδιάσκεψη με τον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα έχουν σήμερα το μεσημέρι, όπως ανακοινώθηκε χθες, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής που θα πραγματοποιηθεί στις 25 και 26 Μαρτίου. Ο κατάλογος των θεμάτων που προκαλούν ένταση στις σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας και θα συζητηθούν στη Σύνοδο ήταν ήδη μακρύς. Προχθές μεγάλωσε ακόμα περισσότερο: ένας τούρκος εισαγγελέας προσέφυγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας αξιώνοντας την απαγόρευση του φιλοκουρδικού Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP) και τη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων 600 στελεχών του. Εντονη ήταν η αντίδραση τόσο της ΕΕ όσο και της Ουάσιγκτον, ανάμειξη σε δικαστική υπόθεση χαρακτήρισε τις διεθνείς διαμαρτυρίες το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών.
Στην πραγματικότητα, η απαγόρευση του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης στο τουρκικό κοινοβούλιο είχε προαναγγελθεί εδώ και εβδομάδες, αν όχι ήδη από το 2016 και την επαύριον της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος στην Τουρκία. Στις βουλευτικές εκλογές του 2018, το HDP, ένα κόμμα που έχει αριστερό πρόγραμμα και υπερασπίζεται τις μειονότητες, συγκέντρωσε σχεδόν έξι εκατομμύρια ψήφους, το 11,7% του συνόλου και 58 έδρες στο κοινοβούλιο, καμιά δεκαριά βουλευτές του ωστόσο, ανάμεσά τους και ο ιδρυτής του Σελαχατίν Ντεμιρτάς, βρίσκονται πια στη φυλακή – o Ντεμιρτάς παραμένει προσωρινά κρατούμενος από το 2016, παρά την αξίωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να αφεθεί ελεύθερος.
Μόλις λίγες ώρες πριν κάνει τον γύρο του κόσμου η κίνηση του αντεισαγγελέα Εφετών Μπεκίρ Σαχίν, ο Ομέρ Φαρούκ Γκεργκερλίογλου είχε γίνει ο 14ος κατά σειρά βουλευτής του κόμματος, τα τελευταία πέντε χρόνια, από τον οποίο η τουρκική εθνοσυνέλευση αφαιρεί τη βουλευτική ιδιότητα – είχε προηγηθεί πρωτόδικη καταδίκη του σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση για «τρομοκρατική προπαγάνδα» εξαιτίας μιας ανάρτησής του στα social media. Η κατηγορία είναι πάντα η ίδια, ή τουλάχιστον παρεμφερής, για όλα τα στελέχη του HDP που έχουν συλληφθεί, φυλακιστεί, καθαιρεθεί – ανάμεσά τους και 59 δήμαρχοι, δημοκρατικά εκλεγμένοι στις δημοτικές εκλογές του 2019, οι οποίοι αντικαταστάθηκαν από διαχειριστές διορισμένους από το καθεστώς. Είναι η κατηγορία που χρησιμοποίησε και ο τούρκος εισαγγελέας αξιώνοντας απαγόρευση του κόμματος: το HDP δεν είναι παρά «μια προέκταση» του PKK και τα μέλη του απεργάζονται «τη διάσπαση της ενότητας του έθνους».
Εβδομάδες τώρα ενίσχυαν τις λεκτικές επιθέσεις εναντίον του HDP ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι υπερεθνικιστές εταίροι του AKP στην κυβέρνηση, το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Ο τούρκος πρόεδρος κατηγορούσε ούτως ή άλλως ανά τακτά χρονικά διαστήματα το HDP ότι είναι η «πολιτική βιτρίνα» του PKK, η σφοδρότητα των λεκτικών πυρών του όμως πολλαπλασιάστηκε μετά την αποτυχημένη επιχείρηση του τουρκικού στρατού για τη διάσωση 13 ομήρων του PKK στο Ιράκ, που κατέληξε στον θάνατο όλων των κρατουμένων στα μέσα Φεβρουαρίου. «Κατεπείγουσα και αναγκαία» είχε χαρακτηρίσει στις αρχές Μαρτίου τη διάλυση του HDP ο Μπαχτσελί. Το φιλοκουρδικό κόμμα είναι «μια εγκληματική οργάνωση με πολιτικό μανδύα», υπερθεμάτισε χθες, λέγοντας πως πρέπει να κλείσει «και να μην ανοίξει ποτέ ξανά». Σε αυτό το τελευταίο αποσκοπεί η προτεινόμενη από τον εισαγγελέα στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων 600 στελεχών του, ανάμεσά τους και οι δύο συμπρόεδροί του, στο να μην επανέλθει το κόμμα με άλλη ονομασία.
Ενα «πολιτικό πραξικόπημα» κατήγγειλε το HDP, κατηγορώντας τον Ερντογάν πως «χρησιμοποιεί τη δικαιοσύνη σαν ρόπαλο προκειμένου να αναδιαμορφώσει το πολιτικό τοπίο», δύο χρόνια πριν από τις επόμενες κοινοβουλευτικές και προεδρικές εκλογές – κι ενώ τα ποσοστά τόσο του AKP όσο και του MHP πέφτουν στις δημοσκοπήσεις, καθώς η τουρκική οικονομία ασθμαίνει λόγω της πανδημίας και όχι μόνο. Μια απαγόρευση του HDP, σημείωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προειδοποιώντας πως «παρακολουθεί στενά» τη διαδικασία που κινήθηκε, «θα ανέτρεπε αδικαιολόγητα τη βούληση των τούρκων εκλογέων, θα υπονόμευε περαιτέρω την εύθραυστη δημοκρατία στην Τουρκία και θα στερούσε από εκατομμύρια τούρκους πολίτες τους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους». «Ανενδοίαστα κινείται προς το τέλος του πλουραλισμού. Τι αντίδραση περιμένει τώρα η Τουρκία από την ΕΕ; Μια θετική ατζέντα;», εξανέστη ο Νάτσο Σάντσεθ Αμόρ, ο εισηγητής του Ευρωκοινοβουλίου για την Τουρκία. Ολα αυτά, σε μια περίοδο που η Αγκυρα διακηρύττει τη βούλησή της να κατευνάσει τις τεταμένες σχέσεις με την Ουάσιγκτον και την ΕΕ.