Οι ψίθυροι συνεχίζονται, η φωτιά αναζωπυρώνεται με την παραμικρή ευκαιρία και τα σενάρια ξεδιπλώνονται πίσω από κλειστές πόρτες – «γαλάζιες» και αντιπολιτευτικές – ακόμα και με τολμηρά πονταρίσματα σε ημερομηνίες. Η μια πλευρά δείχνει την άλλη ως υπεύθυνη. Στην Ηρώδου Αττικού υποστηρίζουν ότι τους απασχολούν μόνο τα προβλήματα της κοινωνίας και «όχι οι προβληματισμοί» της αντιπολίτευσης. Στην Κουμουνδούρου και στη Χαριλάου Τρικούπη εκτιμούν ότι το Μαξίμου σκέφτεται αιφνιδιασμούς στο πρώτο ξέφωτο και δείχνουν να προετοιμάζονται γι’ αυτό. «Να συμβάλουμε στη μάχη που δίνει η κοινωνία (…) να είμαστε έτοιμοι για τις πολιτικές εξελίξεις που θα έρθουν» έλεγε ο Αλέξης Τσίπρας στο Πολιτικό Συμβούλιό του, χαράζοντας έστω και εμμέσως εκλογική τροχιά για το κόμμα. «Διαμορφώνουν συνειδητά το πλαίσιο μιας διχαστικής εκλογικής αναμέτρησης» ήταν τα πιο πρόσφατα, ευθεία και κοινά πυρά της Φώφης Γεννηματά προς τον Πρωθυπουργό και τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Επισήμως το πρωθυπουργικό γραφείο επιμένει στην πρόθεσή του να εξαντλήσει την τετραετία, απορρίπτοντας με ένταση, όπως είναι αναμενόμενο, οποιοδήποτε άλλο ενδεχόμενο. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ επισήμως δεν ζητεί εκλογές.
Το σίγουρο είναι ότι οι αφορμές για το ξεσήκωμα εκλογολογίας στην εποχή της πανδημίας εξακολουθούν να διαδέχονται η μια την άλλη: από τα πρωθυπουργικά «ανοίγματα» σε κοινωνικές και επαγγελματικές τάξεις ή τον στόχο για «Πάσχα της ανοσίας» και για ένα αποδοτικό καλοκαίρι, μέχρι την καλλιέργεια κλίματος αισιοδοξίας για δυναμική «επιστροφή» της οικονομίας με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης ή και τις… αναζητήσεις εξωκοινοβουλευτικών για την εκλογική τους περιφέρεια. Οι παρασκηνιακές σκέψεις είναι υπαρκτές με θιασώτες του σεναρίου πρόωρων εκλογών μέσα στο «γαλάζιο» στρατόπεδο.
Το δείχνει η προσπάθεια κάποιων νεοδημοκρατών βουλευτών να αποσπάσουν τις πρωθυπουργικές σκέψεις στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις τους με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο Μαξίμου. Το ίδιο πιστοποιούν και οι εισηγήσεις που περνούν κατά διαστήματα την πρωθυπουργική πόρτα, όπως επιβεβαιώνουν οι γνώστες του κυβερνητικού παρασκηνίου, παρά τις επίμονες διαψεύσεις και παρά την κεντρική γραμμή ότι το πολιτικό τοπίο μέχρι το 2023 δεν περιλαμβάνει κάλπες. «Το πολιτικό κεφάλαιο θα επενδυθεί στις μεγάλες αλλαγές» είναι η απάντηση που δίνουν τακτικά στη «γαλάζια» ομάδα οι στενοί συνεργάτες του Πρωθυπουργού, επιμένοντας να δίνουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα στο κυβερνητικό έργο και «καίγοντας» τη συνεχιζόμενη σεναριολογία για εκλογικό αιφνιδιασμό στις αρχές του καλοκαιριού, το προσεχές φθινόπωρο ή το φθινόπωρο του 2022, σύμφωνα με τους πιο μετριοπαθείς, που θεωρούν τουλάχιστον ως τότε «αδιανόητη» οποιαδήποτε κίνηση αποσταθεροποίησης με προσφυγή σε (διπλές λόγω απλής αναλογικής) κάλπες.
Ο μεγάλος παράγοντας-κλειδί για τους περισσότερους, ανάμεσά τους και πολιτικοί αναλυτές που «διαβάζουν» τις εξελίξεις, είναι η οικονομία, ενόσω προεξοφλούν διάρκεια στην πόλωση του τελευταίου διαστήματος με διάθεση πολιτικής σύγκρουσης από όλες τις πλευρές για τα ζητήματα της καθημερινότητας. Για την ακρίβεια, έμπειροι παρατηρητές εκτιμούν ότι πέραν της οικονομίας η ατζέντα «νόμος και τάξη» (είτε στα πανεπιστήμια με την εφαρμογή του νέου νόμου είτε στις γειτονιές), όπως επανέρχεται εμφατικά τον τελευταίο μήνα, θα εμφανιστεί ως κυρίαρχη και μπροστά στο εκλογικό σώμα, όποτε και αν έρθει η στιγμή της αναμέτρησης. Εξάλλου στο Μαξίμου είναι πεπεισμένοι ότι η Κουμουνδούρου θα επιδιώξει να επενδύει στην όξυνση, «χτυπώντας» στο κεφάλαιο της ασφάλειας παράλληλα, προφανώς, με τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Από επίσημα κυβερνητικά χείλη εξαπολύεται τις τελευταίες εβδομάδες η κατηγορία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ποντάρει στην κόπωση του εκλογικού σώματος, «ελλείψει πειστικού αφηγήματος» όπως λένε, ώστε να δημιουργήσει κύματα αντιδράσεων, ενώ από το πρωθυπουργικό γραφείο δεν πέρασαν απαρατήρητες οι στοχευμένες αναφορές Τσίπρα από τη Βουλή στην «οργή των νοικοκυραίων».
Αντίπαλος ο εφησυχασμός
«Παράγει πόλωση για αντιπερισπασμό» απαντούν από τη ΝΔ, θεωρώντας ότι το Μαξίμου διατηρεί ισχυρό τον δεσμό με την παραδοσιακή βάση του κόμματος. Επιπλέον η δημοσκοπική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν αφήνει προς το παρόν περιθώρια για τουλάχιστον εμφανείς εσωκομματικούς τριγμούς και αμφισβητήσεις. Το πρωθυπουργικό επιτελείο φαίνεται να δείχνει προς τα στελέχη της κυβέρνησης και του κόμματος ως μεγάλο αντίπαλο τον εφησυχασμό, να ρίχνει το βάρος στη διατήρηση ενός προφίλ «αξιοπιστίας» στα μάτια των πολιτών και να στρέφει την προσοχή στους ποιοτικούς δείκτες στις μετρήσεις κοινής γνώμης, αξιολογώντας τα επίπεδα της κυβερνητικής φθοράς. Εξ ου και ο έλεγχος των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων από τον εφιάλτη της πανδημίας είναι το κυρίαρχο διακύβευμα των επόμενων μηνών για το Μαξίμου, που θέλει να καθορίζει την ατζέντα της πολιτικής καθημερινότητας εγκλωβίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ στις «μειοψηφίες».
Κινητικότητα για «μικρούς»
Παράλληλα με τη σεναριολογία, στο παρασκήνιο καταγράφεται και κινητικότητα στα δεξιά και στα αριστερά για ίδρυση νέων κομμάτων ή πολιτικών σχηματισμών. Το τοπίο διαμορφώνεται λόγω του εκλογικού νόμου καθώς οι πρώτες κάλπες θα στηθούν με απλή αναλογική, για να ακολουθήσουν οι δεύτερες με το νέο σύστημα, δημιουργώντας, σύμφωνα με όσους προχωρούν ολοταχώς στις σχετικές ζυμώσεις, «ευκαιρίες» να αποκτήσουν ρόλο στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού χάρτη. Είναι σαφές ότι τη συγκεκριμένη κινητικότητα πιάνουν τα ραντάρ όλων – ανεξαιρέτως – των κομματικών επιτελείων. Σε αυτά διατυπώνονται προβληματισμοί και χαράζονται στρατηγικές πολιτικής ενίσχυσης, ακόμα και αν ο Πρωθυπουργός επιμένει να κρατά κλειδωμένο στο συρτάρι το «χαρτί», θεωρώντας για την ώρα εκτός πραγματικότητας κάθε σχετική συζήτηση.